Επιλέξαμε για σας και σας παρουσιάζουμε κάποια σημαντικά βιβλία από συγγραφείς βραβευμένους με Νόμπελ λογοτεχνίας.
Isaac Bashevis Singer, Ένας φίλος του Κάφκα και άλλες ιστορίες, Εκδόσεις Καστανιώτη (Νόμπελ το 1978)
Ιστορίες βγαλμένες από την παιδική του ηλικία και την πατρίδα του, την Πολωνία, αλλά και την δεύτερη πατρίδα του την Αμερική, αυτές είναι οι αφηγήσεις του Σίνγκερ. Με φλεγματικό, καυστικό και πολύ αιχμηρό τρόπο περιγράφει την ζωή των Εβραίων της Πολωνίας όπως και της Αμερικής, τα συμπλέγματά τους, την πιστή τους αφοσίωση στην Τορά και την αδυναμία τους να αφουγκραστούν το σωστό και το λάθος εθελοτυφλώντας και θεωρώντας πως είναι ακόμα ο επιούσιος λαός του Θεού. Οι ιστορίες του διέπονται από την πεποίθηση μίας ακανθώδους μοιρολατρίας εκ μέρος των ηρώων του προς ό,τι είναι εβραϊκό και άρα εξ’ορισμού ορθό και άξιο λόγου. Οι άνθρωποι του Σίνγκερ είναι φαντάσματα του εαυτού τους και έρμαια των διδαχών που οι ραβίνοι τους έπεισαν πως οφείλουν να ακολουθούν αφαιρώντας εμμέσως πλην σαφώς την ικανότητα να επεξεργάζονται την πληροφορία και να κρίνουν αυτό που τους διδάσκεται, άρα να πορεύονται χωρίς να ερευνούν. (πηγή: culturenow).
Svetlana Alexievich, Τσέρνομπιλ. Ένα χρονικό του μέλλοντος, Εκδόσεις Πατάκη (Νόμπελ το 2015)
Tο Τσέρνομπιλ δεν είναι ένα βιβλίο που θα ευχαριστήσει τον αναγνώστη, είναι ένα βιβλίο που θυμίζει την «Κραυγή» του Μουνχ. Αποτελεί μία εκκωφαντική μαρτυρία για τα πεπραγμένα και τα γεγονότα που επακολούθησαν σε αυτή την μικρή πόλη την έκρηξη στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσέρνομπιλ. Εκεί όπου έμελλε ο θάνατος και η φρίκη να σκεπάσουν σαν μαύρο σύννεφο την πόλη, τους ανθρώπους και κυρίως το μέλλον των επερχόμενων γενεών. Ο Θανάσης Τριαρίδης στον πρόλογο του βιβλίου αναφέρει: «Ένα βιβλίο βαθύτατης απορίας για την ανημποριά του ανθρώπου, για το παράλογο της ιστορίας, για την έκπτωση της ανθρώπινης ζωής». Δεν υπάρχει μεγαλύτερη σκληρότητα, πιο επώδυνη συγκυρία για έναν άνθρωπο από την αφαίρεση της ελπίδας, μίας ελπίδας που από την μία μέρα στην άλλη βάφτηκε με αίμα, μολυσμένο χώμα και καταχνιά για χάρη μιας επιστήμης παράλογης, ανόητης και νοσηρής. «Η γη αυτή δεν ανήκει πια σε κανέναν. Την πήρε πίσω ο Θεός» θα πει μία μητέρα του Τσέρνομπιλ. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη και πιο πικρή αλήθεια από αυτήν την δήλωση μιας απλής γυναίκας που έζησε τον όλεθρο της ολοκληρωτικής καταστροφής για χάρη ενός ανήθικου σκοπού, αυτού της εδραίωσης μίας προπαγάνδας που δεν λογαριάζει τίποτα. (πηγή: culturenow).
John Galsworthy, Η Mηλιά, Εκδόσεις Ροές (Νόμπελ το 1932)
Η Mηλιά, αυτό το πολυσύνθετο νοηματικά αφηγηματικό ξέσπασμα ή αλλιώς η συναισθηματική απολογία του γράφοντος αποτελεί για τα ελληνικά εκδοτικά χρόνια εξαιρετικής σημασίας εκδοτικό γεγονός μιας και είναι η πρώτη φορά που ο Galsworthy μεταφράζεται στα Eλληνικά. Η παρούσα έκδοση, και αυτό οφείλει να επισημανθεί, εκτός από την υπέροχη απόδοση του μεταφραστή, διαθέτει προς τέρψιν όλων μας ένα διαφωτιστικό επίμετρο που λειτουργεί συμπληρωματικά και αναδύει το ιστορικό των συμβολισμών και των βιωμάτων βάσει των οποίων προέκυψε η παρούσα ιστορία. Γιατί όπως προκύπτει και από την ίδια την ιστορία, οι προβληματισμοί του συγγραφέα, ο χαμένος έρωτας, η οικονομική του κατάσταση και η αριστοκρατική του καταγωγή οδήγησαν τον ίδιο περισσότερο σε προσωπικό αδιέξοδο παρά του εξασφάλισαν ευδαιμονία και ψυχική ηρεμία. Ο ίδιος είχε δηλώσει: «Δε ζούμε σ’ έναν ιδιωτικό, δικό μας κόσμο. Καθετί που λέμε και πράττουμε και σκεφτόμαστε έχει αντίκτυπο στα πάντα γύρω μας». Ο ίδιος ο Galsworthy σε όλη του την συγγραφική διαδρομή «υιοθέτησε την άποψη ότι ήταν καθήκον του συγγραφέα να ρίξει φως στις κοινωνικές αδικίες». Η νουβέλα αυτή με την δραματικότητα, την ζωηρότητα και την έντονη διακύμανση στην ροή της εξέλιξής της αποκαλύπτει τους κραδασμούς του αφηγητή καθώς οδεύει στην κορύφωση του προσωπικού του πυρετού και εξαντλημένος διψάει για λύτρωση συνειδησιακή. (πηγή: culturenow).
Knut Hamsun, Η Πείνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο (Νόμπελ το 1920)
Η πείνα του Χάμσουν όπως αναφέρει και ο ίδιος δεν είναι ένα μυθιστόρημα. Και βεβαίως δεν αποτελεί ένα μυθιστόρημα γιατί πρόκειται σαφώς για μία ιδιάζουσα ψυχική διαδικασία κατά την οποία ένας άνθρωπος, πολύ πιθανότατα ο ίδιος ο συγγραφέας, περνά μέσα από μία εσωτερική δοκιμασία, μία πάλη αντιμετώπισης της ανέχειάς του, της θέλησής του για εξεύρεση τροφής αλλά τελικά της μη ικανοποίησης της. Ισχυρό πλήγμα στο εγώ του λογίζεται αυτή η ανικανότητα πλήρωσης της επιθυμίας του. Όταν πεινάς καλείσαι εύλογα να υπερπηδήσεις τα εμπόδια του νου που δίνουν την εντολή και αδυνατώντας να ανταπεξέλθεις στην κάλυψη της ανάγκης αυτής αντλείς φυσιολογικά όλα τα αποθέματα του ψυχισμού σου που δεν γνώριζες πως είχες στον ανηλεή αγώνα ενάντια στην αίσθηση της πείνας. Μία αίσθηση που ενδεχομένως προκαλεί ντροπή και θίγει την αξιοπρέπεια ενώ βυθίζει τον άνθρωπο στο αίσθημα αυτοσυντήρησης που μπορεί και να μην έχει όρια όσο βαδίζει προς το αβέβαιο. Κάτοχος του Νόμπελ λογοτεχνίας το 1920 με αφορμή το βιβλίο του «Η ευλογία της γης» γραμμένο το 1917, ο Χάμσουν έρχεται με την «Πείνα» που γράφτηκε το 1890 σε ανοιχτό πόλεμο με τα ίδια του τα φαντάσματα και αυτοαναλύεται σε έναν δρόμο συνομιλίας με τον τρόμο και τον κίνδυνο της ίδιας του της απώλειας είτε πραγματική είτε συνειδησιακή. (πηγή: culturenow).
William Faulkner, Ο Γέρος, Εκδόσεις Το Ροδακιό (Νόμπελ το 1949)
Στον «Γέρο», ένα βιβλίο που πρωτοδημιοσιεύτηκε το 1929, ο Φώκνερ ανακοινώνει και επαληθεύει την συγγραφική του μαεστρία και τον αιχμηρό του λόγο που θα γνωρίσουμε εκτενώς αργότερα, επικεντρώνοντας την προσοχή του στον δικό του Ποσειδώνα, τον ποταμό Μισσισσιππή. Η ιστορία του μυθιστορήματος αυτού εστιάζει στην καταστροφική πλημμύρα του 1927 που στοίχισε την ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους, τσακισμένους από τα αγριεμένα και οργισμένα νερά του ποταμού. Έρχεται να μας θυμίσει με έντονη γλαφυρότητα και μέσα από σκληρές περιγραφές αλλά και αμεσότητα που θρυμματίζει την σκέψη πως κανείς δεν είναι άτρωτος και όλοι είναι αναλώσιμοι μπροστά στο θαύμα που ονομάζουμε φύση. Ένας συμπατριώτης του, ο ζωγράφος Τζάκσον Πόλοκ σχολίαζε σχετικά με την ζωγραφική του πως «είμαι φύση». Παράλληλα όμως, γίνεται αναλυτής και της ανθρώπινης ψυχής αυτής που ανυψώνεται και κατακρημνίζεται με τον ίδιο ρυθμό. Ο κατάδικος που τοποθετεί στον πρωταγωνιστικό ρόλο βρίσκεται αντιμέτωπος με την σωτηρία του και αυτήν μιας εγκύου που καλείται μέσα στον ορυμαγδό εχθρότητας της φύσης να υπερασπιστεί στο όνομα της ησυχίας της συνείδησής του. Για αυτό και εξαντλεί όλες του τις δυνάμεις και τελματώνεται για να το πραγματώσει. Το στοίχημα είναι να υπερπηδήσει τα εμπόδια που θα τον οδηγήσουν στην τελική ολοκλήρωση. (πηγή: culturenow).
Roger Martin du Gard, Ζαν Μπαρουά, Εκδόσεις Πόλις (Νόμπελ το 1937)
Μέσω της ιστορίας του “Ζαν Μπαρουά”, ο Ροζέ Μαρτέν ντυ Γκαρ μελετά τη σύγκρουση “ανάμεσα στις λίγο έως πολύ μυστικιστικές καταβολές εκείνης της γενιάς και στη θετικιστική παιδεία, κατάφορτη από σύγχρονη επιστήμη”. Στα παιδικά του χρόνια ο Ζαν λαμβάνει καθολική εκπαίδευση, κατά τη διάρκεια όμως των σπουδών του στη βιολογία “απελευθερώνεται” από τη θρησκεία και μάλιστα στρατεύεται στις τάξεις των ελευθεροφρόνων. Τον καιρό της Υπόθεσης Ντρέυφους βρίσκεται μαζί με τους φίλους του στην εμπροσθοφυλακή του αγώνα υπέρ του Ντρέυφους – είναι η κορυφαία στιγμή της ζωής του. Στα γηρατειά του, “ξανακυλά, υπαναχωρεί” και επιστρέφει στη θρησκευτική πίστη των παιδικών του χρόνων. Μεταξύ των πολυάριθμων θεμάτων που θίγονται στο μυθιστόρημα, τρία καταλαμβάνουν τον περισσότερο χώρο: η κριτική στη θρησκεία, η έκθεση μιας υλιστικής φιλοσοφίας, η Υπόθεση Ντρέυφους. Μια δεκαετία περίπου προτού γράψει τον “Ζαν Μπαρουά”, ο Ροζέ Μαρτέν ντυ Γκαρ ήταν αποφασισμένος ν’ αλλάξει την παραδοσιακή φόρμα του μυθιστορήματος. Η “μεγάλη ιδέα” του ήταν να συνταιριάξει τα πλεονεκτήματα της μυθιστορηματικής τέχνης με τα πλεονεκτήματα της δραματικής τέχνης. Για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα, η αφήγηση θα έπρεπε να πάρει τη μορφή ενός “μυθιστορήματος με διάλογους”: στον “Ζαν Μπαρουά”, το κείμενο δεν επιμερίζεται πλέον σε κεφάλαια, αλλά σε μια διαδοχή από σκηνές, όπως σ’ ένα θεατρικό έργο. Ο Ροζέ Μαρτέν ντυ Γκαρ θα γίνει πρωτίστως γνωστός ως ο συγγραφέας των Τιμπώ, όμως ο “Ζαν Μπαρουά” είχε ανέκαθεν πολυάριθμους αναγνώστες, ιδιαιτέρως στις τάξεις της νεολαίας, μεταξύ όσων ζητούν από ένα βιβλίο να τους βοηθήσει στη διαμόρφωση μιας ηθικής προσωπικότητας. (Από τον πρόλογο του Andre Daspre).
Elias Canetti, Η Τύφλωση, Εκδόσεις Γράμματα (Νόμπελ το 1981)
Η “Τύφλωση”, όπως και ο “Οδυσσέας” του Τζόυς, με τον οποίο την παρομοίασαν οι κριτικοί, είναι μια επιβλητική αλληγορία για την αντιπαράθεση του πνεύματος με την πραγματικότητα, για το μεγαλείο και την αθλιότητα του μοναχικού στοχαστή μέσα στον κόσμο. Πρωταγωνιστής της “Τύφλωσης” είναι ο Κην, ένας διάσημος σινολόγος, που ζει απομονωμένος μέσα στη γιγάντια βιβλιοθήκη του. Όλος ο κόσμος γι’ αυτόν βρίσκεται μέσα στο κεφάλι του, αλλά το κεφάλι του δεν μετράει διόλου για τον έξω κόσμο. Όταν η γριά, κουτοπόνηρη οικονόμος του τον παγιδεύει και τον αναγκάζει να την παντρευτεί, ο Κην έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπος με την καθημερινή ζωή, και «σώζεται» αναζητώντας καταφύγιο στην τρέλα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Pablo Neruda, Είκοσι ερωτικά ποιήματα, Εκδόσεις Τυπωθήτω/Δαρδάνος (Νόμπελ το 1971)
Είκοσι χρονώ είταν και δεν είταν ο Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασοάλτο – γνωστός σήμερα ανά την υφήλιο με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα -, όταν δημοσίευσε μια μικρή συλλογή ποιημάτων με τίτλο “Veinte poemas de amor y una cacnion deseperada”. Και έμελλε το βιβλιαράκι ετούτο όχι μόνο να γίνει ο μηνύτορας της έλευσης του νεαρού ποιητή από το Παρράλ της Χιλής στην επικράτεια των ύψιστων λυρικών κατορθωμάτων (εξ όνυχος γάρ. . .), και μια από τις διαχρονικώς δημοφιλέστερες αναφορές στη λεγόμενη ερωτική ποίηση, αλλά και να είναι πια έργο κλασικό της παγκόσμιας λογοτεχνίας, σχεδόν ισότιμο με το – ομηρικών, θα τολμούσαμε να πούμε, προδιαγραφών και προσηλώσεων – εκείνο “Canto General”, που εδόξασε τον Νερούδα και τον έφερε συνδαιτυμόνα του Δάντη, του Σαίξπηρ, του Γκαίτε, του Θερβάντες, του Τολστόη και του δικού μας Διονυσίου Σολωμού στην πιο ψηλή κορφή του ποιητικού Ολύμπου. (. . .) (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Οδυσσέας Ελύτης, Εν λευκώ, Εκδόσεις Ίκαρος (Νόμπελ το 1979)
Μπροστά στη ράχη της Σέριφος, όταν ανεβαίνει ο ήλιος, τα πυροβόλα όλων των μεγάλων κοσμοθεωριών παθαίνουν αφλογιστία. Ο νους ξεπερνιέται από μερικά κύματα και λίγες πέτρες – κάτι παράλογο ίσως, παρ’ όλα αυτά ικανό να φέρνει τον άνθρωπο στις πραγματικές του διαστάσεις. Επειδή, τι άλλο θα του ήτανε πιο χρήσιμο για να ζήσει; Αν του αρέσει να ξεκινά λάθος, είναι γιατί δε θέλει ν’ ακούσει. Ερήμην του το Αιγαίο λέει και ξαναλέει, εδώ και χιλιάδες χρόνια, με το στόμα του φλοίσβου, σ΄ ένα μήκος ακτών απέραντο: αυτός είσαι! Και το επαναλαμβάνει το σχήμα του φύλλου της συκιάς επάνω στον ουρανό, το συλλαμβάνει και κλείνει τη γροθιά του το ρόδι ώσπου να σκάσει, το κανοναρχάνε τα τζιτζίκια ώσπου να γίνουν διάφανα. (. . .) (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Anatol France, Οι Θεοί διψούν, Εκδόσεις Γκοβόστη (Νόμπελ το 1921)
Ο Ανατόλ Φρανς περιγράφει τη ζωή ενός νεαρού Παριζιάνου που από ζωγράφος μετατρέπεται σταδιακά σε αιμοβόρο ένορκο που στέλνει δεκάδες ανθρώπους κάθε μέρα στη λαιμητόμο. Η γκιλοτίνα, ο Ροβεσπιέρος, ο Δαντών και το Βασίλειο του Τρόμου αναβιώνουν μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου, που δικαίως τιμήθηκε με το “Μεγάλο Βραβείο των καλύτερων μυθιστορημάτων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα”. Όπως οι μεγάλοι κυκλώνες στην τυφλή τους μανία δεν αφήνουν τίποτα όρθιο, ισοπεδώνοντας και καθαρίζοντας το έδαφος, έτσι και οι μεγάλες επαναστάσεις ξεριζώνουν και ανατρέπουν συθέμελα το παλιό για να χτίσουν στη θέση του το καινούργιο. Το ’89 η πρώτη μεγάλη πολιτική επανάσταση ανέτρεψε και εκμηδένισε ό, τι ως τότε θεωρούνταν αιώνιο και απαραβίαστο, ανοίγοντας για την ανθρωπότητα μια νέα εποχή ελευθερίας και προόδου. Οι Θεοί διψούν αυτές τις μεγάλες μέρες απηχούν και ζωντανεύουν μ’ όλες τις εξάρσεις και τις μικρότητές τους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)