Δεκαετία ’60 και ’70 σε μια Αμερική που βράζει κοινωνικά και πολιτικά, ο Τόμσον γράφει μία ιστορία τρέλας απόλυτα συμβατή με το κλίμα και το όλο πλαίσιο της άστατης εποχής εκείνης. Το Λας Βέγκας, αυτή η Νέα Βαβυλώνα όπου όλα γίνονται και εκτυλίσσονται σε ξέφρενους ρυθμούς και ταχύτητες, εκεί όπου το ρολόι της τύχης χτυπάει κόκκινο και οι ρουλέτες ανεβοκατεβάζουν νικητές και χαμένους, εκεί πραγματοποιείται μία σύνοδος αντιμετώπισης των ναρκωτικών και ο δημοσιογράφος Ντιουκ μαζί με τον δικηγόρο του έχουν μεταφερθεί εκεί για να καλύψουν το γεγονός. Τι θα συναντήσουν όμως μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα παράνοιας όπου τίποτα δεν είναι προδιαγεγραμμένο και όλα καθίστανται ρευστά σαν το χρήμα που ρέει στα ταμεία των καζίνο;
Σε τροχιά ανακάλυψης του κακού και της παρανομίας
Ποιες οι ανταποκρίσεις τους από ένα μέτωπο φωτιά όπου οι φλόγες είναι τα χρήματα επί το πλείστον παράνομα που συσσωρεύονται στις τσέπες κάποιων; Κυβερνητικοί αξιωματούχοι άραγε εμπλέκονται σε αυτήν την βακχική γιορτή και αν ναι θα αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους ή θα απολαύσουν μιας κάποιας ανωνυμίας και πολιτικής ασυλίας ως είθισται; Ο πανούργος και πολύ εκκεντρικός δημοσιογράφος είναι στο σωστό σημείο την κατάλληλη χρονική στιγμή και ως λαγωνικό έχει βγει να μυρίσει το “ψητό” και να καταγράψει κινήσεις και σκοπούς. Το βιβλίο του Τόμσον διαπνέεται από έναν αέρα αναζήτησης της αλήθειας και αυτή η επιχείρηση που αναλαμβάνει με κίνδυνο αλλά και ενθουσιασμό μοιάζει με υπόγεια διάβαση όπου μαζεύονται νερά και κανείς καλείται να βγει όσο γίνεται λιγότερο βρεγμένος.
Η αφήγηση του Τόμσον είναι θηριωδώς χειμαρρώδης και καταιγιστική, κλονίζει τον αναγνώστη και τον θέτει κατευθείαν μέσα στα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα. Αναμφίβολα, είναι τόσο άμεσος ο λόγος του και αυτό βέβαια για το ελληνικό κοινό γίνεται χάρη στην μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά που έχει αποδώσει πολύ εύστοχα το νόημα των φράσεων και των υπονοούμενων του συγγραφέα. Ο Τόμσον δείχνει να επιθυμεί να αναδείξει όλο αυτό το πλαίσιο υποκρισίας και υπόγειων διεργασιών που κανείς δεν ξέρει πού θα καταλήξουν και αν τελικά υπάρχει ειλικρινής διάθεση να αποκαλυφθούν οι υπαίτιοι και να καθαρίσει ο τόπος από την κόπρο του Αυγεία.
Αυτό που συμπεραίνουμε είναι πως από την μία έχουμε την οργάνωση ενός συνεδρίου για την αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών που εκείνη την εποχή είναι στην άνοδό τους με διάφορες μορφές που έχουν βρεθεί και γίνεται καθολική χρήση θερίζοντας αθώες ζωές νέων ενώ από την άλλη αναρωτιέται εύλογα κανείς αν όλο αυτό είναι για να σκεπαστεί η κάτω στρώση και να φανεί ότι η επιφάνεια είναι καθαρή. Άραγε, αυτό το συνέδριο έχει διοργανωθεί για να λύσει το ζήτημα ή είναι η βιτρίνα και η κουρτίνα πίσω από την οποία θα συνεχιστεί αδιάκοπα η εξυπηρέτηση συμφερόντων κατά το δοκούν; Ο Τόμσον είναι λάβρος εναντίον κυβερνητικών παραγόντων και μάλιστα αναφέρει και το όνομα του παραιτηθέντος αντιπροέδρου Άγκνιου με σκωπτικό και καυστικό τρόπο. Τι συμβαίνει άραγε στο βασίλειο της Δανιμαρκίας, τι βρωμάει κάτω από την καθαρότητα της επιφάνειας, ποιο απόστημα περιμένει να βγάλει το πύον του;
Η ώρα της αλήθειας όπου να ‘ναι θα φτάσει
Πολυτελή αυτοκίνητα και ξενοδοχεία, άλλωστε στο Λας Βέγκας είμαστε μην το ξεχνάμε, είναι το περιβάλλον που συμπληρώνει το συνέδριο. Ακούγεται κάπως σκανδαλώδες να διοργανώνεις συνέδριο στο κέντρο της ακολασίας. Υπάρχουν δύο τινά εδώ, είτε το κάνεις εσκεμμένα για να νιώσεις εκ του σύνεγγυς τον παλμό της παρανομίας και να τον χτυπήσεις εν τη γενέσει του ή όλο αυτό είναι ένας φαιδρός τρόπος να την παραδεχτείς και ως ένωση Εισαγγελέων απλά παρακολουθείς τις εξελίξεις και πιπιλάς την καραμέλα γιατί απλά δεν μπορείς να την φτύσεις. “Είχε φτάσει πια η ώρα να αποσυρθούμε, να λουφάξουμε, να κάνουμε πίσω και να παρατηρήσουμε, έτσι όπως είχαν τα πράγματα. Γιατί όχι; Σε κάθε τέτοια φάση φτάνει μια στιγμή που ή μετράς τις απώλειές σου ή εξαργυρώνεις τα κέρδη σου, εξαρτάται ποιο απ’ τα δύο ταιριάζει καλύτερα στην περίσταση”.
Το κείμενο του Τόμσον και στην ελληνική έκδοση έχει εμπλουτιστεί από την εικονογράφηση του Ραλφ Στέντμαν, εικόνες νεοεξπρεσιονιστικές που ταιριάζουν με την περίοδο εκείνη. Πρόσωπα σε κατάσταση τρέλας και φόβου όπως αναφέρει και ο τίτλος, σαν αυτά του Ότο Ντιξ και του Μαξ Μπέκμαν, πρόσωπα που μοιάζουν σε πανικό και αποσύνθεση, ένας κόσμος απόκοσμος είναι η αφήγηση του Τόμσον. Πρόκειται για μία άγρια πραγματικότητα και ένα ταξίδι στο αμερικανικό όνειρο της ασύλληπτης ευδαιμονίας που όμως όπως και επί Γκάτσμπυ μοιάζει τελικά να αποτελεί την απόλυτη αυταπάτη. Τελικά αυτό το περίφημο αμερικανικό όνειρο υπάρχει ή είναι απλά μια ψευδαίσθηση και μία συρραφή φανταστικών προσδοκιών που ποτέ δεν πρόκειται να πληρωθούν και θα παραμένει εις τους αιώνας των αιώνων ένα μετέωρο βήμα;
Ο συγγραφέας Τόμσον εγγράφεται σε εκείνη την μεταβατική σχολή των μετά την περίοδο μπιτ λογοτεχνών όπου εγείρεται μία επαναστατικότητα στο ύφος που έχει στοιχεία των προκατόχων και παίρνει την σκυτάλη για να διακωμωδήσει, να σατιρίσει, να κατακρίνει και να ξεγυμνώσει έναν κόσμο σε σήψη και σε αποσύνθεση που για κάποιο λόγο τα κέντρα εξουσίας θέλουν να βλέπουν όμορφο. Τελικά δεν χρειάστηκε και πολύ χρόνος μετά για να φανεί πως το γλυκό ήταν σάπιο με την κατάρρευση της κυβέρνησης Νίξον και το περίφημο σκάνδαλο. Το δημοσιογραφικό δαιμόνιο και το δημοκρατικό αποτύπωμα παρά την προσπάθεια φίμωσής τους λειτούργησε και μεγαλούργησε με το ξεσκέπασμα των βρώμικων πολιτικών ερώτων.
“Σε μια κλειστή κοινωνία, όπου όλοι είναι ένοχοι, το μοναδικό έγκλημα είναι ν’ αφήσεις να σε πιάσουν. Σε έναν κόσμο γεμάτο κλέφτες, το μοναδικό αμάρτημα είναι η βλακεία”
“Υπήρχε μια φανταστική οικουμενική αίσθηση πως ό,τι κάναμε ήταν σωστό, πως νικούσαμε…”