Είναι επιτακτική ανάγκη οι άνθρωποι να καταλάβουν πως ο κόσμος δεν τους ανήκει και η φύση έχει, χιλιετίες τώρα, τους δικούς της κανόνες και τις δικές της ανάγκες. Οι άνθρωποι είμαστε περαστικοί, είμαστε τρωτοί, είμαστε αναλώσιμοι, ανήκουμε στη φύση ως ίσοι αλλά δεν την εξουσιάζουμε και δεν κυριαρχούμε πάνω της. Η φύση και όλα τα όντα που την κατοικούν έχουν τη δική τους ζωή, τον δικό τους κύκλο ζωής, τον οποίο ο άνθρωπος δυστυχώς ταράζει και αναστατώνει με τις παρεμβάσεις του και τις κακές συμπεριφορές του που πηγάζουν από την αυταπάτη του πως είναι ο άρχων όλων. Τεράστιο λάθος να θεωρούμε πως είμαστε ένα μοναδικό είδος που όλα τα άλλα είδη θα πρέπει να μας υπηρετούν. Δεν έχουμε παρά ίσα δικαιώματα και αντίστοιχες υποχρεώσεις απέναντι σε όλους τους άλλους κατοίκους της πλάσης αυτής, είτε αυτά λέγονται ζώα, είτε φυτά, είτε ό,τιδήποτε άλλο που μεγαλώνει και αναπτύσσεται.
Ένας κόσμος χωρίς ζώα και φυτά είναι ένας φτωχός κόσμος
Ο σπουδαίος Ιταλός φιλόσοφος Πιέρο Μαρτινέτι, που είχα τη μεγάλη τύχη να διαβάσω και να μελετήσω, μεταφέρει εδώ την σκέψη του και τους συλλογισμούς του γύρω από ένα πρόβλημα που απαιτεί δέουσα προσοχή και επαγρύπνηση, γιατί η φύση εκδικείται και εκδικείται άσχημα σαν μητέρα που της πειράζουν τα παιδιά της και ορθώς κάνει. Ας σκεφτούμε ως άνθρωποι και ας αναλογιστούμε εμείς την θέση μας στην αντίστοιχη θέση μιας μητέρας αρκούδας για παράδειγμα. Τι θα πρέπει να πράξει η μητέρα αρκούδα όταν κινδυνεύουν τα παιδιά της από έναν ανθρώπινο κίνδυνο; Δεν θα πρέπει να αντιδράσει και να τα προστατεύσει; Τι θα συμβεί αν ένα μικρό αρκουδάκι σκοτωθεί ύστερα από τροχαίο ατύχημα; Η μητέρα άραγε δεν θα πονέσει, δεν θα κλάψει; Το ότι δεν ακούμε το κλάμα της δεν σημαίνει πως δεν κλαίει και δεν οδύρεται για την απώλεια του μικρού της. Τα ζώα λοιπόν υποφέρουν ακριβώς όπως εμείς, πονάνε όπως εμείς, κλαίνε όπως εμείς, χαίρονται όπως εμείς, κρυώνουν όπως εμείς, διψάνε όπως εμείς και πεινάνε όπως εμείς.
Ο Παναγιώτης Τσιαμούρας που επιμελήθηκε την εισαγωγή και το επίμετρο και μετέφρασε εξαιρετικά αυτό το σπουδαίο πόνημα, έχει παραδώσει στο ελληνικό κοινό ένα βιβλίο κόσμημα που όλοι οφείλουν να μελετήσουν και όχι απλά να διαβάσουν. Είναι πλούσιο το βιβλίο σε σημειώσεις, σε βιβλιογραφία συμπληρωματική, σε πληροφορίες πολύ σημαντικές που αξίζουν της προσοχής μας. Αν εντρυφήσουμε και “κοινωνήσουμε” με αυτό το βιβλίο είναι βέβαιο πως θα αλλάξουμε αντιλήψεις για το πώς συμπεριφερόμαστε στα ζώα και θα γίνουμε καλύτεροι συνοδοιπόροι τους προστατεύοντάς τα. Γιατί είναι πολύ απλό το συμπέρασμα πως ο τρόπος που φερόμαστε στα άλλα όντα της φύσης καθορίζει και εμάς ως όντα σε έναν κόσμο που καλούμαστε να συμβιώσουμε μαζί τους αρμονικά και δίχως να διαταράξουμε την ησυχία τους και τον φυσικό τους χώρο.
Δεν μας ανήκει τίποτα, ίσα ίσα που ο άνθρωπος είναι εκείνος που καταπατά για να χτίσει, σφάζει με μανία και κυνηγά προς τέρψη του και είναι εκείνος που προβαίνει δίχως δεύτερες σκέψεις σε φαινόμενα βίας απέναντι σε αθώα και ανυπεράσπιστα πλάσματα. Σφαγές δελφινιών στην Ιαπωνία, κατακρεούργηση φώκιας στον Καναδά, εξόντωση αδέσποτων στην Ελλάδα, φαλαινοθηρικά στα Νησιά Φερόε που βάφουν κόκκινη την θάλασσα και άλλα τόσα εγκλήματα εις βάρος των ζώων είναι πράξεις αποτρόπαιες και καταδικαστέες που δυστυχώς δεν τιμωρούνται. Ο Μαρτινέτι αναφέρεται σε όλα αυτά τα φρικιαστικά γεγονότα και υπερασπίζεται στο βιβλίο αυτό με τόσα και τόσα παραδείγματα πως τα ζώα διαθέτουν και ψυχή και νου άρα και συναισθήματα και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό.
Προστατεύω τα ζώα, προστατεύω την φύση, άρα τον άνθρωπο
“Αν κοιτάξουμε στην ιστορία της φιλοσοφίας, θα παρατηρήσουμε ότι διαγράφονται δύο ρεύματα. Η πλειονότητα των φιλοσόφων αποδέχεται ότι σε κάποιο βαθμό και τα ζώα διαθέτουν νοημοσύνη και λογική: η ψυχή των ζώων διαφέρει από τη δική μας μονάχα ως προς τον βαθμό. Αυτή είναι η κοινή άποψη όλων των αρχαίων φιλοσόφων, αρχής γενομένης από τους πυθαγόρειους, και ιδιαιτέρως της πλατωνικής σχολής”. Ο Μαρτινέτι έχει μελετήσει πλήθος φιλοσόφων και στοχαστών, έχει διεισδύσει βαθιά στο πρόβλημα και η αφήγησή του καθώς και όλες οι παραθέσεις συγκλίνουν στο γεγονός πως ο άνθρωπος πρέπει πριν να είναι αργά, αν δεν είναι ήδη αργά, να αλλάξει γραμμή πλεύσης και να συνετιστεί αποδίδοντας στα ζώα την απαραίτητη θέση που τους αξίζει. Μπορεί να μην κάνει και τίποτα αν δεν θέλει, το σημαντικό είναι να μην παρεμβαίνει στην άγρια φύση, να μην παρακωλύει την αναπαραγωγή τους, να μην παρεμβαίνει στον τρόπο ανάπτυξής τους και κυρίως να μην τα δολοφονεί για χάρη ψυχαγωγίας.
Όλο το σύγγραμμα εστιάζει στο γεγονός πως τα ζώα, μέσα από έρευνες και αναλύσεις, αναπτύσσουν δικούς τους κώδικες επικοινωνίας όπως τα σπουργίτια και οι χιμπατζήδες, κώδικες που τους επιτρέπουν να συνομιλούν για να μπορέσουν με κάποιο τρόπο να υπερκεράσουν το κακό της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη. Ο θόρυβος, η μόλυνση, η παράνομη εκτροφή, η ανεξέλεγκτη σφαγή πτηνών για την χρήση των φτερών τους, η σφαγή ελεφάντων για το ελεφαντόδοντο, των ρινόκερων για το κέρατό τους και τόσα άλλα περιστατικά βίας εις βάρος των ζώων κρίνονται ως απάνθρωπα γιατί όπως εξηγεί και ο Μαρτινέτι στο βιβλίο, ο άνθρωπος δεν είναι ανώτερος των ζώων, όσα διαπράττει εις βάρος τους μιας και ο ίδιος είναι μέρος της ίδιας φύσης και προέρχεται από τα ζώα, ουσιαστικά τα διαπράττει εις βάρος του. “Εγώ αναγνωρίζω και στα ίδια τα ζώα, αυτά τα ταπεινά αδέλφια μας που τόσο συχνά είναι θύματα της τύφλωσής μας και της απανθρωπιάς μας, μια αρχή ηθικής ζωής”
Το βιβλίο του Μαρτινέτι είναι ένα πραγματικός οδηγός βελτίωσης της ζωής των ζώων, είναι ένα εγχειρίδιο καλής συμπεριφοράς και είναι και ένα μέσο καταγγελίας και ανάδειξης όσων με αίσθημα έπαρσης και αλαζονείας συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τα ζώα ως όντα δεύτερης κατηγορίας. Ο ίδιος ο Μαρτινέτι υπήρξε ένας από τους ελάχιστους που αρνήθηκε το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι και κατά την διάρκεια της ζωής του υπεραμύνθηκε του δικαιώματος των ζώων στην ελευθερία τους και στην αποφυγή του πόνου που τους προκαλεί ο άνθρωπος. “Η απελευθέρωση των ζώων” είναι η απελευθέρωση κάθε ζώου – επομένως και του ζώου-ανθρώπου, όσο και αν αυτός κοπιάζει με διάφορα επινοήματα να εξορίσει αυτό το ουσιώδες κομμάτι της φύσης του – γιατί η βία δεν γνωρίζει φράγματα μεταξύ των ειδών, δεν σταματά στο κατώφλι του ανθρώπινου, αλλά συνεχίζει να διεισδύει στους εσωτερικούς θαλάμους βασανιστηρίων και στα σφαγεία της ανθρωπότητας” γράφει πολύ εύστοχα ο Παναγιώτης Τσιαμούρας.
“Τα ζώα όχι μόνο υποφέρουν, αλλά έχουν αλλοτριωθεί και μετατραπεί σε πράγματα: είτε πρόκειται για την εντατική (βιομηχανική) κτηνοτροφία είτε πρόκειται για πειράματα που εκτελούνται πάνω τους. Συνεπώς έχουμε να κάνουμε με ζωές που δεν θεωρούνται άξιες να υπάρχουν, με ζωές που δεν προσδοκούν τίποτα, με ζωές ευάλωτες: με ζωές που δεν είναι άξιες πένθους”
“Η πρόθεση του Μαρτινέτι έγκειται στο να παρουσιάσει το ζώο ως μια νοήμονα ύπαρξη που διαφέρει από τον άνθρωπο μόνο ως προς τον βαθμό, αλλά όχι ως προς την φύση. Ασκεί δριμύτατη κριτική στην καρτεσιανή θεωρία περί αυτοματισμού των ζώων, όπως και στη θεωρία των τροπισμών που ανάγει τη ζωική ψυχολογία στα ερεθίσματα της φυσικοχημικής δράσης”