Υπήρξες ένας σύγχρονος μαικήνας, σαν εκείνους τους Μέδικους και τον Στρότσι στην Αναγεννησιακή Φλωρεντία, τότε που όλα θύμιζαν τέχνη και η τέχνη σπαρταρούσε παντού, στα κάστρα, στους δρόμους, στις βασιλικές αυλές, τότε που δημιουργούνταν τα μεγάλα ζωγραφικά, γλυπτικά και αρχιτεκτονικά έργα. Εσύ λοιπόν στο Παρίσι της λάμψης, τη δική σου νέα Φλωρεντία υπήρξες εκείνη η γυναίκα που πήρες από το χέρι νέους ή και άγνωστους καλλιτέχνες και “εκμεταλλευόμενη” το ταλέντο τους και την ευφυΐα σου τους εκτόξευσες στο υπέρτατο επίπεδο αναγνώρισης με τέτοιον τρόπο που οι ίδιοι σε είχαν ως θεά Άρτεμη και Αθηνά μαζί. Δεν σταμάτησες στιγμή να φιλοξενείς σπίτι σου κάθε λογής δημιουργούς και να παρέχεις τις συμβουλές σου για την προσωπική τους ζωή, για τα μικροπροβλήματά τους, τόσο τα ερωτικά όσο και τα επαγγελματικά. Ναι είναι αλήθεια πως αγαπούσες την τέχνη και είχες αφιερωθεί σε αυτήν ψυχή τε και σώματι δημιουργώντας και εσύ τη δική σου μοναδική συλλογή έργων ανεκτίμητης αξίας μιας και γνώριζες πως να κάνεις το καλό αλλά και εσύ να κερδίζεις κάτι από αυτό. Δεν έχεις καμία σχέση με τους σημερινούς εμπόρους τέχνης που κοιτάζουν μόνο αριθμούς, εσένα πάνω από όλα σε ένοιαζε η αισθητική και δεν ξεπουλιόσουν για κάτι που δεν άξιζε και θα σε δυσφήμιζε στον καλλιτεχνικό κύκλο, ήσουν πολύ προσεκτική στις κινήσεις σου. Σε σένα όμως έρχονταν και συγγραφείς και ποιητές γιατί γνώριζες πως να τους σαγηνεύεις με τα λόγια σου και πάντα είχες μια ζεστή γωνιά να τους φιλοξενήσεις και αυτούς και να τους πεις τη γνώμη σου αν είχαν ανάγκη. Ήσουν σαν μητέρα για αυτούς και σαν μεγάλη αδερφή και πέρασες και εσύ όμορφες στιγμές με τόσους άνδρες δίπλα σου να σου κρατούν συντροφιά και να κρέμονται από τα χείλη σου κάθε φορά που τους μιλούσες. Κατάφερνες ομολογουμένως, δύσκολη αποστολή για γυναίκα αυτή, να τους κάνεις να σε σέβονται δίχως ωστόσο να σε φοβούνται γιατί η φιλία που τους προσέφερες ήταν πραγματική και ήταν ένα δώρο που δεν περίμενε άμεσα αντάλλαγμα. Εντάξει σου αφήνανε και εκείνοι τα δωράκια τους αλλά και εσύ τόσα έκανες για εκείνους. Η υστεροφημία των καλλιτεχνών και αυτό το μοναδικό σου ένστικτο να καταλαβαίνεις τι θα πουληθεί και ποιος θα προχωρήσει στο καλλιτεχνικό στερέωμα δεν ήταν ένα έργο εύκολο, τουναντίον. Πόσες και πόσες ώρες πέρασες να τους εξηγείς τι να ζωγραφίσουν καλύτερα και ποια θέματα θα ήθελες εσύ να δεις από εκείνους, δεν ήσουν όμως φορτική. Τους αγαπούσες πραγματικά και ας είχε ο καθένας τις δικές του ιδιοτροπίες, ο Πικάσο, ο Νταλί, ο Μοντιλιάνι, ο Χέμινγουεϊ, ο Φιτζέραλντ και τόσοι άλλοι σύχναζαν στην οικία σου σαν να ήταν το μπαράκι όπου θα πάνε να πουν τον πόνο τους και κάποιος να τους ακούσει. Το ξέρεις εξάλλου πως ήσουν μάνα και αδερφή και ψυχολόγος μαζί και αυτό κάπως έπρεπε να στο ξεπληρώσουν και αυτοί. Το σπίτι σου για αυτό ήταν ένα μουσείο από μόνο του, οι τοίχοι γεμάτοι με έργα ζωγραφικής, τα δωμάτια με έργα γλυπτικής, σχέδια, χαρακτικά και τι δεν είχε το σπίτι σου πραγματικά και βιβλία σου άφηναν να διαβάζεις για να τους πεις πώς σου φαίνονταν οι χαρακτήρες. Σε αυτό το σπίτι γινόταν μονίμως φασαρία, δεν ξέρω τι γινόταν αλλά ο ένας έμπαινε και ο άλλος έφευγε και εσύ προφανώς μοίραζες αντικλείδια γιατί κανείς δεν έφευγε παραπονεμένος, όλοι δέχονταν την φιλοξενία σου και οι συζητήσεις στα διάφορα δωμάτια έδιναν και έπαιρναν, μια κινητή γιορτή όπως έλεγε και ο Έρνεστ. Και όμως εσύ σε αυτό συνήθιζες να μένεις, να δέχεσαι όλον αυτόν τον κόσμο και δεν σου άρεσαν καθόλου οι πολυτέλειες, είχες τα βιβλία σου, τους πίνακές σου, τα είχες όλα και αργότερα που γέρασες έμεινες με την σύντροφό σου να μιλάτε για τέχνη καθώς το μεράκι σου δεν σταμάτησε ποτέ. Βλέπεις καλή μου όταν μεγαλώνεις έρχονται οι αναμνήσεις και σου χτυπούν τρυφερά την πόρτα, εσύ άλλοτε μελαγχολούσες για τα περασμένα μεγαλεία και την πρώτη νιότη σου και στενοχωριόσουν για αυτούς που έφυγαν μέσα στα χρόνια. Με την Άλις που τόσο σου στάθηκε και εσύ βέβαια υπήρξες από τη μεριά σου το στήριγμά της κανονίζατε βραδιές και επισκεπτόσασταν εκθέσεις και ζωγράφους, ήσασταν μονίμως μαζί και είχατε η μία την άλλη μέχρι που σας χώρισε ο θάνατος, πρώτη εσύ δυστυχώς αν και ευχόσουν να είχατε φύγει μαζί. Μέχρι και αυτοβιογραφία και βιβλίο μαγειρικής την έπεισες να γράψει, σε εκείνη που σου έλεγε πως εγώ μια απλή νοικοκυρά είμαι, τίποτα περισσότερο. Εσύ πεισματάρα ούσα δεν την εγκατέλειπες την ιδέα σου και την έπεισες τελικά να γράψει γιατί η αλήθεια να λέγεται και με τους καλλιτέχνες τον είχες τον τρόπο σου να τους πείθεις, ήσουν άριστη ρήτορας, φίλη και σύμβουλος μαζί. Τους κατάφερνες τους άνδρες γιατί και εσύ ήσουν λίγο αντράκι με το ιδιαίτερο παρουσιαστικό σου που θύμιζε Βρετανίδα γκουβερνάντα και εκείνοι υπέκυπταν στις επιθυμίες σου. Μιλούσατε ακατάπαυστα με τους ζωγράφους για τα κάδρα, για τα χρώματα, για τους αγαπημένους σας ζωγράφους, για την τέχνη γενικότερα, το ίδιο άλλωστε έκαναν και εκείνοι και εδώ που τα λέμε εκείνοι ήταν πιο κουτσομπόληδες από σένα. Είχε ο καθένας τον χαρακτήρα του και εσένα η παρουσία τους στο σπίτι σου, αυτό το περίφημο σπίτι σας στην οδό ντε Φλερύ, σου έδινε χαρά και ζωντάνια, σε γέμιζε. Το σπίτι αυτό όπου φώλιασες τα όνειρά σου και εκεί άφησες την τελευταία σου πνοή ήταν ένα πραγματικό σαλόνι, ένας χώρος μαζώξεων και συναθροίσεων σαν εκείνους όπου ο Σωκράτης μάζευε τους μαθητές του για να τους μιλήσει. Είχες το χάρισμα αυτό να είσαι αρεστή σε όλους γιατί είχες πάντα κάτι να τους συμβουλέψεις, κανείς δεν έφευγε χωρίς μια κουβέντα από το σπίτι σου. Και σαν πέρασαν τα χρόνια και εσύ μεγάλωσες και σε χτύπησε ο καρκίνος είχες δίπλα σου την Άλις να σε περιποιείται, να σε φροντίζει, να σου θυμίζει τους περιπάτους και τα ταξίδια σας. Σκέψου ήσασταν σχεδόν 40 χρόνια μαζί, ήσασταν αχώριστες και σε αυτά τα χρόνια δεν περάσατε άσχημα, το Παρίσι το είχατε αλώσει μία στους κήπους του Λουξεμβούργου, μια στα περίφημα καφέ όπου όλο και κάποιον θα συναντούσατε και εκεί ξεκινούσε η ατελείωτη συζήτηση. Δεν είμαι σίγουρος αλλά νομίζω πως παρά το άσχημο τέλος έμεινες ευχαριστημένη, έφυγες πλήρης, για την Άλις που άφηνες πίσω είχες καημό. Είχες και εκείνο τον μεγάλο σκύλο που τον πηγαίνατε μαζί περίπατο και μοιάζατε πιο πολύ για αδερφές ή φίλες παρά για σύντροφοι. Η καημένη η Άλις πέρασε δύσκολα χωρίς εσένα και πέθανε μόνη μέσα στην φτώχεια, με συγχωρείς αν δεν το ήξερες αλλά έπρεπε να το μάθεις έστω και αν από εκεί πάνω μάλλον τα μαθαίνεις όλα. Πάντα σε διαπερνούσε ένα ρεύμα αν όλα έγιναν όπως τα ήθελες και έβαζες τις ευγενικές φωνές στην Άλις όταν δεν καταλάβαινε την ανάγκη σου όλα να γίνονται ακριβώς όπως τα θες. Γιατί μπορεί μέσα σου να είχες την φλέβα της ευφυούς εμπόρου τέχνης ωστόσο είχες και εσύ, όπως όλοι οι άνθρωποι δηλαδή, τις ιδιοτροπίες σου κυρία μου. Παραλίγο να το ξεχάσω πως γεννήθηκες στην Αμερική αλλά σύντομα κατάλαβες πως ο δρόμος σου ήταν χαραγμένος για την Ευρώπη και με πρώτο σταθμό το Λονδίνο μετακινήθηκες άμεσα στο Παρίσι, το οποίο έγινε η δική σου πόλη. Μην λησμονήσω πως είχες και μεγάλη αδυναμία στον αδερφό σου, τον Λήο που και αυτός ήταν συλλέκτης όπως και εσύ και διατηρούσατε μαζί την αίθουσα τέχνης στο Παρίσι, εκεί άλλωστε δείξατε για πρώτη φορά Πικάσο, Μπρακ και Ματίς. Το λογοτεχνικό σου έργο δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό όσο η δράση σου στον χώρο των εικαστικών τεχνών και όμως ήσουν και εκεί ιδιαίτερη ενεργή με τα δοκίμιά σου να γίνονται σημείο αναφοράς. Με λίγα λόγια, κατάφερες με το πνευματικό σου εκτόπισμα να κυριαρχήσεις στο καλλιτεχνικά εμπύρετο Παρίσι, εσύ μια Εβραιοπούλα που δεν άλλαξες πόλη και παρέμεινες στο Παρίσι εν μέσω πολέμου, κανείς δεν μπορεί εξάλλου να αμφισβητήσει την γενναιότητά σου ως προς αυτό και να μην την εξυμνήσει. Δεδομένων όλων αυτών, οι δημιουργοί σε ευχαριστούν, όλοι σε ευχαριστούμε για όσα πρόσφερες με το διεισδυτικό σου βλέμμα, με την αφοσίωσή σου και την αγάπη σου για την τέχνη και πίστεψέ με πως θα μνημονεύεσαι εις το διηνεκές ως μια κυρία των σαλονιών και της πραγματικής αριστοκρατίας που ζήτησε λιγότερα από όσα προσέφερε και στάθηκε πάντα στο πλευρό των δημιουργών με ζέση και καλή προαίρεση. Καλή αντάμωση εκεί πάνω Γερτρούδη!
————————————————————————
Η Γερτρούδη Στάιν (1874-1946) υπήρξε μια εκ των κορυφαίων και μανιωδών συλλεκτών έργων τέχνης, μια γυναίκα δυναμική και δραστήρια καθώς και πολύ διορατική με υψηλό τον δείκτη της αισθητικής της ακρίβειας. Το ευρύ πνεύμα της και η οξυδέρκειά της την εδραίωσαν από νωρίς στον χώρο της τέχνης και συναναστράφηκε πλήθος καλλιτεχνών ενώ το σπίτι της έγινε αμέσως πόλος έλξης των κάθε λογής καλλιτεχνών που την επισκέπτονταν συστηματικά στο σπίτι της. Είχε στο ενεργητικό της πλούσιο συγγραφικό έργο όπου ανέπτυσσε τις απόψεις της περί τεχνών. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο Παρίσι όπου και άνοιξε δική της γκαλερί με τον αδερφό της Λήο ενώ η σύντροφός της Άλις Τόκλας έγραψε τη δική της αυτοβιοραφία όπου και αντλούμε πλήθος πληροφοριών για την ίδια καθώς πέρασαν μαζί σχεδόν σαράντα χρόνια.