Μέσα στην κόλαση των αναίσχυντων ανθρώπινων σχέσεων καταβυθίζεται ο άνθρωπος και εκείνος που ποθεί να αναπνεύσει έναν άλλο αέρα καταντά να γίνει μισάνθρωπος και λόγω ανάγκης και λόγω επιλογής. Η δίνη των ανήθικων ημερών βρίσκεται εν πλήρει εξελίξει στη Βαβέλ όπου ζούμε και ο άνθρωπος που νιώθει έξω από τα τεκταινόμενα, σαν ψάρι έξω από το νερό, στέκεται ενεός ενώπιον των φαιδρών συμπεριφορών, δοκιμάζεται και υπόκειται σε ψυχολογικό εσωτερικό πόλεμο και στη βάσανο της επιβίωσής του. Κοιτάζει γύρω του και το μόνο που αντικρύζει είναι απαξίωση, απογοήτευση και απόγνωση από κυρίους και κυρίες που αλληλοεπαίρονται για τα δήθεν επιτεύγματά τους και για τον κύκλο των επαφών τους, μην έχοντας τι άλλο να επιδείξουν. Και όμως στο παρασκήνιο των επίπλαστων αυτών επαφών κυριαρχεί το κουτσομπολιό, αναλίσκονται όλοι να ασκούν κριτική σε αυτούς που πριν από λίγο επαινούσαν, ένας αηδιαστικός φαύλος κύκλος δίχως τέλος. Δήθεν φιλίες και επιφανειακές κολακείες δίνουν και παίρνουν σε ένα παιχνίδι απόλυτα ψεύτικο.
Μέσα στις συναναστροφές του, ο ήρωας του Μολιέρου συναντά ανθρωπάρια, κόλακες και ανόητους ανθρώπους με τους οποίους αδυνατεί να συνομιλήσει, να συνυπάρξει, να συμβιώσει, να συνεννοηθεί. Στέκονται απέναντι του ζητώντας τη γνώμη του και το μόνο που περιμένουν είναι απλά εκείνος να επιβεβαιώσει το πόσο σπουδαίοι είναι. Μισεί ό,τι επιτηδευμένο και απεχθάνεται την κουτοπονηριά και την ματαιοδοξία, είναι δυστυχής που βρέθηκε να ζει σε αυτόν τον κόσμο. Ο Μισάνθρωπος του Μολιέρου δεν είναι ένα έργο εποχής, της εποχής του δηλαδή, είναι ένα έργο που διαρκεί στον χρόνο, είναι η φωνή ενός συγγραφέα που αφουγκράζεται τον παλμό κάθε κοινωνίας, προγενέστερης ή μεταγενέστερης και αναδεικνύει την μοναξιά του πουθενά και του τίποτε που επικρατεί. Είναι όμως και ένα έργο κωμικό και κυρίως έτσι το εξέλαβαν όσοι είδαν από κοντά τις παραστάσεις από το 1666 που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά έως και σήμερα. Πρόκειται για ένα αριστοφανικό έργο καθώς ο Μολιέρος δείχνει να εμμένει σε όσα ο αρχαίος Έλληνας συγγραφέας είχε καταδείξει από τότε στο κείμενό του. Και αυτό γιατί μπορεί οι εποχές να αλλάζουν, οι άνθρωποι όμως όχι.
Κοινωνική και πολιτική σάτιρα, διακωμώδηση μιας ζωής φτιασιδωμένης με ψεύτικα υλικά
Και όμως η πραγματική σημασία του έργου δεν βρίσκεται τόσο στα κωμικά στοιχεία που όντως είναι παρόντα, όσο σε αυτά που πρεσβεύει ο Αλσέστ ως προσωπικότητα και ως νους. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που παραπέμπει στον Δον Κιχώτη του Θερβάντες, έναν μοναχικό καβαλάρη με άποψη για τα κοινωνικά ζητήματα, έναν δίκαιο και ειλικρινή άνθρωπο που αντιμετωπίστηκε ως γραφικός και λίγο πολύ ως αφελής και ιδεαλιστής, κάποιος δηλαδή που κυνηγάει ουτοπίες και δεν συμβαδίζει με την εποχή του. Αυτή η αντίληψη των θεατών του έργου αν και σαφώς εδραιωμένη είναι εσφαλμένη καθώς ο Αλσέστ κινητοποιείται από τις δικές του προσωπικές δυνάμεις και πιστεύει ακράδαντα σε έναν άλλο κόσμο, πλασμένο από αγάπη, δικαιοσύνη και αλήθεια, τουτέστιν σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο. Για αυτό και αντιδρά έντονα σε κάθε τι που εναντιώνεται στις αρχές και τις αξίες του, σε κάθε προσπάθεια να εκφράσει την αντίθεσή του σε αυτά που ακούει και βλέπει βρίσκει μόνο πόνο και απελπισία, για αυτό και φεύγει για το πουθενά, να ησυχάσει. Η Σελιμέν, την οποία αγάπησε με όλο του το είναι, τον φέρνει με την συμπεριφορά της στη θέση της φυγής γιατί το μόνο που επιθυμήσει είναι να ηρεμήσει την πληγωμένη του ψυχή και καρδιά.
Ο Μολιέρος σχολιάζει τόσο στο Μισάνθρωπο όσο και σε άλλα έργα όπως ο Ταρτούφος, την εποχή του, την κουρασμένη και στραγγαλισμένη εποχή του. Μια εποχή στην κόλαση υπάρχει γύρω του, εκεί όπου όλα κρίνονται βάσει του χρήματος και όχι του πνεύματος, βάσει γνωριμιών και όχι των γνώσεων. Όταν δε το πνεύμα εμφανίζεται τάχα μεγαλοπρεπές και στομφώδες, όπως ο Οράντ, τότε εκείνος γίνεται πυρ και μανία, διακωμωδεί τον δήθεν ποιητή που έχει το θράσος να εμφανίζεται μπροστά του, τον βρίσκει αποκρουστικό και τον προκαλεί απευθυνόμενος σε εκείνον με ειρωνεία αλλά και με ειλικρίνεια. Ο Μισάνθρωπος είναι ο καθρέφτης του Μολιέρου, είναι το εγώ του που ταλαιπωρείται και βασανίζεται σε μια εποχή όπου όλα μοιάζουν ανήθικα. Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι εξουσίες συγκεντρώνονται σε έναν και μοναδικό άρχοντα, τον βασιλιά, τον Λουδοβίκο ΙΔ εν προκειμένω, αυτός κινεί τα νήματα με κάθε τρόπο και εκείνου την εύνοια επιδιώκουν όλοι σε σημείο που και ο ίδιος τυφλωμένος από την αυλή του αδυνατεί να δει τα γεγονότα καθαρά. Ο Μολιέρος πάντα κατακεραυνώνει τον πονηρό και αναίσχυντο άνθρωπο που ζει εις βάρος των άλλων, περιπαίζει τον κόσμο γύρω του και νιώθει πως επιτελεί το καθήκον του, ενώ στην πραγματικότητα ατιμάζει τον ίδιο του τον εαυτό περιπλανώμενος από ψευτιά σε ψευτιά.
Σε μια εποχή, όπως η σημερινή, όπου τα δεδομένα πάνε από το κακό στο χειρότερο και οι ανθρώπινες σχέσεις διαβάλλονται από την επέλαση του επονομαζόμενου τεχνολογικού θαύματος, ο άνθρωπος βρίσκεται σε δεινή θέση, είναι αιχμάλωτος και δέσμιος. Έχει καταδικάσει την γνώση, την πραγματική γνώση και υπηρετεί μια μηχανή που όλο και τον διαφθείρει. Οι άνθρωποι αν και κοινωνικά ανοικτοί είναι στην πραγματικότητα όμηροι μιας δικής τους εικονικής πραγματικότητας που ουδεμία σχέση έχει με την κανονική κοινωνικότητα. Ζουν σε ένα σύννεφο όπου όλοι τους επικροτούν και αρέσκονται να τους “ακολουθούν” στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ωστόσο, στην πραγματικότητα είναι μόνοι κατάμονοι. Εκείνος που αποφασίζει να δράσει αλλιώς, που θέλει να μείνει έξω από αυτό το τραγελαφικό τσίρκο, εκείνος που απωθείται από όλο αυτό το πανηγύρι της ανοησίας και της ματαιοπονίας και απέχει εν γνώσει του από κάθε τέτοια δραστηριότητα τοποθετείται στο πυρ το εξώτερον και για αυτό θεωρείται μισάνθρωπος.
Κηρύττοντας την αλλαγή σε έναν κόσμο που όλο και αυτοκαταστρέφεται πνευματικά
Όταν η κοινωνία σε καθιστά με τις πράξεις της πρόβατο επί σφαγή και έρμαιό της τότε οφείλεις να λάβεις αποφάσεις για να αυτοπροστατευτείς και να μην γίνεις βορά στην αρένα που έχει στηθεί. Αυτός ο σημερινός σκεπτόμενος άνθρωπος λοιπόν απομονώνεται γιατί απλά δεν μπορεί και δεν θέλει να επικοινωνεί με πνευματικά χειραγωγημένους συνανθρώπους του, γίνεται λοιπόν αυτομάτως ένας σύγχρονος μισάνθρωπος που ζει στο περιθώριο. Παίρνει τις αποστάσεις του, μένει μόνος με τον εαυτό του, συλλογίζεται και στοχάζεται μακριά από κάθε επικίνδυνο ή επιζήμιο πρόσωπο. Αυτό που επιλέγει είναι να ζει μοναχός στο δικό του καταφύγιο σαν αετός περήφανος, σε έναν τόπο δηλαδή σαν το νησί όπου ο Αλσέστ αποφάσισε να καταφύγει γιατί δεν αντέχει άλλο την υποκρισία και την επιπολαιότητα των ανθρώπων. Ανοίγει την πόρτα της εξόδου αυτοβούλως και αυτοεξορίζεται για να μην ακούει και να μην βλέπει όσα μικροπρεπή και μικρόψυχα συμβαίνουν, επιθυμεί να μείνει εκτός ανθρώπινης εμβέλειας. Οι γύρω του αδυνατούν να νιώσουν την ανθρώπινη επαφή, να ξεφύγουν από την ανοησία και να συγκεντρωθούν σε ουσιώδη ζητήματα και συνεπώς βαλτώνουν σε έναν βούρκο που οι ίδιοι επέλεξαν να μπουν για να είναι αρεστοί.
Η εποχή του Μολιέρου, αν και εντελώς διαφορετική από την σημερινή, είναι και προφητική για την ανθρώπινη φύση που διαπράττει τόσους αιώνες λάθη, αμαρτίες και σφάλματα επαναλαμβανόμενα. “Η ανθρωπότητα έχει γίνει τόσο ρηχή, / θέλω να έρθω σε ρήξη με το σύνολο της ανθρώπινης φυλής” θα πει σε μια αποστροφή του λόγου του ο Αλσέστ και σε αυτό εμπεριέχεται όλη η φιλοσοφία του. Αρνείται με κάθε τρόπο να προσποιηθεί και να υποκριθεί κάποιον άλλον πέραν του εαυτού του. Είναι κυνικός, σκληρός και απότομος με τους υπόλοιπους ανθρώπους όταν τους συναντά γιατί απλά σιχαίνεται τη διπροσωπία τους, την δήθεν φιλία τους και έτσι έρχεται σε πλήρη ρήξη με κάθε έννοια ευτέλειας και γελοιοποίησης του ανθρώπινου είδους. Ο Μολιέρος είναι η πηγή από την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να αντλήσει νερό και να ξεδιψάσει σαν τον μελετήσει διεξοδικά και λάβει τα ηχηρά διδακτικά μηνύματα που εκπέμπει. Οι άνθρωποι του σήμερα δεν έχουν παρά να εντρυφήσουν στο έργο του και να αναστοχαστούν εαυτούς και αλλήλους για τα πεπραγμένα τους με την ελπίδα μήπως έστω και λίγο μπορέσουν να αλλάξουν.