Αντιόπη Γκότση, Σαράντα πεπρωμένα σειρήτια, Εκδόσεις Κουκκίδα
Το φως στο σκοτάδι·
να γονιμοποιείς το ίδιο το σπέρμα
στην σύσταση του θαύματος
κι όπως ο λεκτικός παράμορφος παραδεισώνεται
να πλέουμε βλέπον
με αντιδογματική των αλλαγμάτων
το σκος στο φωτάδι.
[Από την έκδοση].
Aura Christi, Στο μάτι του Θεού, Εκδόσεις Γαβριηλίδης
Ποιανού να ‘ναι ο πόνος
που φώλιασε εντός μου
και δε μένει ή φεύγει
στην άκρη του κόσμου;
Ποιος θεός τον πόνο του
στο σώμα μου θρηνεί,
τέθριππο ριγώντας,
ομορφιά δεινή;
Ποιος αχός στροβιλίζεται,
κι όλο φουντώνει ξανά,
πουλί που απ’ τη ζωή στο θάνατο
παγιδευμένο σπαρταρά;
[Από την έκδοση].
Τάνια Καραμάνου, Πτολεμαίων, Εκδόσεις Κουκούτσι
Εκεί που με τα χέρια του ο μαυριτανός βοσκός
ένωνε το κενό με το νότιο ημισφαίριο του σύμπαντος,
τώρα φίδια δραπετεύουν στη σκοτεινή ύλη
και σφίγγουν -δίχως πείνα- τον ουράνιο θόλο:
Τη σκόνη τη μαρμάρινη χωνεύουν με δυσκολία,
μα αντέχουν το κάρβουνο, το κονιάκ και το ξίδι:
Την ημέρα του ήλιου στερέψαν τα σύνορα του κόσμου
ανάμεσα στους λευκούς βράχους του Γιβραλτάρ
και τον κόκκινο αφρό του Τίγρη…
Έτσι νόμισαν τότε
κι αυτό συνεχίζουν να πιστεύουν εκείνοι
που χρεώνουν στο ένστικτο τον άλυτο δεσμό,
το σχήμα της ανάστροφης γροθιάς.
Εξ αρχής αγνοούν
ότι οι γραμμές του φωτός ταξιδεύουν παράλληλα.
[Από την έκδοση].
Ανθολογία, Η μεταμοντέρνα αμερικανική ποίηση, Εκδόσεις Κουκούτσι
Ο ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ (1950-1972) διέφερε σχεδόν ριζικά από εκείνον της δεύτερης περιόδου, ο οποίος ξεκίνησε το 1972 και διήρκησε έως το τέλος του εικοστού αιώνα. Οι δύο αυτοί μεταμοντερνισμοί διακρίθηκαν ως εξής: Ο πρώτος αποτέλεσε μια άκρως δημιουργική μεταστροφή, όντας εξέλιξη του μοντερνισμού, ενώ ο δεύτερος συνέτεινε στη μορφική διαπλάτυνση των εσωτερικών ενστάσεων του πρώτου. Η παράφορη πίστη στην οργανική μεταβατικότητα ήταν εκείνη που κατέστησε τον μεταμοντερνισμό της πρώτης περιόδου κορυφαίο, τόσο σε σχέση με το ποιητικό παρελθόν όσο και σε σχέση με το μέχρι των ημερών μας μέλλον. Ο μεταμοντερνισμός της δεύτερης περιόδου αναλώθηκε στην “επαναστατική” του υποχρέωση να “αποσυγχωνευθεί” και να “αυτονομηθεί” από την οργανική φύση της ποίησης. Επεδίωξε, με άλλα λόγια, να παρακάμψει τη μέγιστη, διαρκή επανάσταση, κάνοντας επανάσταση.
Αυτό το σώμα είναι ό, τι κατάφερε να μείνει όρθιο μετά από πολλαπλές αναγνώσεις ενός μεγάλου αριθμού ποιητικών συλλογών με έργα διακοσίων είκοσι Αμερικανών μεταμοντέρνων ποιητών, της περιόδου 1950-2012, και όλων των σχετικών ανθολογιών που κυκλοφόρησαν στο αντίστοιχο διάστημα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).
Srecko Cosovel, Κονς, Εκδόσεις Βακχικόν
Ο “Σλοβένος Ρεμπώ”. Και όμως, δεν πρόκειται για διαφημιστικό υπερθεματισμό. Η ποιητική διάνοια των Κοσοβέλ και Ρεμπώ -κυρίως στο Μεθυσμένο καράβι του δεύτερου- συλλαμβάνει μια γερασμένη, ετοιμοθάνατη Ευρώπη, η παρακμή της οποίας συνοδεύεται από τις φυσικές και κοινωνικές καταστροφές που προξενεί η καπιταλιστική προοπτική και η τεχνολογική ανάπτυξη ενός καινούργιου κόσμου.
Ιμπρεσιονισμός/εξπρεσιονισμός/κονστρουκτιβισμός: οι προφανέστεροι -διαδοχικά- προσανατολισμοί της ποίησης του Κοσοβέλ. Ωστόσο, οι ταξινομήσεις της κριτικής σε τάσεις και σχολές είναι πολύ αφηρημένες, πολύ σχηματικές, για να περιγράφουν ένα τόσο σύνθετο ποιητικό έργο.
Ο Κοσοβέλ υπερασπίζεται την κατάλυση κάθε μικροαστικού φορέα που λυμαίνεται την ουσία της τέχνης και του πολιτισμού. Εντούτοις, δεν απορρίπτει τον συναισθηματισμό, τον λυρικό συμβολισμό και την παράδοση εν γένει. Δεν εξυμνεί το παρόν· δεν αποθεώνει την ταχύτητα, τη δύναμη, τη βία, τον πόλεμο και την ομορφιά της μηχανής.
Ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σε ένα έργο όπου η αίσθηση του “χαμένου κέντρου” είναι κυρίαρχη· σε ένα έργο προφητικό στη σύλληψη και εκφορά της τραγωδίας “άνθρωπος”, που υψώνει τον καθρέφτη της συλλογικότητας για να κατοπτριστεί εντός του το Άτομο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).
Thomas-Stearns Eliot, Η έρημη χώρα – Προύφροκ – Οι κούφιοι άνθρωποι, Εκδόσεις Γαβριηλίδης
Πιθανόν να είμαι από αυτούς τους λίγους που δεν προτίθενται να χαρακτηρίσουν τη μετάφραση των συγκεκριμένων ποιημάτων του Τ. Σ. Έλιοτ ως μια επίπονη εργασία ή να προσδώσουν σ’ αυτό το μεταφραστικό έργο τον χαρακτήρα μιας μεγάλης, συστηματικής και πολύπλοκης ενασχόλησης με τις χιλιάδες σελίδες των ακαδημαϊκών και κριτικών αναλύσεων, που ομολογώ πως αναγκάστηκα να συμβουλευτώ, όχι όμως για να τις εγκλείσω στο παραδοθέν έργο, αλλά για να βεβαιώσω πως η δική μου ανάγνωση είναι μια άλλη ανάγνωση, που απευθύνεται σε άλλους αναγνώστες, ογδόντα ένα χρόνια μετά την παράδοση της μετάφρασης της Έρημης Χώρας του Γιώργου Σεφέρη στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Η μετάφραση της Έρημης Χώρας ήταν κυρίως μια οφειλή προς τον εαυτό μου, μια οφειλή που είχα τολμήσει να υποσχεθώ ως έφηβος στις συνομιλίες μου με τους νεκρούς ποιητές που οδήγησαν μέχρι σήμερα τη γλώσσα μου, αλλά θα κρατήσω κρυμμένα κι εγώ από την πλευρά μου ένα δυο ακόμη στοιχεία που δεν έχω ξοφλήσει και που αν ζήσω θα τα πραγματοποιήσω, αλλιώς θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε ημιτελή κατάσταση και σε μορφή σπαραγμάτων δεξιά κι αριστερά. […] (Από τον πρόλογο του Γιάννη Αντιόχου).
Charles Bukowski, Η γάτα, Εκδόσεις Απόπειρα
“σκληρή παραδοξότητα επικρατεί σε πολέμους, σε
κήπους –
η κίτρινη και μπλε νύχτα εκρήγνυται μπροστά
μου, ατομική, χειρουργική,
γεμάτη αστροφώτιστους
διαβόλους…”
Σκληρές και τρυφερές, αστείες και συγκινητικές, είτε κυνηγούν τη λεία τους έξω από το σπίτι, είτε τον ξυπνούν με τα νύχια τους στο πρόσωπο ή ανασκαλεύουν τις σελίδες που μόλις δακτυλογράφησε, οι γάτες στα ποιήματα του Τσαρλς Μπουκόβσκι είναι πλάσματα που διατηρούν το στυλ, τον αέρα, και το απροσποίητο που τόσο οδυνηρά λείπει από τους ανθρώπους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο).