“Ποτέ δεν γνώρισα άνδρα πιο γοητευτικό από τον Πότσι. Ποτέ δεν τον είδα να είναι διαφορετικός από τον χαμογελαστό, αξιαγάπητο, ασύγκριτο εαυτό του […] Για κάποιον τόσο αφοσιωμένο όπως εγώ στην αριστοκρατική απόλαυση του να γίνομαι δυσάρεστος στους άλλους, ήταν ένα μάθημα να βλέπω το ακατάβλητο χαμόγελο ενός άνδρα που έκανε τόσο καλή χρήση του και που το πήρε στον τάφο μαζί του. Ο Πότσι κατείχε την τέχνη τού να είναι ευχάριστος, μια τέχνη στην οποία δεν τον έφτανε κανείς”. Βρισκόμαστε στα τέλη του μαγευτικού όσο και άστατου 19ου αιώνα και τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον κόμη Ρομπέρ ντε Μοντεσκιού, φίλο επιστήθιο του γιατρού Πότσι που αποτελεί το σημείο αναφοράς και τον κύριο πρωταγωνιστή πίσω από τον πίνακα του Άνδρα με τον κόκκινο μανδύα.
Μία περίοδος πλούσια σε γεγονότα τέχνης και επιστήμης
Ο “υπαίτιος” αυτού του τόσο υπέροχου και σαγηνευτικού πίνακα είναι ο Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ, ο οποίος και φιλοτέχνησε την προσωπογραφία αυτής της σημαντικής προσωπικότητας του 19ου αιώνα που είχε στη κατοχή του πλήθος έργων ανεκτίμητης αξίας και συγκέντρωνε στο πρόσωπό του εκατοντάδες κολακευτικά σχόλια ειδικά από τις γυναίκες, τις οποίες και γοήτευε με το ανάστημά του, το χαμόγελό του, την ιδιοσυγκρασία του, την λάμψη του χαρακτήρα του. Ο Τζούλιαν Μπαρνς, εξειδικευμένος αφηγητής και μοναδικός στο να εξιστορεί τέτοιες ιστορίες από το παρελθόν όπως έκανε και στον Αχό της εποχής, καταγράφει σε αυτό το βιβλίο ένα μωσαϊκό γεγονότων, προσώπων και εικόνων από τον μακρινό πλέον 19ο αιώνα και μας μεταφέρει νοερά σε ένα ταξίδι όπου η τέχνη και η ιατρική είναι οι δύο έρωτες του Πότσι.
Ο Πότσι υπήρξε φίλος και συνδαιτυμόνας πολλών επιφανών δημιουργών του αιώνα αυτού, έδρασε ενεργά στην διαμόρφωση ενός καλλιτεχνικού κύκλου, όπου συμμετείχαν πλήθος προσωπικοτήτων από πολιτικούς, γιατρούς, ζωγράφους, γλύπτες και ο Μπαρνς με αφορμή την ιστορία του αυτή ξετυλίγει το κουβάρι των καλλιτεχνικών εξελίξεων με πρόσωπα της εποχής να πρωταγωνιστούν όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Εντμόντ Γκονκούρ, ο Ντεγκά και τόσοι άλλοι. Η ιστορία δεν σταματά ποτέ και πουθενά, ο Μπαρνς κυριολεκτικά μοιάζει να έχει μεταφερθεί ο ίδιος και να παρατηρεί τους ανθρώπους της εποχής και να καταγράφει ζωντανά τα όσα συμβαίνουν, η ροή της αφήγησής του είναι χειμαρρώδης και τόσο άμεση που ουσιαστικά ο αναγνώστης ξαναζεί τον αιώνα.
“Ο Πότσι συνέλεγε πίνακες της Βενετίας ζωγραφισμένους από τον Μπελότο, τον Γκουάρντι και τον γάλλο καλλιτέχνη Φελίξ Ζιέμ. Άλλωστε, αν το καλοσκεφτούμε, υπάρχει κάτι που θυμίζει δόγη σ’ εκείνο το κόκκινο ένδυμα με το οποίο τον ζωγράφισε ο Σάρτζεντ” μας αναφέρει ο Μπαρνς στο βιβλίο του και όντως αυτό το πορτραίτο έχει κάτι από την μανιέρα των αναγεννησιακών προσωπογραφιών ενός Τιτσιάνο, ενός Ρούμπενς και ενός Τιντορέτο με αυτό το σαγηνευτικό πορφυρό χρώμα που καλύπτει την επιφάνεια του πίνακα και παραπέμπει και στα θρησκευτικά έργα της εποχής των μαιτρ της ζωγραφικής. Η συλλογή των έργων του Πότσι πουλήθηκε μετά τον θάνατό του αλλά αυτό το πορτραίτο του Σάρτζεντ βρίσκεται σε κοινή θέα και μπορεί ο κάθε θεατής να το θαυμάσει στην National Portrait Gallery του Λονδίνου ως δάνειο από την Αμερική.
Ο Πότσι ως γιατρός και ως οικογενειάρχης
Το στήσιμο του Πότσι στον πίνακα και η τοποθέτησή του είναι τέτοια που κανείς μπορεί να το παραλληλίσει και με τους πίνακες των Βαν Ντάικ ή Πουσσέν που ζωγράφιζαν τους βασιλιάδες ή σημαίνοντα πρόσωπα σε μία στάση που αναδείκνυε την ηγεμονία του στον τομέα του και την κοινωνική του θέση εν γένει. Ο Μπαρνς εκτός από τον Πότσι αναφέρεται και στην ζωή δύο ακόμα προσώπων, του κόμη Μοντεσκιού και του πρίγκιπα Ντε Πολινιάκ, δύο πρόσωπα που έπαιξαν κομβικό ρόλο επίσης και συναναστράφηκαν όπως και ο Πότσι σημαντικές και εμβληματικές φυσιογνωμίες όπως την Σάρα Μπερνάρ, την Κολέτ, τον Ζαν Λορέν και πολλές άλλες προσωπικότητες της εποχής. Ο Μπαρνς δημιουργεί έτσι τον καμβά των όσων λάμβαναν χώρα στο πολύβουο Παρίσι των καλλιτεχνικών κινημάτων, των πολιτικών εξελίξεων με την υπόθεση Ντρέιφους.
Ο Μπαρνς όμως μας δίνει και την εικόνα της οικογένειας Πότσι, τους έρωτές του, τις εξωσυζυγικές σχέσεις που προκάλεσαν όργιο σχολίων από τον κύκλο των γνωριμιών του αλλά και την έντονη αντίδραση της κόρης του Κατρίν και της γυναίκας του Τερέζ που έβλεπαν τον πατέρα και σύζυγο να προβαίνει σε ατασθαλίες. Ειδικά η κόρη έκανε πολύ καιρό να μιλήσει στον πατέρα της και γράφει για αυτόν σε ηλικία 14 ετών δια στόματος Μπαρνς: “Ο πατέρας μου είναι ένας από εκείνους τους άνδρες, ένας από εκείνους τους Δον Ζουάν που δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά. Πόσες καρδιές έχει πληγώσει; Πόσες έχει ραγίσει; Χωρίς να υπολογίσουμε την καρδιά της μαμάς, που βλέπει τις ερωτικές ματιές του προς τις κυρίες Β.Σ., Τ. , Σ.Β., Φ.Χ. και λοιπά”.
Ο Πότσι υπήρξε γιατρός με πίστη και αφοσίωση στους ασθενείς του, στα θέματα της γυναικολογίας υπήρξε πρωτοπόρος και αν και έκανε λάθη προσπάθησε να σώσει ανθρώπους από διάφορες ασθένειες και να προλάβει με επεμβάσεις σωτήριες τον θάνατο. Είχε όμως και μία άλλη αντίληψη για τα θέματα θεραπείας και “είχε επίσης επίγνωση ότι ένα νοσοκομείο δεν ήταν απλώς ένας υγειονομικός χώρος όπου γίνονταν αποτελεσματικές χειρουργικές επεμβάσεις και καλή νοσηλεία. Πάντοτε επέμενε στην αναγκαιότητα όχι μόνο σωματικής, αλλά και ψυχικής θεραπείας. Για τον σκοπό αυτό, εγκατέστησε βιβλιοθήκη στο νοσοκομείο και κάλεσε φίλους του ζωγράφους να διακοσμήσουν τους διαδρόμους και τους θαλάμους”.
“Αναφέρθηκα ήδη στον υπέροχο Δρ Πότσι του, στου οποίου το πολύ ωραίο, νεανικό ακόμη, κεφάλι του και την ελαφρά τεχνητή του πόζα έχει προσδώσει ένα τόσο λεπτό γαλλικό ύφος, ώστε θα τον δικαιολογούσαμε εάν, έστω και με το πλέον απίθανο πρόσχημα, επανερχόταν σ’ αυτό. Τούτος ο κύριος στέκεται ευθυτενής, τυλιγμένος στην κατακόκκινη ρόμπα δωματίου του, με την prestance ενός πρίγκιπα του Βαν Ντάικ” Χένρυ Τζέιμς
Η ζωή μιμείται τη ζωή ͘ η τέχνη μιμείται επίσης τη ζωή, ασφαλώς, αλλά, σπανιότερα, και η ζωή μιμείται την τέχνη”