Γαλλία ώρα μηδέν. Η ιστορία καλεί τους πολιτικούς ταγούς να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων σε μία πολιτική συγκυρία άκρως κρίσιμη και εύθραυστη. Η Γαλλία βρίσκεται στο σταυροδρόμι δύσκολων αποφάσεων φλερτάροντας από τη μία με το κομμουνιστικό μέτωπο και από την άλλη με φιλοναζιστικές πολιτικές χωρίς όμως και να το διατυμπανίζει. Οι άνθρωποι της εξουσίας αλλάζουν και οι Γάλλοι πολίτες υφίστανται τις συνέπειες αλλοπρόσαλλων πολιτικών και επικίνδυνων ελιγμών μέσα σε ένα περιβάλλον αστάθειας και αβεβαιότητας για το αύριο. Ο πόλεμος είναι προ των πυλών και οι ισορροπίες κρέμονται σε ένα σκοινί βρίσκοντας την Γαλλία στο μέσο να αμφιταλαντεύεται προς ποια μεριά να κλίσει. Έχοντας πια την μηχανή του χρόνου να μας μιλά, η ιστορική αναδρομή προσφέρει κάθε λογής ανάλυση και ορθώς.
Η χρονιά που σημάδεψε την Γαλλία
Αυτό είναι εν ολίγοις το μωσαϊκό των εξελίξεων εν έτει 1938, μία χρονιά με ποικίλες και αντίθετες μεταξύ τους δράσεις, μία χρονιά με πολιτικά παιχνίδια που εκ των υστέρων φαίνεται πως κόστισαν και οδήγησαν δυστυχώς στην περίφημη κυβέρνηση του Βισύ με τα γνωστά ολέθρια γεγονότα. Μια Γαλλία χωρισμένη σε Βορρά και Νότο, μία κυβέρνηση δωσίλογων και έναν Πεταίν να πνέει τα λοίσθια. Επιστρέφοντας όμως στο 1938, οφείλουμε να πούμε πως είναι μία χρονιά ορόσημο την οποία ο συγγραφέας εύλογα επιθυμεί να αναλύσει με πλήθος δεδομένων, γεγονότων, αποφάσεων, συγκρούσεων, ανατροπών και υποτροπών που θα αναδείξει μία μεγάλη και άκρως επικίνδυνη υποτροπή. Το 1938 μας διδάσκει πολλά για το πόσο η πραγματικότητα οφείλει να υπηρετείται προς όφελος ενός Έθνους που διχάστηκε και ας μην οδηγήθηκε σε εμφύλιο πόλεμο, σε αντίθεση με Ισπανία και Ελλάδα.
Ο Νταλαντιέ είναι ο άνθρωπος που αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας σε μία περίοδο αρκούντως επισφαλή, σε μία περίοδο όπου καλείται να βρει ισορροπίες “στρώνοντας όμως παράλληλα τη Γαλλία και πάλι στη δουλειά” όπως χαρακτηριστικά δήλωνε και προσπαθεί ουσιαστικά και εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων να ανατρέψει όσα υπέστη το κράτος επί Λαϊκού Μετώπου. Ο άκρατος λαϊκισμός ενός καθεστώτος που λίγο έλειψε να τινάξει ολοσχερώς το οικοδόμημα της γαλλικής οικονομίας με απρόβλεπτες συνέπειες, ο διάβολος κρύβεται πάντα στις λεπτομέρειες. Ο πρωθυπουργός Νταλαντιέ δήλωνε με γλαφυρό τρόπο: “Ζούμε μέσα σε μια Ευρώπη που βρίσκεται εν κινήσει, μια Ευρώπη όπου έξοχα έθνη διαρρηγνύουν τα παλιά πλαίσια από όλες τις πλευρές ͘ μια Ευρώπη όπου ο νόμος της ολοένα επιταχυνόμενης προσπάθειας στον τομέα της πειθαρχίας, αλλά και της καταστολής, ρυθμίζει τη ζωή των λαών ͘ μια Ευρώπη όπου θα ήταν μάταιο, για την ώρα, να στηρίξουμε την ασφάλειά μας σε οτιδήποτε άλλο πέρα από τη δική μας ισχύ”.
Ένα έτος προφητικά ορμώμενο
Ο Φεσέλ δεν αναφέρεται απλά στο 1938, συνάντησε την χρονιά αυτή μέσα από πλήθος εγγράφων, εφημερίδων και άλλων αποδεικτικών που μαρτυρούν πως η Γαλλία βαδίζει σε αχαρτογράφητα νερά και πως στο εσωτερικό έχει ξεκινήσει ένας αδήλωτος πόλεμος για το ποιος θα υπερισχύσει και προς τα πού θα κατευθυνθεί το πολιτικό καράβι και τι συνέπειες θα έχει η Γαλλία από τα απόνερα των αποφάσεων. Είναι πασιφανές πως για πολλούς λόγους τα κράτη της Ευρώπης επιθυμούσαν και έκαναν τα πάντα για να μην αποτραπεί ο πόλεμος και σαφώς η Γαλλία δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτό έχοντας εκδηλώσει ήδη και εκείνη έντονα το στοιχείο του αντισημιτισμού που ήδη δούλευε υποδόρια όλο αυτό το διάστημα. Επιπλέον, κομβικά γεγονότα όπως η Συμφωνία του Μονάχου και η προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία καθώς και η απόφαση της Γαλλίας να μην σταθεί στο πλευρό των Δημοκρατικών δυνάμεων κατά τον Εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία δημιούργησαν ένα πλέγμα εξελίξεων που είχε ήδη προδιαγράψει το ζοφερό μέλλον.
Εδώ έρχεται να προστεθεί στην αφήγηση του Φεσέλ και ο ρόλος των συγγραφέων, όπως για παράδειγμα του Μπερνανός, αλλά και άλλων που ήταν αντίθετοι στον πόλεμο και την σύρραξη και ήδη θρηνούσαν μέσα από τα έργα τους για μία πατρίδα που χάνεται στα χαλάσματα της ανευθυνότητας και της διχόνοιας. Μέσα από το πρίσμα συγγραφέων λοιπόν όπως ο Μπερνανός, ο συγγραφέας καταδεικνύει πόσο διώκονται οι διανοούμενοι, πόσο ο εθνικισμός έχει καταλάβει κατηγορίες ανθρώπων που πριν ήταν συνοδοιπόροι και τώρα έχουν χωριστεί σε διαφορετικά στρατόπεδα και πόσο τελικά όλο αυτό θα έχει αντίκτυπο στο μέλλον της χώρας καθώς δυναμιτίζει το κλίμα ενόψει δύσκολων περιστάσεων.
Ο Μπερνανός άλλωστε, όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση όπου η πραγματικότητα οφείλει να υπηρετείται, γίνεται η φωνή της σύνεσης και της λογικής, κάτι όμως που αποτελεί μειοψηφία. Ο ίδιος πάντως θα γράψει: “Βλέπαμε μαζί να διαδηλώνουν, σαν μια αυλή θαυμάτων, γέροι και γριές που απαιτούσαν τη σύνταξη την οποία τόσες φορές τούς υποσχέθηκαν και άλλες τόσες τούς την αρνήθηκαν. “Καθάρματα!” φώναξε ο συνοδοιπόρος μου δείχνοντας τη γροθιά στους γέροντες. – Αχ, πατρίδα μου!…”. Την ίδια περίπου περίοδο συγγραφείς όπως ο Τόμας Μαν στο βιβλίο “Αυτός ο πόλεμος” (κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Πόλις) και ο Έρμαν Έσσε στην Επιστροφή του Ζαρατούστρα (Εκδ. Παπαδόπουλος), έκρουαν ηχηρά τον κώδωνα του κινδύνου για τα μελλούμενα χωρίς όμως να βρουν ανταπόκριση στο μήνυμα ειρήνης που εξέπεμπαν.
Μέσα από την έγκυρη εξιστόρηση του συγγραφέα του βιβλίου “O καιρός της παρηγοριάς” και διδάκτορα φιλοσοφίας Φεσέλ, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με τη δίνη της ιστορίας και εισάγεται στον κόσμο του 1938 όπου η Γαλλία δοκιμάζεται πολιτικά, κοινωνικά και ιστορικά. Ο Φεσέλ υπογραμμίζει ως προς τη συνάντησή του με το 1938: “Στο 1938 ανακάλυψα συνθήματα, διανοητικά αντανακλαστικά και γλωσσικά στοιχεία που συγκροτούν την πολιτική καθημερινότητα της Γαλλίας εδώ και χρόνια. Το πλεονέκτημα του 1938 συνίσταται στο ότι συμπυκνώνει μέσα σε μερικούς μήνες τις εξελίξεις που συντελούνται στο παρόν, εδώ και παραπάνω από μία δεκαετία {…}”.
“Κανένα ιστορικό γεγονός δεν επαναλαμβάνεται υπό τη μορφή και τις συνθήκες στις οποίες εκδηλώθηκε για πρώτη φορά – κι αυτό ισχύει τόσο για τα τραγικά όσο και για τα ασήμαντα συμβάντα”.
“Εκείνη τη χρονιά, την τελευταία αναμφίβολα όπου θα μπορούσε να γίνει κάτι με το μικρότερο δυνατό κόστος, οι δυτικές δημοκρατίες δεν κατέβαλαν καμία προσπάθεια να αποτρέψουν τον πόλεμο”