Η συγγραφέας, με το καλημέρα της σταδιοδρομίας της μπορεί να είναι περήφανη για το αποτέλεσμά της και αυτό, γιατί και μόνο η ιδέα να αφιερώσει το βιβλίο της στην Τζέιν Όστεν και στη μυθιστορηματική προσπάθεια διάσωσης του έργου μιας εκ των εμβληματικών γυναικών συγγραφέων, αξίζει τα συγχαρητήρια. Πέρα από αυτό λοιπόν και για δική μας ικανοποίηση, η συγγραφέας Τζένερ, μας χαρίζει ένα μυθιστόρημα βάλσαμο για μια εποχή που δείχνει να χάνεται μπροστά από τα μάτια μας, μια εποχή σίγουρα δύσκολη μα εντελώς διαφορετική από τη σημερινή και ευτυχώς πολύ πιο ρομαντική και συναισθηματική από τη σημερινή. Το βιβλίο αναφέρεται στη συγκρότηση μιας εξαιρετικής ομάδας, κάποιων σίγουρα επίσης ρομαντικών, οι οποίοι διακαώς παλεύουν και πασχίζουν να σώσουν την παρακαταθήκη της Τζέιν Όστεν ορμώμενοι από την ανιδιοτελή αγάπη και θαυμασμό για το έργο της.
Μια γυναίκα με πυγμή και ταλέντο που πάλευε για την ελευθερίας της απέναντι στα στερεότυπα
Η αγάπη της Τζένερ είναι έκδηλη μέσα από τη δεξιοτεχνική της αφήγηση, μια αφήγηση που είναι συγκινησιακά φορτισμένη καθώς μοιάζει και η ίδια να είναι μέρος της αδελφότητας και να επιστρατεύει όλες τις δυνάμεις για να προστατευθεί το έργο και η κληρονομιά της αγαπημένης της συγγραφέως. Μαθαίνουμε για διάφορα εσωτερικά θέματα της οικογένειας της Όστεν, διάφορες λεπτομέρειες που αναδεικνύουν την εποχή αλλά και την προσωπικότητά της σε ταραγμένα για την ίδια χρόνια, σε χρόνια περιορισμών και αυστηρότητας, σε έναν κόσμο ανδροκρατούμενο που η ίδια δυσκολευόταν να επιβιώσει και να αναδείξει το εκπληκτικό της ταλέντο. Μέσα στο βιβλίο διαβάζουμε χαρακτηριστικά: “…ο δρ Γκρέι παρακολουθούσε τρεις μεσήλικες γυναίκες να βγαίνουν από το ταξί, μέσα σε μια παραζάλη από καπέλα και τσάντες, και να αποβιβάζονται μπροστά από την παλιά αγροικία της Τζέιν Όστεν”
Η ίδια υπήρξε και ένα ανεξάρτητο και φιλελεύθερο πνεύμα που δεν μπόρεσε ποτέ να ενταχθεί στις νόρμες και τους κανόνες που επέβαλλαν οι κοινωνικοί κύκλοι της αυστηρής εποχής της όπου όλοι κρίνονταν από τον διπλανό. Το κουτσομπολιό έδινε και έπαιρνε σε κάθε στιγμή σε τέτοιο βαθμό που η ίδια έκρυβε και τα ίδια της τα έγγραφα από το υπηρετικό προσωπικό για να μην μαθευτεί το ο,τιδήποτε σε σχέση με την “παραβατικότητά” της, δηλαδή την ροπή της προς την λογοτεχνία που αποτελούσε ως επάγγελμα αποκλειστικό προνόμιο των αντρών. Αρνήθηκε να συνάψει γάμο και να ακολουθήσει την μοίρα κοριτσιών συνομήλικων της που υπέκυπταν στις πιέσεις των γονιών τους για γρήγορη αποκατάσταση, πολλές φορές με οποιοδήποτε τίμημα για να μην πληγεί η υπόληψή των οικογενειών τους. Αυτό το θέμα θίγει ουκ ολίγες φορές στα μυθιστορήματά της όπου οι ηρωίδες της, θύματα και σκιές του εαυτού τους παρασέρνονται εκούσια σε συμφωνίες με όρους ειδεχθείς για τις ίδιες και όλα αυτά μπροστά στην αυταρχική και απολυταρχική εντολή ενός πατέρα και μίας μητέρας που αποβλέπουν στο οικονομικό τους συμφέρον, παραχωρώντας σε κάποιον άγνωστο αλλά οικονομικά εύρωστο, την “ευτυχία” της κόρης τους.
Η συγγραφέας του βιβλίου “Έμμα” και “Λογική και ευαισθησία” ήταν γνωστή για το μοναχικό της χαρακτήρα και την μη προσαρμογή της σε συμβάσεις και αρχές της εποχής όσον αφορά τη ζωή μίας νέας κοπέλας όπως εκείνη. Στα έργα της, θα αναφερθεί παράλληλα και στις ψυχαγωγικές ενασχολήσεις της που καθόρισαν τη σύντομη ζωή της και τις οποίες βέβαια ενέταξε στα μυθιστορήματά της. Η Όστεν είχε ιδιαίτερες μουσικές προτιμήσεις, χορευτική δεινότητα αλλά και ενδυματολογικές τάσεις που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο, ωστόσο η ίδια είχε σοβαρά ζητήματα να αντιμετωπίσει τόσο ως έφηβη αλλά και αργότερα. Όλα αυτά τα στοιχεία δεν είναι εκτός θέματος, είναι ένας τρόπος να εισέλθουμε στα παρασκήνια των λόγων, των συγκυριών και των εμπειριών που την οδήγησαν να γράψει μυθιστορήματα όπως η Λογική και Ευαισθησία ή Περηφάνια και Προκατάληψη και τα οποία την εδραίωσαν ως μία από τις επιφανέστερες γυναικείες φωνές της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο κόσμος της Τζέιν Όστεν είναι ένας κόσμος πικρίας αλλά και ικανοποίησης μαζί. Πικρίας γιατί η ίδια έφυγε σε μικρή ηλικία και δεν μπόρεσε μάλιστα να τελειώσει το τελευταίο της μυθιστόρημα “Σάντιτον” αλλά και ικανοποίησης γιατί η ίδια έζησε ελεύθερη και γιατί κατάφερε να αφήσει πίσω της ένα έργο θεσπέσιο μέσα από το οποίο κατανοούμε καλύτερα το κοινωνικό γίγνεσθαι μίας εποχής ανέμελης αλλά και τόσο σκληρής από την άποψη των περιορισμών και των τύπων, της πειθαρχίας και της υπακοής πολλές φορές σε παράλογες απαιτήσεις και προσλαμβάνουσες. Η Τζένερ συνδυάζει αγωνία και πληροφόρηση, μας προσφέρει τη δυνατότητα να ταξιδέψουμε πίσω στο χρόνο και να έρθουμε σε επαφή με μια αναπαράσταση εκείνης της εποχής, να εισέλθουμε στα οικογενειακά της Όστεν και να μας κάνει κοινωνούς μιας αδελφότητας που πολλοί όμοιοι της θα ζήλευαν.
Ο Σερ Ουόλτερ Σκοτ έγραψε κάποτε: “Το ξαναδιάβασα τρίτη φορά το Περηφάνια και Προκατάληψη, αυτό το υπέροχο μυθιστόρημα της δεσποινίδος Τζέιν Όστεν. Αυτή η νέα γυναίκα έχει ένα μοναδικό ταλέντο να περιγράφει τις σχέσεις, τα συναισθήματα και τους χαρακτήρες της καθημερινότητας. Το επιτηδευμένο και στομφώδες ύφος μπορώ και εγώ να το χειριστώ. Όμως δεν είχα την τύχη να έχω το σπάνιο χάρισμα που κάνει τα ασήμαντα και καθημερινά πρόσωπα και πράγματα ενδιαφέροντα χάρη στην ειλικρίνεια της περιγραφής και στα συναισθήματα. Τι κρίμα που ένα τόσο προικισμένο πλάσμα χάθηκε τόσο νωρίς!”.
“Ο Χένρι Κρόφορντ από το Μάνσφηλντ Παρκ, θυμάσαι; Τέλος πάντων, νομίζω ότι ένα κομμάτι της ήθελε να τους συγχωρήσουμε, ή τουλάχιστον να τους λυπηθούμε”
“Ο κίνδυνος παράλειψης δύο μικρών αρχικών γραμμάτων, μιας χειρόγραφης σημείωσης – ή, Θεέ και Κύριε, μιας υπογράμμισης της ίδιας της Τζέιν Όστεν – ήταν μεγάλος”