Η Ανατολή υπήρξε ανέκαθεν ένας τοπόσημο και μια ευρύτερη περιοχή που σαγήνευε συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφους. Όλοι αυτοί δεν έχασαν την ευκαιρία να την περιγράψουν, να την απαθανατίσουν, να την εξυμνήσουν στα έργα τους. Συγκεκριμένα, ο γνωστός σε όλους μας ζωγράφος της Σφαγής της Χίου, Ευγένιος Ντελακρουά είχε μεταβεί στο Αλγέρι όπου και ζωγράφισε τις περίφημες Γυναίκες του Αλγερίου καθώς είχε εντυπωσιαστεί από τους έντονους χρωματισμούς, τα διαφορετικά πρόσωπα και την ενδυμασία αυτών των γυναικών. Αυτόν τον πίνακα ζωγράφισε μετά από χρόνια ο Πικάσο σε μια διαφορετική και πιο σύγχρονη εκδοχή θέλοντας και εκείνος με την σειρά του να εξυμνήσει τόσο τον ζωγράφο όσο και την Ανατολή, της οποίας υπήρξε και εκείνος θαυμαστής με την σειρά του. Και να φανταστεί κανείς πως ο Ντελακρουά δεν είχε ταξιδέψει ποτέ στην Ελλάδα και όμως κατάφερε να αποτυπώσει στα έργα του όλη την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης.
Γράφοντας ιστορίες με όπλο την φαντασία και τον μύθο που γοητεύει
Ειδικά κατά την περίοδο του 17ου, 18ου αλλά κυρίως του 19ου αιώνα πολλοί περιηγητές βρέθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολής, μέρη της οποίας είναι οι χώρες της Μεσογείου. Οι χώρες και περιοχές αυτών των χωρών αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης των περιηγητών αυτών που ταξίδεψαν και είδαν από κοντά τις ιδιαίτερες ομορφιές, γνώρισαν τους ανθρώπους και ζήλεψαν ίσως την ιστορία αυτών των τόπων. Αίγυπτος, Ελλάδα, Βαλκάνια αλλά και Ιαπωνία, Κίνα είναι μόνο ορισμένα από τα μέρη στα οποία αναφέρεται και η σπουδαία συγγραφέας Μαργκερίτ Γιουρσενάρ μέσα από τις δικές της ιστορίες, οι οποίες είναι μοναδικής ομορφιάς και εμείς ως αναγνώστες ταξιδεύουμε μέσα από τους μύθους και τα πρόσωπα σε άλλες εποχές. Έτσι όπως και η Βιρτζίνια Γουλφ στις δικές της ιστορίες, η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ μας χαρίζει ιστορίες γεμάτες περιπέτεια, συναίσθημα και εμπειρίες.
Μοιάζει λοιπόν αυτή η παράδοση των συγγραφέων που γοητεύονται από τα περίεργα αρώματα, τις μυρωδιές, τα τοπία και όλο το πλαίσιο που τα συνοδεύει να επηρέασε και την συγγραφέα του κορυφαίου έργου Αδριανού απομνημονεύματα, ένα βιβλίο που και πάλι έχει να κάνει με μια φυσιογνωμία ιστορική που έζησε και στην Αρχαία Ελλάδα για κάποιο διάστημα. Η Γιουρσενάρ παρασύρεται έντονα από την θέλησή της να ξεδιπλώσει όσο πιο γλαφυρά γίνεται αυτή τη διαφορετικότητα των λαών και των τόπων που περιγράφει μέσα από ιστορίες που προκαλούν και μια αγωνία ως προς την έκβασή τους. Γιατί για παράδειγμα, η ιστορία του Μάρκο Κράλιεβιτς που αφορά σε μια ολόκληρη εποχή οθωμανικού ζυγού και την ανάγκη αποτίναξής του είναι ένα δείγμα της μαγείας της γραφής της. Σε αυτήν την ιστορία, η Γιουρσενάρ μας δίνει εκτός από την αφήγηση και το στίγμα της ίδιας της ιστορίας της περιοχής των Βαλκανίων. Είναι ένα ταξίδι σε όσα οι ίδιοι οι άνθρωποι έχτισαν πάνω στο δράμα που ζούσαν και ηρωοποίησαν πρόσωπα.
Σε άλλη ιστορία με όχημα τους μύθους της Ελλάδας, η Γιουρσενάρ ξεδιπλώνει όλο το φάσμα της φανταστικής διαδρομής των Νεράιδων που σαγηνεύουν τους θνητούς. Η ιστορία είναι εμποτισμένη και ερωτικά στοιχεία μιας και οι Νεράιδες είναι εκείνες που μπορούν και παρασέρνουν ψυχές και καρδιές με τέτοιο τρόπο που κανείς δεν μπορεί να τους αντισταθεί. Σε κάποιο σημείο της αφήγησης αναφέρει χαρακτηριστικά: “Όπως δεν γίνεται να υπάρξει έρωτας αν η καρδιά δεν γητευτεί, έτσι δεν μπορεί να υπάρξει και πραγματική ηδονή αν δε σε θαμπώσει το κάλλος. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς μηχανικές λειτουργίες σαν την πείνα και τη δίψα”. Οι Νεράιδες εισάγουν τον νεαρό πρωταγωνιστή στον κόσμο τους, έναν κόσμο σπαρμένο με ομορφιά αλλά και περιπέτεια και εκείνος γίνεται στα χέρια τους πλαστελίνη έτοιμη για κάθε χρήση.
Μας μεταφέρει όμως νοερά και στη μακρινή Ινδία όπου οι μύθοι είναι κάτι το εξωτικό και η ίδια η συγγραφέας έχει θαμπωθεί από τις ιστορίες των μύθων αυτών. Και δεν χάνει την ευκαιρία να μοιραστεί μαζί μας εκείνες τις ιστορίες με πρωταγωνίστρια και κύριο πρόσωπο τη θεά Κάλι, μια θεά ιδιαίτερη και πολύ παράξενη. Οι περιγραφές της Γιουρσενάρ είναι αποκαλυπτικές για το πως ο άνθρωπος την βλέπει και του προκαλεί φόβο αν όχι τρόμο: “Η Μαύρη Κάλι είναι φρικιαστική και όμορφη. Η μέση της είναι τόσο λεπτή, που οι ποιητές την εκθειάζουν παρομοιάζοντάς τη με μπανανιά. Οι ώμοι της είναι στρογγυλοί όπως το φθινοπωρινό φεγγάρι την ώρα που ανατέλλει ͘ έχει στήθη φουσκωτά σαν μπουμπούκια έτοιμα ν’ ανθίσουν, οι μηροί της λικνίζονται σαν προβοσκίδα νεογέννητου ελέφαντα και τα πόδια της, με τον χορευτικό βηματισμό, μοιάζουν με κλωσσόπουλα”.
Όλες οι ιστορίες που έχουν παρουσιαστεί σε αυτή την έκδοση είναι απόρροια της έρευνας και της αγάπης της Γιουρσενάρ για την Ανατολή και του αρώματος που οι χώρες προσφέρουν. Η κάθε χώρα και ο κάθε τόπος είναι μοναδικά και ο αναγνώστης διαβάζοντας αυτές τις πλούσιες σε εικόνες ιστορίες μεταβαίνει νοερά σε άλλες εποχές παρατηρώντας πρόσωπα και πράγματα να συμβαίνουν, σχεδόν εξωτικά και κάποιες φορές ακόμα και μεταφυσικά. Οι αληθινές ιστορίες αλλά και οι μύθοι ποτέ δεν έπαψαν να γοητεύουν τους ανθρώπους καθώς δημιουργήθηκαν από τους ίδιους για να απαντήσουν σε ερωτήματα. Η Γιουρσενάρ μας καλεί λοιπόν να γίνουμε συμμέτοχοι σε αυτό το παιχνίδι στον χρόνο.
“Ο Μάρκο κατάφερε να λευτερώσει τον τόπο του από τα χέρια των κατακτητών και πως έκλεψε την ομορφονιά που είχε ξυπνήσει το χαμόγελο στα χείλη του, όμως αυτό που με συγκινεί δεν είναι ούτε η δόξα του, ούτε η ευτυχία τους, αλλά αυτός ο εξαίρετος ευφημισμός, αυτό το χαμόγελο στα χείλη κάποιου που τον υποβάλλουν σε βασανιστήρια και για τον οποίο ο πόθος είναι το πιο γλυκό απ’ όλα τα μαρτύρια”