Ανήκει στην ευλογημένη γενιά συγγραφέων όπως ο Σαρόγιαν, ο Τσίβερ, ο Σάλιντζερ, ο Γουίλιαμς, για να αναφέρουμε μόνο κάποια ονόματα και μέσα από την τετραλογία του για τον Χάρι Άνγκστρομ, ο Άπνταϊκ συστήνεται στο κοινό του ως ένας εκ των κορυφαίων εκπροσώπων του κοινωνικού μυθιστορήματος. Το Λαγέ τρέξε αποτελεί το πρώτο μέρος της τετραλογίας και τα υπόλοιπα τρία μέρη θα ακολουθήσουν σύντομα από τις εκδόσεις Οξύ και έτσι θα έχουμε την τύχη και τη χαρά να αναγνώσουμε όλο το φάσμα της ανάλυσης του πρωταγωνιστή μέσα σε αυτά τα δύσκολα χρόνια της αμερικανικής επανεκκίνησης. Τα βιβλία αυτά αναφέρονται στην δύσκολη δεκαετία του ’50, σε μια χρονική περίοδο όπου πολλά στερεότυπα διακατέχουν την αμερικανική κοινωνία και οι πρωταγωνιστές του βιβλίου αναδεικνύουν αυτές τις παλινωδίες περί κοινωνικής ανέλιξης που προκαλούν ερωτήματα.
Πορεία ορθή ή κατάρρευση του αμερικανικού ονείρου
Είναι η προσπάθεια του Άνγκστρομ, του επονομαζόμενου και Λαγού, να αποδείξει πως είναι ένας επιτυχημένος άνδρας που μπορεί να συντηρήσει την οικογένειά του και δεν έχει υποστεί το ρήγμα του πανδαμάτορα χρόνου, είναι ένας αστός με προοπτικές, όσο και αν αυτές εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να προβάλλονται. Η ζωή του δεν διάγει και τις καλύτερες μέρες και η σχέση του με την γυναίκα του πνέει τα λοίσθια, ο ίδιος βρίσκει καταφύγιο στην αγκαλιά μιας πόρνης, της Ρουθ, αλλά όλα δείχνουν πως το κατασκεύασμα της ζωής του καταρρέει καθώς δεν είναι παρά ένας ασήμαντος και χωρίς αυτοπεποίθηση πωλητής. Ο κόσμος που είχε πλάσει τα προηγούμενα χρόνια δεν είναι πια ο ίδιος και καλείται να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις της οικογένειας, όντας σε θέση αμυνόμενου και όχι επιτιθέμενου, για να μην ξεχνάμε το παρελθόν του ως επιτυχημένου μπασκετμπολίστα.
“Στις Ηνωμένες Πολιτείες του 1959 η ευτυχία αντιστοιχεί στην πρώτη νιότη ͘ και αν δεν γίνεις γρήγορα πλούσιος και διάσημος, αν σε πάρουν τα χρόνια και πατήσεις τα είκοσι έξι, ολισθαίνεις στο κατωφερές σπείραμα του loser. Αλλά βεβαίως, η αμερικανική ζωή προσφέρει πάντοτε μια δεύτερη ευκαιρία: ο Φ. Σ. Φιτζέραλντ είχε άδικο όταν έλεγε “There are no second acts in American life”. Ή μήπως είχε δίκιο;” γράφει η Σώτη Τριανταφύλλου που έχει επιμεληθεί το επίμετρο του βιβλίου ενώ τη μετάφραση έχει αναλάβει ο Πάνος Τομαράς. Είναι σαφές στον αναγνώστη πως ο Άνγκστρομ βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο ορόσημο της ζωής του καθώς βρίσκεται στην επίμαχη ηλικία και άρα καλείται πλέον να αποδείξει πως έχει τα εχέγγυα να εξασφαλίσει για τον ίδιο και την οικογένειά του που όλο μεγαλώνει τα απαραίτητα εφόδια ευζωίας.
Το αμερικανικό όνειρο για το οποίο τόσοι και τόσοι είχαν μιλήσει εδώ βρίσκει τον χώρο του και τον χρόνο του και είναι ένα πρώτης τάξεως στοίχημα για τον ήρωα του Άπνταϊκ. Όλοι ζουν αγκαλιά με αυτό το όνειρο, για χρήματα, δόξα και αναγνώριση όπως ο Γκάτσμπυ, αλλά η πραγματικότητα παρουσιάζεται εντελώς διαφορετική και απαλλαγμένη από φαντασιώσεις και ονειροπολήσεις. Το κραχ του 1929 είχε βάλει οριστικό τέλος σε αυτά τα όνειρα της δεκαετίας του ’20 και η επανεκκίνηση είναι ένας γρίφος για δύσκολους λύτες. Έτσι και ο πρωταγωνιστής καλείται να αναθεωρήσει τη θέση του στην κοινωνία και να επαναπροσδιορίσει τα θέλω του και τα πιστεύω του για το πώς θα πορευτεί. Έχει όμως την ικανότητα και τη δυνατότητα να επανέλθει στο δρόμο της λογικής και της κριτικής σκέψης ή μονίμως θα αναζητεί τρόπους να ξεφεύγει; Θα μπορέσει να σταθεί και πάλι στο πλευρό της Τζάνις και των παιδιών του;
Στην ιστορία ο Άνγκστρομ συνομιλεί με τον πάστορα Εκλς και η σχέση τους περνάει από δύσκολες στιγμές καθώς ο τελευταίος λειτουργεί ως σύμβουλος γάμου και πίστης, είναι ένας επιστήθιος φίλος που έχει κάθε διάθεση να βοηθήσει. Παροτρύνει τον Άνγκστρομ να βρει την απαραίτητη δύναμη για να βρει μια νέα εργασία, να αναζητήσει την ηρεμία στον γάμο του που περνά από δύσκολες φάσεις. Σε μια αποστροφή μάλιστα του λόγου του παρακινεί τον Άνγκστρομ: “Αυτός είναι ο ρόλος σου: να γίνεις υπόδειγμα πιστού. Από εκεί πηγάζει η ανακούφιση: από την πίστη, όχι απ’ όσα μπορεί να κάνει κάποιος που ανακατεύεται εδώ κι εκεί ταράζοντας τα νερά. Έτσι όπως τρέχεις πέρα-δώθε απομακρύνεσαι απ’ το καθήκον που σου ανέθεσε ο Θεός, να ενισχύσεις την πίστη σου ώστε όταν σε καλέσουν να μπορείς να πας και να τους πεις: “Ναι πέθανε, αλλά θα τον ξαναδείτε στον Παράδεισο. Ναι, υποφέρετε, αλλά πρέπει να αγαπάτε τον πόνο σας, γιατί είναι ο πόνος του Χριστού”.
Ο Άνγκστρομ είναι ένας άνθρωπος της εποχής του, ταυτίζεται με τα όσα συμβαίνουν σε κοινωνικό επίπεδο και αποτελεί τον ήρωα τον οποίο και προσπαθεί ο ίδιος ο Άπνταϊκ να ψυχογραφήσει με στόχο να τον κατανοήσει και να μας τον παραδώσει. Δεν είναι ακριβώς σάρκα εκ της σαρκός του γιατί δεν προκύπτουν καθαρά αυτοβιογραφικά στοιχεία, ωστόσο είναι σαφές πως ως παρατηρητής των ανθρώπων γύρω του όπως κάποτε υπήρξαν οι ιμπρεσιονιστές για την γαλλική κοινωνία. Ο Άπνταϊκ οικοδομεί έναν χαρακτήρα που έχει πολλά να μας πει για την άστατη εκείνη περίοδο και για το πώς η αμερικανική κοινωνία και η εκκλησία ως πυλώνες της ευημερίας και της ευδαιμονίας του ανθρώπου μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο κομβικό στην αλλαγή των αντιλήψεων. Τελικά, ο Λαγός μας θα αρχίσει να τρέχει όπως αφήνεται να εννοηθεί ή θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων; Αναμένουμε με ανυπομονησία τα υπόλοιπα τρία μέρη για να συμπληρώσουμε το παζλ των ανθρώπινων αδυναμιών.
“Τώρα εσύ πρέπει να βρεις μια λύση. Ή θα χωρίσεις τη γυναίκα σου, που τόσο πολύ τη λυπάσαι μια φορά τον μήνα, ή θα τη χωρίσεις ή θα με ξεχάσεις. Αν δεν μπορείς να βρεις μια λύση, τότε πάει να πει πως εμείς οι δύο τελειώσαμε ͘ τελειώσαμε, και το μωρό σου τελείωσε κι αυτό. Τώρα, λοιπόν, φύγε αν θέλεις”.
“Θυμάται πως τα βουνά γύρω του έμοιαζαν μ’ ένα χαρτονένιο δαχτυλίδι και φόντο τον ξεθωριασμένο απ’ το φεγγαρόφωτο μπλε νυχτερινό ουρανό. Θυμάται το εστιατόριο με τα χρυσά παράθυρα, σαν τα παράθυρα των τρόλεϊ που πήγαιναν από το Μάουντ Τζατζ στο Μπρούερ όταν ήταν παιδί, και τον αέρα κρύο αλλά γεμάτο ζωντάνια στην αρχή της άνοιξης”