Όταν ένας εκ των κορυφαίων λογοτεχνών όπως ο Ιβάν Τουργκένιεφ αποφασίζει να καταπιαστεί με δύο έργα εμβληματικά, τον Άμλετ και τον Δον Κιχώτη, τότε αυτό το τρίπτυχο, αυτή η συνάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αποκαλυπτική και θεμελιώδης. Όπως αναφέρεται στον πρόλογο της έκδοσης από τον ίδιο τον μεταφραστή Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, η ιδέα της συγγραφής αυτής της τόσο διεισδυτικής ανάλυσης εντυπώθηκε στον νου του Τουργκιένιεφ από πολύ νωρίς καθώς είχε, όχι άδικα, γοητευτεί από τα δύο πρόσωπα και πρωταγωνιστές των γνωστών πλέον έργων και είχε σκοπό να προχωρήσει στη δημοσίευση του κειμένου του. Ο ίδιος ο Τουργκιένιεφ εξάλλου σε μια επιστολή του αναφέρει χαρακτηριστικά πως ετοιμάζει ένα άρθρο για την σχέση Άμλετ και Δον Κιχώτη ήδη με ημερομηνία 3 Οκτωβρίου 1856.
Παντρεύοντας μοναδικά δύο συγγραφείς και δύο εντελώς αντισυμμετρικές ιστορίες ανθρώπων
Ο λογοτεχνικός κόσμος του 19ου αιώνα εμπνέεται από παλαιότερους συγγραφείς και πόσο μάλλον από δύο μεγαθήρια της λογοτεχνίας όπως ο Σαίξπηρ και ο Θερβάντες. Ο Τουργκιένιεφ είναι και αυτός “θύμα” αυτής της σαγήνης που ασκούν τα κλασικά αναγεννησιακά έργα και στην ανάλυσή του εμβαθύνει στους χαρακτήρες, στις αδυναμίες, τα τρωτά σημεία και τις προσωπικότητες των δύο ηρώων, τόσο αντίθετων μεταξύ τους. Είναι ευχής έργον να υπάρχουν και στα ελληνικά τέτοια πονήματα τόσο μεστά σε γνώση, δοκίμια που προσφέρουν στο αναγνωστικό κοινό να μυηθεί στο σύμπαν της φιλοσοφίας και του στοχασμού. Διότι η λογοτεχνία πέραν του κοινωνικού της έργου κομίζει και αέρα φιλοσοφίας, έργα όπως ο Άμλετ και ο Δον Κιχώτης δεν θα μπορούσαν ποτέ να στεγαστούν κάτω από μια μονόπλευρη και μονοδιάστατη κατηγοριοποίηση, θα τα αδικούσε κατάφορα.
Ο πολυγραφότατος και τόσο αναγνωρισμένος, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ρωσία, συγγραφέας μας καθηλώνει με τον τρόπο που αναλύει τις φυσιογνωμίες των δύο πρωταγωνιστών. Ο Δον Κιχώτης, αυτή η οικουμενική και πανανθρώπινη μορφή της καλοσύνης και της γενναιότητας ουσιαστικά στέκεται απέναντι στον αυτοκαταστροφικό και νάρκισσο Άμλετ, αδύναμο μπροστά στα πάθη του και τόσο ανασφαλή στα συναισθήματά του. Είναι η βεβαιότητα που αντιμάχεται τη διστακτικότητα, είναι η εγωπάθεια που αντιστέκεται στη μεγαλοσύνη, είναι το εγώ απέναντι στο εμείς. Γιατί ο Δον Κιχώτης και ο Άμλετ είναι δύο εκ διαμέτρου αντίθετες ανθρώπινες μορφές σε όλες τους τις εκφάνσεις, στις σκέψεις και στις πράξεις και βέβαια τους διατρέχουν διαφορετικές συναισθηματικές ροές.
Ως προς τον συναισθηματικό τους κόσμο, ο Δον Κιχώτης αγαπά τον άνθρωπο, θα θυσιαστεί για αυτόν, θα δώσει και την ίδια του τη ζωή για να δει την αλλαγή να συμβαίνει. Ο Άμλετ, αβέβαιος για τον ίδιο του τον εαυτό και έρμαιο της ναρκισσιστικής του διάθεσης, δεν αγαπά ούτε τον εαυτό του και αυτό γιατί δεν γνωρίζει τον εαυτό του και δεύτερον γιατί φοβάται και την ίδια του την σκιά, είναι ένας δυστυχής και ανασφαλής άνθρωπος που αδυνατεί να εκφραστεί καθαρά. Ο Δον Κιχώτης από την άλλη πλευρά είναι η προσωποποίηση της καλώς εννοούμενης αφέλειας, της απόλυτης αγνότητας, είναι εκείνος που θα συγχωρέσει ακόμα και τον εχθρό του αφού έχει κατανοήσει τα λάθη του και τις αμαρτίες του, είναι ένας σύγχρονος Χριστός υπό αυτή την έννοια. Αγαπά κατά συνέπεια τη Δουλτσινέα του ανεπιφύλακτα και ανιδιοτελώς, ο Άμλετ αγαπά την Οφήλια γιατί θέλει ο ίδιος να αγαπηθεί από εκείνη, άρα έχει δεύτερες και τρίτες σκέψεις, ο σκοπός του είναι πονηρός και υποδόριος, δεν δύναται να δοθεί ολοκληρωτικά γιατί οι βάσεις της καρδιάς του είναι σαθρές.
Ο Τουργκιένιεφ στέκεται πολύ κατά την ανάλυσή του και στο γεωγραφικό χάσμα των δύο συγγραφέων που έζησαν την ίδια περίπου εποχή και αν ζούσαν στο σήμερα μπορεί και να είχαν συναντηθεί. Ο Σαίξπηρ είναι άνθρωπος του Βορρά και ο Θερβάντες άνθρωπος του Νότου, είναι δύο άνθρωποι με εντελώς διαφορετικό τρόπο σκέψης και θέασης των πραγμάτων, είναι δύο προσωπικότητες που επηρεάζονται από το κλίμα και την ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων που τους περιτριγυρίζουν. Ο Σαίξπηρ είναι πιο σκληρός, πιο τραχύς, πιο δραματικός και πιο κοντά στο βραχώδες και άγριο τοπίο ενώ η ψυχή του Θερβάντες διακατέχεται από μια ηπιότητα, μια μεγαλύτερη κατανόηση, είναι η θάλασσα της Μεσογείου και ο ήλιος που ζεσταίνουν την γραφή του και κατόπιν τούτων μπορεί και μετριάζει το δράμα ενώ ενσταλάζει στον ήρωά του χαρά και αισιοδοξία.
Πρόκειται αναμφίβολα για δύο κορυφαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και θεατρικής ιστορίας, δύο έργα που ο Τουργκιένιεφ αποφασίζει να επεξεργαστεί με σκοπό να τα ερμηνεύσει και να τα καταλάβει καλύτερα ο ίδιος. Είναι ίδιον των μεγάλων συγγραφέων να είναι ανήσυχοι και να καταπιάνονται με αναλύσεις πέραν των δικών τους προσωπικών ορίων, είναι η αναμέτρηση αυτή με το άγνωστο και το δύσκολο που τους σαγηνεύει ως μια αποστολή αλλά και ιεραποστολή. “… ο Δον Κιχώτης είναι διάκονος των ιδεών του και γι’ αυτό το λόγο περιβάλλεται από φωτοστέφανο” ενώ ο Άμλετ από την άλλη μεριά “ζη μόνο για τον εαυτό του, είναι εγωιστής. Αλλά, αν και εγωιστής, δεν πιστεύει στον εαυτό του ͘ μπορεί να πιστέψη μόνο σε ό,τι βρίσκεται έξω από εμάς και πάνω από εμάς” θα γράψει ο Τουργκιένιεφ με όλη την ευφυΐα που τον διακρίνει. Είναι αδιαμφισβήτητα ένα πόνημα που απευθύνεται σε όλους γιατί μιλάει για τον ίδιο τον άνθρωπο.
“Όλα περνούν, όλα χάνονται, τα μεγάλα αξιώματα, η εξουσία, η μοναδική μεγαλοφυΐα, όλα γίνονται στάχτη… Κάθε τι το γήινο, διαλύεται σαν καπνός“
“Ο Άμλετ με την παραμικρή αποτυχία χάνει το ηθικό του και αρχίζει να παραπονιέται ͘ ενώ ο Δον Κιχώτης, χτυπημένος από τους εγκληματίες της γαλέρας μέχρι του σημείου να μην μπορή να κουνηθή, δεν αμφιβάλλει καθόλου για την επιτυχία του εγχειρήματός του”