Ο Ισπανικός Εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε στις 17 Ιουλίου 1936 και ολοκληρώθηκε με την επικράτηση του δικτάτορα Στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο την 1 Απριλίου 1939. Πρόκειται για έναν πόλεμο σημαδιακό και καθόλα αιματηρό, έναν ολέθριο πόλεμο ο οποίος άναψε το φυτίλι για το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, όπως τουλάχιστον αναφέρουν οι μελετητές. Είναι ο πόλεμος που κόστισε συνολικά τη ζωή σε περίπου 500000 ανθρώπους, που διέλυσε την πόλη Γκερνίκα και αφάνισε χωρίς λόγο 250000 αμάχους, είναι ο πόλεμος που ανέδειξε τον στρατηγό Φράνκο ως κυρίαρχη μορφή της ισπανικής πολιτικής σκηνής των επόμενων δεκαετιών βυθίζοντας τη χώρα στην ανελευθερία και την καταστρατήγηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Ένας πόλεμος για την ισχύ της δημοκρατίας και της ελευθερίας
Στον πόλεμο αυτό, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο αυτό που είναι βασισμένο σε άγνωστα αρχεία, συμμετείχαν και Έλληνες εθελοντές στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων της Ισπανίας που πολέμησαν με σθένος και γενναιότητα για το ιδανικό της ελεύθερης σκέψης και της αντίστασης ενάντια στον φασισμό που απλωνόταν σαν λάβα σε όλη την Γηραιά ήπειρο. Οι Έλληνες στρατιώτες περιγράφουν με γλαφυρό τρόπο τα όσα έζησαν εκείνες τις αποφράδες μέρες και νύχτες στο μέτωπο, ένα μέτωπο που ήταν σκληρό και απάνθρωπο καθώς τα μέσα ήταν λίγα και ακόμα λιγότερες οι αντοχές πάνω στα κακοτράχαλα βουνά της ενδοχώρας. “Έχουμε κάνει μεγάλες νίκες και εξακολουθούμε με τις νίκες μας. Τους έχουμε πάρει πολλές πόλεις καθώς και πολλούς αιχμαλώτους, πολεμοφόδια κλπ. Εδώ οι φασίστες μεταχειρίζονται την ίδια μέθοδο που μεταχειρίζεται ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι” γράφει ένας από τους ήρωες εκείνου του πολέμου, αν και πολλοί δυσκολεύονται να μοιραστούν τις τότε εμπειρίες τους.
Είναι ο πόλεμος που στηρίχτηκε καθολικά από το ναζιστικό μέτωπο κυρίως με πρωταγωνιστές το Χιτλερικό μόρφωμα και το Μουσολινικό καθεστώς. Είναι όμως και ο πόλεμος της αντίστασης των Δημοκρατικών και άλλων δυνάμεων απέναντι στον φασισμό που εδραιωνόταν σαν μάστιγα στη χώρα. Ο πόλεμος αυτός και οι οδυνηρές του συνθήκες αλλά και οι συνέπειες του στη ζωή των ανθρώπων έδωσαν το έναυσμα και την αφορμή στους λογοτέχνες να αντισταθούν, να εκφραστούν ανοιχτά και να δώσουν τη δική τους εκκωφαντική απάντηση στα όσα έζησε ο Ισπανικός λαός. Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ με το βιβλίο του Για ποιον χτυπά η καμπάνα, ο Τζορτζ Όργουελ με το βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλονία και ο σύγχρονος Χαβιέ Θέρκας με τους Στρατιώτες της Σαλαμίνας αναφέρθηκαν στην ανείπωτη τραγωδία ενός σπαρακτικού και άδικου πολέμου.
Ο Παντελάκης αφηγείται μέσω των εθελοντών όσα οι ίδιοι από πρώτο χέρι αφηγήθηκαν μέσα από αυτήν την περιπέτεια, όσοι δηλαδή βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της μάχης στο πλευρό των Δημοκρατικών. Όλα τα γεγονότα και συμβάντα που καθόρισαν τον πόλεμο και την εξέλιξη στα μέτωπα των χαρακωμάτων εξιστορούνται εδώ όπως έκανε κάποτε ο Όργουελ με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες στο βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλονία, όταν ο ίδιος είχε πάει ως ανταποκριτής και είδε ιδίοις όμμασι την φρίκη του πολέμου. Είναι αδιαμφισβήτητα ένα συγκλονιστικό χρονικό αλλά παράλληλα και ένας ύμνος στην αγωνιώδη προσπάθεια αυτών των ανθρώπων να κρατηθούν στη ζωή και να νικήσουν με γενναιότητα και θάρρος απαράμιλλο τις αντιξοότητες, τις κακουχίες και το θανατικό που σπέρνει ένας τέτοιος πόλεμος.
Οι πρωταγωνιστές Έλληνες εθελοντές αφηγούνται με λεπτομέρεια όσα τραγικά βίωσαν στα διάφορα σημεία όπου οι στρατιές του Φράνκο χτυπούσαν αλύπητα εκείνους που αντιστέκονταν στην φρίκη της υποταγής στο φασιστικό τέρας. “Σε μία από τις μάχες του πολέμου, ο πατέρας μου δέχτηκε μία σφαίρα από όπλο των εθνικιστών στο δεξί χέρι. Σίγουρα ήταν πιο τυχερός από άλλους, δεν έχασε τη ζωή του όπως χιλιάδες εθελοντές, όμως ο τραυματισμός του ήταν αρκετά σοβαρός. Από τότε και όλα τα χρόνια που ακολούθησαν στη ζωή του είχε μεγάλο πρόβλημα με το χέρι του” διαβάζουμε και καταλαβαίνουμε με τον έκδηλο τρόπο την μανία και την δύναμη ενός άδικου πολέμου που όμως κόστισε νεκρούς και τραυματίες. Τα χειρότερα βέβαια έγιναν στο χωριό Γκερνίκα, όπου οι στρατιές το βομβάρδισαν και τα θύματα δεν ήταν άλλα από αμάχους κυρίως, δηλαδή γυναίκες και παιδιά.
Τότε, μια παρέα Γερμανών ναζιστών αξιωματούχων επισκέπτεται το εργαστήριο του Πικάσο στο Παρίσι και αντικρίζουν σε πρώτο πλάνο τον πίνακα της Γκερνίκα που μόλις έχει φιλοτεχνήσει και ρωτάνε με αφέλεια και πλήρη αναισθησία τον ζωγράφο: “Εσείς το κάνατε αυτό;”. Ο Πικάσο νευριασμένος άμεσα τους αποστομώνει απαντώντας τους: “Όχι εσείς το κάνατε”. Αυτή είναι μία πραγματική ανέκδοτη ιστορία που κρύβεται πίσω από την ιστορία γέννησης του πίνακα. Ο Πικάσο, στρατευμένος στον αγώνα κατά του ναζισμού αποφασίζει να ζωγραφίσει για λογαριασμό της Δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας που του τον παρήγγειλε αυτόν τον πίνακα για την Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του 1937 ως τον ελάχιστο φόρο τιμής στα αθώα θύματα ενός ειδεχθούς βομβαρδισμού μιας πόλης που έγινε κρανίου τόπος από τους Εθνικιστές του Φράνκο ως αντίποινα στους Δημοκρατικούς. Όσα περιγράφονται στο βιβλίο του Γιάννη Παντελάκη έρχονται σε πλήρη παραλληλισμό με αυτά που βίωσαν προσωπικότητες όπως ο Χέμινγουεϊ, ο Όργουελ και όσα περιγράφουν τόσο δραματικά και οι Έλληνες εθελοντές.
“Πιστεύω πως εκτός των άλλων, εκείνο που φόβιζε περισσότερο τον παππού, ήταν οι επιπτώσεις που θα είχε η οικογένειά του μετά τον πόλεμο αν τον κέρδιζαν οι εθνικιστές, το γεγονός ότι η κόρη του είχε παντρευτεί έναν “ρόχο”. Και δυστυχώς αυτό συνέβη”
“Όταν περάσαμε τα σύνορα και φτάσαμε στην πόλη μας, η αστυνομία βρισκόταν ήδη στο σπίτι μας. Είχε ειδοποιηθεί από τους συνοριοφύλακες. Οδήγησαν τη μητέρα μου στο διοικητήριο της πόλης γιατί γνώριζαν πως είχε παντρευτεί έναν “κόκκινο”