Η Άλκη Ζέη, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της, σκιαγραφεί τους ήρωες της και αφηγείται τα γεγονότα και τις ανατροπές στη ζωή μιας οικογένειας σε μία από τις δεκαετίες που σημάδεψαν την ιστορία της Ελλάδας. Με φόντο τα τραγικά γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου εκτυλίσσεται η ιστορία της Ελευθερίας, ενός κοριτσιού που δεν ασχολείται με όσα πρέπει να κάνουν τα σωστά κορίτσια, ενώ λατρεύει το διάβασμα και ζει στο Μαρούσι με τα δύο ζωηρά αδέρφια της και τους γονείς της. Στο πάνω πάτωμα ζει ο κύριος Μαρσέλ από τη Γαλλία. Η ζωή τους αναταράσσεται με την έκρηξη του πολέμου και την έλευση του ανιψιού του κυρίου Μαρσέλ, του Μπενουά. Ένα βιβλίο που μεταφέρει με χιουμοριστικό και ανάλαφρο τρόπο μέσα από τα παιδικά μάτια την προπολεμική ελληνική κοινωνία και τα στερεότυπα της παραδοσιακής οικογένειας. Η παιδική αθωότητα και η ανεμελιά σε συνδυασμό με τη ζωντανή έκφραση ξεχειλίζουν από τις σελίδες του βιβλίου όπου η σύγκρουση των ασυμβίβαστων κόσμων των παιδιών και των μεγάλων αποτελεί το κύριο μοτίβο.
Ελευθερία, μια σύγχρονη Αντιγόνη
Η ιστορία ξεδιπλώνεται το καλοκαίρι του 1940 μέσα από τα μάτια της Ελευθερίας, ενός δεκάχρονου κοριτσιού που παρά τις επιταγές του αυστηρού πατέρα της που θέλει να παντρευτεί και να γίνει καλή νοικοκυρά, λατρεύει το διάβασμα, ονειρεύεται να δει θέατρο και να γίνει δικηγόρος, ενώ έχει ως πρότυπό της την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Συντροφιά στα παιχνίδια της έχει τα δύο μικρότερα δίδυμα αδέρφια της, το Σάκη και το Νούλη, που κάνουν συνεχώς σκανταλιές και την πειράζουν για τις «περίεργες» ενασχολήσεις της. Στον επάνω όροφο μένει ο κύριος Μαρσέλ που είναι Γάλλος αλλά ζει πολλά χρόνια στην Ελλάδα και έχει την ελπίδα πως η γυναίκα του που είχε φύγει χρόνια πριν για τη Γαλλία θα επέστρεφε μια μέρα. Ιδαίτερη αδυναμία τρέφει το κορίτσι για τον θείο της που έρχεται σε έντονη αντίθεση με τον πατέρα της. Είναι αισιόδοξος άνθρωπος, ιδεολόγος και με όρεξη για ζωή, σε αντιδιαστολή με τον πατέρα των παιδιών που είναι αυστηρός και αυταρχικός. Παράλληλα, αγαπητή φίλη της Ελευθερίας είναι η Βίτω, ένα κορίτσι από ευκατάστατη που μετά το χωρισμό των γονιών της ζει με τη γιαγιά και τη μητέρα της σε ένα σπίτι που στα μάτια της Ελευθερίας μοιάζει σαν βγαλμένο από παραμύθι. Αγαπημένη ασχολία των παιδιών είναι να σχεδιάζουν την κλοπή της μεγάλης, θολωτής, μωβ ομπρέλας της γιαγιάς της Βίτως και να τη χρησιμοποιήσουν σαν αερόστατο για να πετάξουν τη γάτα τους από την κερασιά του κήπου τους. «Ήταν μια ομπρέλα για τον ήλιο, πολύ πιο μεγάλη από τις συνηθισμένες που πουλούσαν στα μαγαζιά, και δεν ήταν πλατιά σαν της μαμάς, μα τόσο θολωτή, που, σαν την κρατούσε η κυρία Υπατία, της έκρυβε το πρόσωπο. Όσο για το χρώμα της, είχε ένα αλλιώτικο μωβ με ανταύγειες, και δεν ήξερες αν ήτανε από τον ήλιο που έπεφτε απάνω ή αν είχε ξαβάψει»
Και ύστερα ήρθε… ο πόλεμος
Το σκηνικό αλλάζει με τα δέκατα γενέθλια της Ελευθερίας στις 14 Ιουνίου 1940 που δεν γιορτάστηκαν ποτέ, καθώς εκείνη τη μέρα μπήκαν οι Γερμανοί στο Παρίσι. «Μα καταλάβαινα πως τα δέκα δε θα τα έκλεινα ποτέ ξανά στη ζωή μου. Από τις τριακόσεις εξήντα πέντε μέρες που έχει ο χρόνος, οι Γερμανοί διάλεξαν να μπουν στο Παρίσι ακριβώς στις 14 Ιουνίου. Τους μισούσα και σκέφτηκα πως θα τους μισώ όλη μου τη ζωή που δε μ’ άφησαν να γιορτάσω τα δέκα μου χρόνια». Λίγο καιρό μετά καταφθάνει από τη Γαλλία ο ανιψιός του κυρίου Μαρσέλ, ο Μπενουά, ο οποίος προστίθεται στην παρέα των παιδιών και ενισχύει τα παιχνίδια τους. Ο πόλεμος χτυπάει και την πόρτα της Ελλάδας τον Δεκαπενταύγουστο με τον τορπιλισμό της Έλλης και η ζωή όλων αναταράσσεται. Οι μεγάλοι φοβούνται και μελαγχολούν, ενώ τα παιδιά πλάθουν με τη φαντασία τους άλλους κόσμους για να ξεφύγουν από τη θλιβερή πραγματικότητα.
Η αγάπη της για το βιβλίο ξεκίνησε από μικρή ηλικία και συνεχίστηκε με τη συγγραφή άρθρων για τη σχολική εφημερίδα. Μιλάει δύο ξένες γλώσσες και έχει παρακολουθήσει επί σειρά ετών μαθήματα Θεάτρου και Μονωδίας, ενώ είναι κάτοχος πτυχίου Αρμονίας. Αυτή τη στιγμή σπουδάζει Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και προετοιμάζεται για τις πτυχιακές εξετάσεις του πιάνου.