Της τέχνης τα καμώματα

Cynthia Freeland, Μα είναι αυτό τέχνη, Εκδόσεις Πλέθρον

Αυτό το ωραίο και ευχάριστο βιβλίο αποτελεί ιδεώδη εισαγωγή στη σκέψη σχετικά με την τέχνη. Η Σύνθια Φρήλαντ εξηγεί γιατί η καινοτομία και η διαμάχη βρίσκονται μονίμως στην πρωτοπορία της τέχνης, και γιατί αυτό έχει σημασία. Μελετά τη σχέση της τέχνης με το ωραίο, τον πολιτισμό, το χρήμα, το φύλο και τις νέες τεχνολογίες και προχωρεί αναφερόμενη παραδειγματικά στον Rembrandt, τον Goya και τον Damien Hirst αλλά και στα αφρικανικά γλυπτά-φετίχ, τους χορούς των Ινδιάνων Pueblo και το MTV. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).


Ernst Gombrich, Το χρονικό της τέχνης, Εκδόσεις ΜΙΕΤ

“Το χρονικό της Τέχνης” είναι ένα από τα πιο διάσημα και λαοφιλή βιβλία τέχνης που δημοσιεύτηκαν ποτέ. Επί 45 χρόνια έμεινε ασυναγώνιστο ως εισαγωγή στο συνολικό θέμα της τέχνης, από τις πρωϊμότερες ζωγραφιές των σπηλαίων ως τη σύγχρονη πειραματική τέχνη. Αναγνώστες κάθε ηλικίας και προέλευσης απ’ όλο τον κόσμο βρήκαν στο πρόσωπο του Gombrich έναν αληθινό δάσκαλο, που συνδυάζει τις γνώσεις και τη σοφία με το μοναδικό χάρισμα να μεταδίδει άμεσα τη δική του αγάπη για τα έργα τέχνης που περιγράφει. “Το Χρονικό της Τέχνης” οφείλει τη μοναδική δημοτικότητά του στην άμεση και απλή γραφή και στην ικανότητα του συγγραφέα να προσφέρει ένα ξεκάθαρο αφήγημα. Περιγράφει ως στόχο του “να βάλει σε κατανοητή τάξη τον πλούτο των νοημάτων, των περιόδων και των τεχνοτροπιών που συσσωρεύονται στις σελίδες των πιο φιλόδοξων έργων” και, χρησιμοποιώντας τη διαίσθησή του στην ψυχολογία των εικαστικών τεχνών, να μας κάνει να δούμε την ιστορία της τέχνης ως “συνεχή διαπλοκή και εναλλαγή των παραδόσεων, όπου κάθε έργο αναφέρεται στο παρελθόν και δείχνει το μέλλον”, “μια ζωντανή αλυσίδα που συνδέει ως σήμερα τη δική μας εποχή με την εποχή των Πυραμίδων”. Με το νέο της σχήμα, η 16η έκδοση αυτού του κλασικού έργου προορίζεται να συνεχίσει τη θριαμβευτική της πορεία ανάμεσα στις μέλλουσες γενεές και να γίνει η πρώτη επιλογή για όλους τους νεοφερμένους στον κόσμο της τέχνης. (Από την παρουσίαση της έκδοσης).


Stephen Escritt, Αρ Νουβώ, Εκδόσεις Καστανιώτη

Στο γύρισμα του 19ου αιώνα η Αρ Νουβώ ήταν στην Ευρώπη και την Αμερική το πιο τολμηρό στυλ. Τη συναντούσε κανείς στις κυματιστές σιδεριές των καινούργιων σταθμών του παρισινού μετρό, στην καμπύλη ασυμμετρία των κοσμημάτων του Λαλίκ και στα εμπνευσμένα από την Ιαπωνία γυαλικά του Τίφανι. Η Αρ Νουβώ, αν και ήταν γνωστή με ποικίλα ονόματα –Γιούγκενστιλ στη Γερμανία, στιλ Σεσετσιόν στην Αυστρία, κίνημα Μοντερνίστα στην Καταλονία-, στην πραγματικότητα ήταν μια διεθνής «νέα τέχνη» για μια καινούργια εποχή. Σε αυτό το περιεκτικό και διαυγές βιβλίο ο Στέφεν Έσκριτ προσδιορίζει την Αρ Νουβώ ευρύτατα, αναλύοντας το έργο τόσων διαφορετικών σχεδιαστών όπως ο Βικτόρ Ορτά στο Βέλγιο, ο Εμίλ Γκαλέ στη Γαλλία, ο Τσαρλς Ρένι Μάκιντος στη Γλασκώβη και ο Άντονι Γκαουντί στη Βαρκελώνη. Υποστηρίζει πως η Αρ Νουβώ ήταν εξελικτική, καθώς αντλούσε υλικό από μια σειρά πηγών από το γαλλικό Νέο-Ροκοκό και το αγγλικό κίνημα Αρτς εντ Κραφτς μέχρι τον Συμβολισμό, αλλά και επαναστατική, καθώς εξερευνούσε τις εγγενείς δυνατότητες του ατσαλιού και του γυαλιού και την έννοια της λειτουργικότητας που επρόκειτο αργότερα να ιδιοποιηθεί το Μοντέρνο Κίνημα. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο που εξετάζει την Αρ Νουβώ παγκοσμίως στο πλαίσιο των προβλημάτων που απασχόλησαν την εποχή της, από τις fin-de-siecle ανησυχίες για την πίεση της σύγχρονης ζωής μέχρι τον εθνικισμό, τον πνευματισμό, τη χειραφέτηση των γυναικών και τον ηρωικό μύθο της νεότητας.
Μετά τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, ο Στέφεν Έσκριτ ειδικεύτηκε στις διακοσμητικές τέχνες του 19ου και του 20ού αιώνα. Είναι τακτικός συνεργάτης καλλιτεχνικών περιοδικών και συμμετείχε στη συγγραφή του έργου Art Deco Style. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).


Billie Holiday, Η κυρία τραγουδάει τα μπλουζ, Εκδόσεις Άγρα

Το βιβλίο “Η Κυρία τραγουδάει τα μπλουζ” Lady Sings the Blues είναι η συγκλονιστική αυτοβιογραφία της Billie Holiday, μιας απ’ τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες της τζαζ. Γεννήθηκε το 1915 και πέθανε απ’ τα ναρκωτικά το 1959 στη Νέα Υόρκη. “Η μαμά κι ο μπαμπάς ήταν ακόμη παιδιά όταν παντρευτήκανε. Αυτός ήταν δεκαοχτώ χρονών, εκείνη δεκάξι κι εγώ τριών”, είναι η περίφημη φράση με την οποία ανοίγει το βιβλίο. Η Μπίλλυ Χόλιντεϋ μεγάλωσε στα γκέτο, τα πορνεία και τα αναμορφωτήρια της μαύρης Αμερικής. Στην αυτοβιογραφία της, σε μια γλώσσα σκληρή και χωρίς συναισθηματισμούς, καταγράφει την περιπετειώδη ζωή της, τις ιστορίες της με τους άντρες, την ανέλιξή της στο χώρο της μουσικής και της σόου μπίζνες καθώς και τα προβλήματά της με τα ναρκωτικά, τις φυλακίσεις και το κυνηγητό της αστυνομίας που την κατέστρεψε. Όλα αυτά λέγονται με την κοφτή και μάγκικη γλώσσα της Χόλιντεϋ, και διαβάζονται σαν να γράφτηκαν μόλις χτες. Είμαστε δίπλα της από το ντεμπούτο της στα κλαμπ του Χάρλεμ και τη συναναστροφή της με αστέρες του σινεμά μέχρι την απαρχή της τραγικής παρακμής της. Παρακολουθούμε τη στιγμή της δημιουργίας του σπαρακτικού “Παράξενου φρούτου” (“Strange Fruit”) και άλλων σπουδαίων τραγουδιών της. Η Μπίλλυ Χόλιντεϋ, με το καταπληκτικό μέταλλο της φωνής της, την ειδική άρθρωση, τον αργόσυρτο ρυθμό και τον μοναδικό τρόπο ερμηνείας της επηρέασε πολύ το στυλ μουσικών της τζαζ. Συνεργάστηκε με μουσικούς όπως οι Benny Goodman, Johnny Hodges, Coleman Hawkins, Ben Webster, Roy Eldridge, συμμετείχε στις ορχήστρες του Count Basie και του Artie Shaw, έπαιξε με τον Duke Ellington, τον Lester Young, τον Buck Clayton, τον Charlie Shavers, τον Oscar Peterson κ.ά. Το βιβλίο μιλάει γενικότερα για το τί σημαίνει να ‘σαι φτωχός και μαύρος στην Αμερική, για το πώς φτιαχνόταν η μουσική της τζαζ στις δεκαετίες ’30-’40 -κλαμπ, περιοδείες, ηχογραφήσεις, εταιρείες, κτλ.- καθώς και για τον τρόπο που μια “αρρωστημένα διεφθαρμένη κοινωνία κυνήγησε αυτή τη μεγαλοφυΐα της τζαζ σ’ ένα αυτοκαταστροφικό αδιέξοδο απ’ όπου δεν υπήρχε διαφυγή”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).


Chalres Lalo, Αισθητική, Εκδόσεις Γκοβόστη

Αυτό το μικρό βιβλίο, όπως και τα άλλα της σειράς αυτής το τύπωσε ο Κώστας Γκοβόστης στη δεκαετία του τριάντα. Το ξανατυπώνουμε τώρα (όπως ακριβώς ήταν τότε) σε πολύ λίγα αντίτυπα, για να δουν οι νεώτεροι του ’92 τι μπορεί να προσφέρει ένας φωτισμένος και πρωτοπόρος εκδότης στην πνευματική ζωή του τόπου του. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).


Leon Tolstoi, Τι είναι τέχνη, Εκδόσεις Printa

Ο Ρώσος συγγραφέας και στοχαστής Λέων Νικολάγιεβιτς Τολστόι (1828-1910) έγινε γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματά του (Πόλεμος και Ειρήνη, Άννα Καρένινα κ.ά.) και για τις ρηξικέλευθες πολιτικοκοινωνικές απόψεις του, όπως και για τον τρόπο ζωής του. Στο βιβλίο του αυτό εξαπολύει μια δριμύτατη επίθεση κατά του δόγματος “η τέχνη για την τέχνη” και εκθέτει τις προσωπικές του απόψεις για τη δημιουργία και το νόημά της. Σύμφωνα με τον Τολστόι, η τέχνη είναι ένα μέσον επικοινωνίας των ανθρώπων: ο δημιουργός, μέσω αυτής, εκφράζει συνειδητά ορισμένα αισθήματα και ιδέες επιζητώντας να κάνει κοινωνούς και τους άλλους ανθρώπους και να ασκήσει πάνω τους κάποια ψυχική επιρροή. Οι ιδέες που μεταβιβάζονται μπορούν να αξιολογηθούν βάσει της ποιότητάς τους και το έργο που τις εμπεριέχει μπορεί να κριθεί ως έργο τέχνης, αληθινό ή κίβδηλο, καλό ή κακό. Οι ανώτερες ιδέες είναι εκείνες που εμψυχώνουν τον άνθρωπο και μπορούν να τον κάνουν να νιώσει πως είναι αδελφός με τους συνανθρώπους του και γιος του Θεού.
Στο κείμενο του Τολστόι υπάρχει έντονος προβληματισμός για την αποστολή της τέχνης, αγωνιώδης αναζήτηση των αντικειμενικών αισθητικών κριτηρίων, απόψεις και ενστάσεις για την ωφελιμότητα ή βλαπτικότητα της πληθώρας των έργων που ονομάζονται εν γένει καλλιτεχνικά. Επίσης, ο μεγάλος συγγραφέας παραθέτει εν συντομία τους κυριότερους αισθητικούς ορισμούς που διατυπώθηκαν μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα. (Από την παρουσίαση της έκδοσης).


Keith Richards, James Fox, Life (Ζωή), Εκδόσεις Το ροδακιό

Με τους Rolling Stones, ο Κιθ Ρίτσαρντς δημιούργησε κιθαριστικά ριφ, στίχους και τραγούδια που ταρακούνησαν όλο τον κόσμο. Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες έζησε με τον πιο αυθεντικό ροκ εν ρολ τρόπο ζωής, παίρνοντας τα ρίσκα του εκεί που επέλεγε, κάνοντας τη δική του εσωτερική αναζήτηση και επιβιώνοντας μέσα από όλα αυτά με τρόπο που κανένας πριν από αυτόν δεν είχε καταφέρει.
Τώρα, επιτέλους, ο ίδιος ο θρύλος του ροκ, μας διηγείται την ιστορία μιας συναρπαστικής ζωής γεμάτης καταιγιστικά γεγονότα. Μιλάει για τους δίσκους του Τσακ Μπέρι και του Μάντι Γουότερς που άκουγε με μανία όταν ήταν πιτσιρικάς στο Κεντ, για το πώς έμαθε να παίζει κιθάρα και για την μπάντα που δημιούργησε με τον Μικ Τζάγκερ και τον Μπράιαν Τζόουνς. Για τους Rolling Stones και για το πώς άρχισε να εξαπλώνεται η φήμη τους, για την επιτυχία τους σαν συγκρότημα κακών παιδιών. Μιλάει για την περιβόητη έφοδο και τη σύλληψή του από το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών στο σπίτι του στο Ρέντλαντς και τις μετέπειτα συνεχείς συγκρούσεις με ένα ανισόρροπο καθεστώς που τον οδήγησαν να αποκτήσει ανεξίτηλα την εικόνα του παράνομου λαϊκού ήρωα. Ο Κιθ εξιστορεί πώς δημιούργησε αθάνατα κιθαριστικά ριφ όπως στο “Jumping Jack Flash”, στο “Street Fighting Man” και στο “Honky Tonk Women”. Λέει για τον έρωτά του με την Ανίτα Πάλενμπεργκ και για το θάνατο του Μπράιαν Τζόουνς. Για τη φορολογική του εξορία στη Γαλλία, τις περίφημες επεισοδιακές συναυλίες στην Αμερική, την απίστευτη φήμη που κέρδισε, την απομόνωση και την εξάρτηση που έζησε. Για τον έρωτά του με την Πάτι Χάνσεν. Για την ψυχρότητα του με τον Μικ Τζάγκερ και για τη συμφιλίωση που ακολούθησε. Για το γάμο του, την οικογένειά του, τα σόλο άλμπουμ, τους X-Pensive Winos… Και η Ζωή συνεχίζεται.
Με το μοναδικό και εντελώς προσωπικό του ύφος, με την αφοπλιστική ειλικρίνειά που ήταν πάντοτε το χαρακτηριστικό του, ο Κιθ Ρίτσαρντς διηγείται την ιστορία της ζωής του, που εκφράζει την εποχή μας, χωρίς δισταγμούς, χωρίς φόβο, ουσιαστικά αληθινά. (Από την παρουσίαση της έκδοσης).


C.Chaplin, Η αυτοβιογραφία μου, Εκδόσεις Επίκεντρο

Η αυτοβιογραφία ενός μύθου. . . Ο Τσάρλι Τσάπλιν γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1889 από γονείς ηθοποιούς. Έζησε μια ζωή γεμάτη σκάνδαλα και συγκρούσεις που περιγράφεται ανάγλυφα στην αυτοβιογραφία του. Το βιβλίο αυτό, best seller σε όλο τον κόσμο όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά, συνεχίζει να είναι και σήμερα μια από τις κορυφαίες αυτοβιογραφίες. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).


Umberto Eco, Η ομορφιά της λίστας, Εκδόσεις Καστανιώτη

Στην Ιλιάδα παρατηρούμε δύο τρόπους αφήγησης. Ο πρώτος εμφανίζεται όταν ο Όμηρος περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλέα: πρόκειται για μια ολοκληρωμένη φόρμα στην οποία ο Ήφαιστος έχει απεικονίσει όλα όσα γνώριζε για μια πόλη, τις γύρω αγροτικές περιοχές, τους πολέμους, τις ειρηνικές της τελετουργίες. Ο άλλος τρόπος εκδηλώνεται όταν ο ποιητής δεν κατορθώνει να πει πόσοι και ποιοι ήταν οι Αχαιοί πολεμιστές: τότε ζητά βοήθεια από τις μούσες αλλά αναγκάζεται να περιοριστεί στον λεγόμενο κατάλογο των πλοίων, ο οποίος ολοκληρώνεται με ένα “και τα λοιπά”.
Αυτός ο δεύτερος τρόπος παρουσίασης απαρτίζει τη λίστα ή τον κατάλογο. Υπάρχουν λίστες που γράφονται για πρακτικούς σκοπούς και είναι πεπερασμένες, όπως η λίστα όλων των βιβλίων μιας βιβλιοθήκης· υπάρχουν όμως και λίστες που θέλουν να περιλάβουν ποσότητες μη μετρήσιμες, λίστες που δεν ολοκληρώνονται ποτέ, που φτάνουν στα όρια του άπειρου. Όπως δείχνει το νέο αυτό βιβλίο του Έκο και η ανθολογία που αυτό περιλαμβάνει, η ιστορία της λογοτεχνίας όλων των εποχών είναι πλούσια σε λίστες, από τον Ησίοδο ως τον Τζόις, και από τον Ιεζεκιήλ ως τον Καλβίνο. Πρόκειται για καταλόγους που συχνά φτιάχνονται για την ίδια την ευχαρίστηση της απαρίθμησης ή για τη χαρά να συνδέει κανείς στοιχεία που καμιά ιδιαίτερη σχέση δεν έχουν μεταξύ τους. Το βιβλίο αυτό όμως δεν αναφέρεται μόνο στη λογοτεχνία αλλά προσπαθεί να δείξει ότι και οι εικαστικές τέχνες είναι ικανές να περιλάβουν επίσης καταλόγους που συνεχίζονται στο άπειρο, ακόμα κι όταν η απεικόνιση μοιάζει να περιορίζεται αυστηρά από την ίδια την κορνίζα του ζωγραφικού έργου. Το αποδεικνύει η πλούσια εικονογράφηση αυτού του βιβλίου που δεν απευθύνεται σε “ειδικούς” αλλά σε όλους όσοι αγαπούν τα μυστήρια της γραφής και της εικόνας. (Από την παρουσίαση της έκδοσης).


Nigel J. Spivey, Η ελληνική γλυπτική, Εκδόσεις Οδυσσέας

Έχουμε δει και θαυμάσει πολλά έργα της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής, αλλά ως έργα τέχνης εκτεθειμένα σε μουσεία, αποσπασμένα εντελώς από το αρχικό τους περιβάλλον, όπως δεν τα είδε ποτέ ο θεατής της εποχής τους. Διότι άλλοτε τα έργα αυτά όχι μόνο ήταν τοποθετημένα διαφορετικά, όχι μόνο συνωστίζονταν πολλά στον ίδιο χώρο ή ήταν βαλμένα ψηλά σε μετόπες και αετώματα ναών, όχι μόνο ήταν επιζωγραφισμένα με ζωηρά χρώματα, αλλά υπηρετούσαν κοινωνικούς, θρησκευτικούς και πολιτικούς σκοπούς που ίσως ούτε τους φανταζόμαστε. Ο Nigel Spivey εξετάζει την ελληνική γλυπτική από τα αρχαϊκά χρόνια μέχρι την ελληνιστική εποχή τοποθετώντας τη στο πραγματικό της πλαίσιο. Παρουσιάζει τις συνθήκες παραγωγής και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσαν οι γλύπτες, στρέφει την προσοχή του σε αυτούς που παράγγειλαν τα έργα, σε αυτούς που χρησιμοποίησαν ποικιλοτρόπως τη γλυπτική, στους θεατές της και τέλος στους ίδιους τους γλύπτες. Αυτό το πολύ κατατοπιστικό βιβλίο, που βραβεύτηκε το 1996, προσεγγίζει την αρχαία ελληνική γλυπτική με σεβασμό στην ιστορία της και στο περιβάλλον που τη γέννησε συμβάλλοντας στην αναθεώρηση των παραδοσιακών αντιλήψεων για αυτή. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).