Μπορεί κανείς να μιλήσει για εκδοτικό γεγονός δίχως να είναι υπερβολικός. Πρόκειται για ένα μεγαλειώδες έργο που εκδίδεται για ακόμα μια φορά στα ελληνικά αλλά με νέα μετάφραση, πλήρεις σημειώσεις, με σχόλια και επίμετρο που έχει επιμεληθεί ο Δημήτρης Υφαντής, ο οποίος μαζί με την Βάλια Κακοσίμου ανέλαβαν και το τεράστιο έργο της μετάφρασης. Πιστές στο έργο τους και την προσφορά τους, οι εκδόσεις Ροές χαρίζουν στο ελληνικό κοινό αυτό το σπουδαίο πόνημα του Γερμανού φιλοσόφου και όταν λέω χαρίζουν το εννοώ, γιατί τέτοια έργα είναι ανεκτίμητα και άρα η τιμή εδώ είναι καθαρά ενδεικτική. Διαβάζοντας, ή μάλλον καλύτερα μελετώντας, ένα τέτοιο έργο μένεις ως αναγνώστης ενεός μπροστά στο στοχαστικό θαύμα που ξεδιπλώνεται και είναι μόνο η αρχή καθώς θα ακολουθήσουν σύντομα και τα υπόλοιπα μέρη σε σκληρόδετες εκδόσεις που οφείλουν να κοσμούν κάθε βιβλιοθήκη.
Η φιλοσοφία του Σοπενχάουερ, ένας λόγος για να στοχαστούμε
Είναι ελπιδοφόρο το γεγονός πως ολοένα και περισσότερο τα βιβλία φιλοσοφίας αποτελούν πόλο έλξης και πεδίο ανακάλυψης για πολλούς αναγνώστες που αναζητούν δρόμους διαφυγής και διεξόδους μέσω αυτών. Μικρά φιλοσοφικά εγχειρίδια μεταφράζονται και οδηγοί φιλοσοφίας όπως αυτοί του Σοπενχάουερ που αφορούν σε διάφορα και ποικίλα θέματα όπως η ζωή, ο θάνατος, οι γυναίκες, η επιβίωση, έχουν βρει πρόσφορο έδαφος και γίνονται ανάρπαστα. Δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για μία στροφή αξιοπρόσεκτη στην ανάγνωση του έργου σημαντικών ανθρώπων όπως ο Σοπενχάουερ ή ο Νίτσε και αυτή η επαφή με την σκέψη τους και τις αγωνίες που εξέφρασαν μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά ή επουλωτικά ως προς τα καθημερινά προβλήματα και τις ανησυχίες που βασανίζουν τον μέσο άνθρωπο.
Η φιλοσοφία, συνεπώς, δεν μοιάζει ως ένα απροσπέλαστο σύμπαν ή ως κάτι απόμακρο και ακατανόητο, είναι ένας προσιτός προορισμός που δεν δυσκολευόμαστε να προσεγγίσουμε και αυτό χάρη σε διάφορες εκδόσεις πιο εκλαϊκευμένες που έχουν γεμίσει τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η παρούσα έκδοση, ένα σύγγραμμα εμβληματικό, που μέσα από την αναλυτική και πλούσια επεξήγηση των θεωριών του αναδεικνύει για ακόμα μια φορά τον Σοπενχάουερ ως έναν από τους επιφανέστερους στοχαστές όλων των εποχών. Η ανθρώπινη γνώση και οι διαστάσεις της ξεδιπλώνονται μέσα από αυτόν τον πρώτο τόμο και ο Σοπενχάουερ ξετυλίγει το κουβάρι της ανθρώπινης μηχανής, του νου δηλαδή και των μηχανισμών του, μία διεργασία τόσο επίπονη αλλά και τόσο αποκαλυπτική.
Αυτό που επιφανειακά μπορούμε να σχολιάσουμε, γιατί είναι προτιμότερο κανείς να εμβαθύνει μόνος του σε φιλοσοφικές περιπτύξεις τέτοιων προσωπικοτήτων, είναι πως ο Σοπενχάουερ ως φύσει και θέσει απαισιόδοξος σε κάθε έκφανση του βίου του, υποστήριξε τη μη βούληση και τη μη ζωή, δηλαδή την αποχή από την θέληση για τα πράγματα διότι η επιθυμία είναι αυτή που τελικά μας παρασύρει σε δυστυχία και μαθηματικά μας οδηγεί στην θλίψη. “Η βούληση για ζωή, η οποία δεν έχει άλλο στόχο πέρα από την ίδια τη ζωή, αποτελεί τη βασική πηγή όλης της δυστυχίας και των βασάνων στη ζωή”. “Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση” εμφανίστηκε στα βιβλιοπωλεία τον Δεκέμβριο του 1818 και ήταν ένα γεγονός που τον χαροποίησε ιδιαίτερα και εξόχως αφού επισφράγισε και επιβεβαίωσε περίτρανα “τους καρπούς των κόπων μίας ολόκληρης ζωής”.
Ο Σοπενχάουερ είναι ένα ηφαίστειο από το οποίο ξεχύνεται ο φιλοσοφικός λόγος, ένα μυαλό που σκέφτεται συνεχώς και παράγει ιδέες που ορισμένες φορές αδυνατούμε να αποκρυπτογραφήσουμε με μία πρώτη ανάγνωση. Ο κόσμος αυτός της διανόησης είναι εδώ παρών, η βούληση του ανθρώπου και η εμπειρία που προκύπτει από αυτήν είναι ένας άξιος οδηγός για να προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε τα όσα συμβαίνουν εντός μας. Ο ίδιος εξέφρασε πολλές θεωρίες περί σεξουαλικότητας, περί της προστασίας των ζώων από τους ανθρώπους παράλληλα με αυτές για τη ζωή αλλά σε αυτές για τη ζωή διαφαίνεται η απαισιοδοξία και η δυστυχία που ίσως οφείλεται εν μέρει και στην προσωπική του ζωή. Ο ίδιος ισχυριζόταν σε κάθε ευκαιρία πως “κάθε ανθρώπινη ζωή είναι μία τραγωδία, δεν είναι παρά μία σειρά μάταιες ελπίδες, ατελέσφορα σχέδια και λάθη που συνειδητοποιούμε πολύ αργά. Προφανώς δεν αξίζει να τη ζήσει κανείς”.
Δεν πρέπει να λησμονεί κανείς πως όπως οι περισσότεροι δημιουργοί και φυσιογνωμίες τέτοιας εμβέλειας έτσι και εκείνος, ξεχασμένος στον κόσμο των δικών του συλλογισμών παρέμενε υπό σκιά μέχρι και λίγα χρόνια πριν το τέλος της ζωής του και το έργο του εκτιμήθηκε και αναγνωρίστηκε πολύ αργά. Ο ίδιος βίωσε αυτή την απογοήτευση και τη αποστροφή του κόσμου στο πρόσωπό του με πικρό τρόπο ενώ την κατέγραψε σε ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα το 1855 με μία ευχή “ο πρωινός ήλιος της φήμης του να χρυσώσει το λυκόφως της ζωής του και να αποδιώξει την καταχνιά”. Παρόλα τα σκιώδη και στενάχωρα για τον ίδιο συμβάντα πίστευε ακράδαντα πως “οι μέλλουσες γενιές θα αναγείρουν μνημεία για μένα”. Ο Δημήτρης Υφαντής γράφει πολύ εύστοχα στο επίμετρο την παρακάτω επισήμανση: “Η σημασία αυτή που ο Σοπενχάουερ βρίσκει στον Πλάτωνα και υιοθετεί και ο ίδιος είναι εκείνη της ιδέας ως αιώνιου αρχετύπου και παραδείγματος για τα πράγματα της καθημερινής εμπειρίας και της φύσης, τα οποία για μεν τον Πλάτωνα συνιστούν κάτι το ενδιάμεσο μεταξύ όντος και μη όντος, για δε τον Σοπενχάουερ “φαινόμενα”, “εμφανίσεις” των ιδεών””.
“Στις ανώτερες βαθμίδες εξαντικειμενίκευσης της βούλησης, ιδίως στους ανθρώπους, βλέπουμε την ατομικότητα να παρουσιάζεται ως η μεγάλη διαφορετικότητα ατομικών χαρακτήρων, ως η ολοκληρωμένη δηλαδή προσωπικότητα, ήδη και εξωτερικά εκπεφρασμένη με έντονα ατομική φυσιογνωμία, η οποία συμπεριλαμβάνει και ολόκληρη την διάπλαση του σώματος”
“Γνώση υπό την έννοια του ειδέναι, το ενάντιο της οποίας, την έννοια “αίσθημα”, μόλις εξέτασα, είναι, όπως ειπώθηκε, κάθε αφηρημένη γνώση, κάθε δηλαδή γνώση του λόγου”