Σώμα του εγκλήματος κατά του Ιωάννη, η Σαλώμη εμφανίζεται στον Όσκαρ Ουάιλντ σαν ένα πρόσωπο βγαλμένο από την Ιλιάδα του Ομήρου. Καθόλου τυχαίο, μιας και ο Ουάιλντ διάβασε ήδη από τα 12 του χρόνια τον Όμηρο και πώς κανείς να μην επηρεαστεί από τον πρώτο άνθρωπο που έγραψε ουσιαστικά το πρώτο μυθιστόρημα του δυτικού πολιτισμού με την ευρύτερη έννοια; Ο Ιρλανδός ιερός “γίγαντας” που πέθανε από την πείνα σε ηλικία 46 μόλις ετών αποτελεί το τέλειο παράδειγμα ιδανικού καταραμένου καλλιτέχνη, έτσι όπως λίγα χρόνια αργότερα θα πεθάνει στο Παρίσι από φυματίωση και λόγω του αλκοολισμού του ο Αμεντέο Μοντιλιάνι. Ο Όσκαρ Ουάιλντ γράφει αυτό το θεατρικό κείμενο σαν ένα κύκνειο άσμα του, το 1893, και αποδεικνύει την τραγικότητα της δικής του προσωπικότητας, μιας και το δικό του κεφάλι προσφέρθηκε στον βωμό των διαφόρων θρασύδειλων και μικροπρεπών που ζήτησαν τον θάνατό του και όχι μόνο τον πήραν πανηγυρικά για αυτούς αλλά τον εξώθησαν στην ντροπή του θανάτου από ασιτία. Και όμως αυτός λυτρώθηκε από την μικροψυχία του κόσμου τούτου!
Ο Όσκαρ Ουάιλντ, αυτή η φυσιογνωμία με την ασθενική φύση και την ακόμα πιο εύθραυστη προσωπικότητα, αποτέλεσε, όπως και ο Βαν Γκογκ, ένα πρόσωπο βασανισμένο, μια ταλαιπωρημένη ψυχή που παραδόθηκε λόγω της ευθραυστότητάς της βορά στα νύχια των σύγχρονών του που διψούσαν για αίμα και εκδίκηση, όπως η Σαλώμη. Και αυτό γιατί υπήρξε πρωτοπόρος στο ύφος, μεγαλόπνοος και γενναιόδωρος στα αισθήματα, χτίστης ενός ολόκληρου κόσμου αισθητικής αναβάθμισης του καιρού του, κάτι που κανείς δεν κατανόησε και ίσως δεν κατανοεί ακόμα και σήμερα. Αυτός ο αυτοκαταστροφικός Ντόριαν Γκρέι που η κοινωνία πήρε το στόμα του όπως η Σαλώμη του Ιωάννη, με το έργο αυτό σηματοδοτεί και μια στροφή, μια συγγραφική καινοτομία και μία μοναδικής σύλληψης συγγραφική ευστροφία που ενέπνευσε συγγραφείς και ποιητές, όπως ο Μπέρναντ Σο, ο Προυστ, ο Ζιντ, ο Καβάφης, ο Σεντ Εξυπερί και όπως σημειώνει στο επίμετρο ο Θανάσης Τριαρίδης “όλοι τους ήταν παιδιά του”.
Μια γυναίκα που αγάπησε επικίνδυνα
Ο μύθος της Σαλώμης που γυρεύει το κεφάλι του προφήτη Ιωάννη παρέμεινε ανέγγιχτος για πάνω από 1800 χρόνια και μόνον ένας τολμηρός και ανδρείος Όσκαρ Ουάιλντ θα μπορούσε να πραγματευτεί με την δική του προσωπική και σκωπτική χροιά, απαλλαγμένος από περιορισμούς και κατευθυντήριες γραμμές, ελεύθερος να την πλάσει όπως εκείνος ποθούσε. Η Σαλώμη είναι μια ηρωίδα που στιγματίζεται από την μορφή του Ιωάννη που δεν υπέκυψε ούτε στιγμή στα θέλω της και απαρνήθηκε τον έρωτά της, αν και γνώριζε πως η άρνησή του θα του κόστιζε την ίδια του τη ζωή. Γοητευμένος, αλλά όχι θολωμένος από την παρουσία της, την κατέκτησε με τη θυσία του, κατάφερε να της γίνει έμμονη ιδέα και να την εξουθενώσει αναγκάζοντάς την “να φιλήσει το στόμα του” δίχως να την κοιτάξει ποτέ. Με την επιμονή του να της αντισταθεί σθεναρά και δίχως κανέναν δισταγμό, τη φόνευσε και την εξολόθρευσε, αφού της συμπεριφέρθηκε σαν τη χειρότερη πόρνη του κόσμου. Εκείνος ο ταπεινός δούλος που ανακοίνωσε τον ερχομό του Χριστού πλήρωσε το τίμημα της απόφασής του να μη γίνει βορά στις αδηφάγες ορέξεις της και τους ατέρμονους πόθους της. Μάτωσε η Σελήνη και έγινε κατακόκκινη, όπως το αίμα που έσταξε από το κεφάλι του Ιωάννη που όσο λίγοι αντέταξε στην διαφθορά την πίστη του σε κάτι ανώτερο.
Αυτή η ιστορία που εκτυλίσσεται εμπρός στα μάτια μας έχει την απόλυτη σφραγίδα του Ιρλανδού που τόλμησε να αναμετρηθεί με την ιστορία και να της προσδώσει τη δική του καυστική ματιά, να καταστήσει τη Σαλώμη τη γυναίκα που μοιάζει στην ίδια την κοινωνία του καιρού του. Θαρρώ πως κρύβεται ένας υποδόριος συμβολισμός επ’ αυτού, μια κοινωνία/Σαλώμη δηλαδή που επιθυμεί να πάρει το κεφάλι εκείνου – του Ουάιλντ ίσως που διαβλέπει το τραγικό του τέλος; – που δεν επιθυμεί να αντικρίζει, που λαχταρά να εξαφανίσει γιατί έχει την δύναμη αυτή αλλά που τελικά δεν αποστομώνει γιατί τα γραπτά μένουν.
Αλληγορικό ή μη το μήνυμα, ο ευαίσθητος Όσκαρ Ουάιλντ δεν μπορεί να έμεινε αμέτοχος στον πόλεμο εναντίον του και αυτό το έργο μοιάζει η καλύτερη και επιτυχέστερη απάντηση στους επικριτές του, έτσι όπως μόνος εκείνος γνώριζε να πράττει, να ανταπαντά και να βρίσκει αντίδοτο στο δηλητήριο που τον πότιζαν με το μελάνι που χύνει πάνω στο χαρτί. Τέλος, αξίζουν συγχαρητήρια στις εκδόσεις Κάπα για την εξαιρετική τους έκδοση που μας χαρίζουν στα ελληνικά με μία υπέροχη και καλά δουλεμένη μετάφραση αλλά και ένα εξαίσιο επίμετρο που ρίχνει φως σε αυτό το πολυσχιδές και αινιγματικό κείμενο.
“Α! Το φίλησα το στόμα σου, Ιοκαναάν, το φίλησα το στόμα σου. Τα χείλη σου είχαν μια πικρή γεύση. Ήταν η γεύση του αίματος;… Ίσως να ήταν η γεύση του έρωτα. Λένε πως ο έρωτας έχει πικρή γεύση. Αλλά τι σημασία έχει; Τι σημασία έχει; Φίλησα το στόμα σου, Ιοκανάαν, φίλησα το στόμα σου.”
“Πού είναι αυτός με το ποτήρι το ξέχειλο μιάσματα; Πού είναι αυτός που μια μέρα θα πεθάνει μπροστά στους ανθρώπους φορώντας ασημένιο ασημένιο χιτώνα; Πείτε του να έρθει για να ακούσει τη φωνή αυτού που κραυγάζει στις ερήμους και στα παλάτια των βασιλέων.”