Δεν συγκαταλέγεται τυχαία στους κορυφαίους συγγραφείς της εποχής του, δεν είναι τυχαία που εκδόσεις σαν και αυτή βρίσκουν το φως της δημοσιότητας ξετυλίγοντας το κουβάρι των σκέψεών του που μας είναι πολύτιμες σχεδόν εκατό χρόνια από τότε που γράφτηκαν. Είναι από εκείνους τους συγγραφείς που συνεχίζει να στοχάζεται και να συλλογάται ελεύθερα άρα καλά για να θυμηθούμε τον Ρήγα Φεραίο. Μακριά από στερεότυπα και φόβο, ο Τσβάιχ εισέρχεται στην ουσία των πραγμάτων, αντιλαμβάνεται όσα συμβαίνουν γύρω του, τις ραγδαίες αλλαγές δηλαδή στις οποίες έχει υποκύψει ο κόσμος. Βιβλία σαν και αυτό είναι πολύτιμοι λίθοι για να κατανοήσουμε τον τότε αλλά και τον τωρινό κόσμο που δεν απέχει πολύ από εκείνον, διότι μπορεί οι εποχές να αλλάζουν, οι άνθρωποι όμως όχι δυστυχώς. Διαχρονικός και πάντα επίκαιρος, όσο και αν αυτό έχει πολυφορεθεί ως έκφραση και ως επιθετικός προσδιορισμός, ο Τσβάιχ προβληματίζεται και μοιράζεται μαζί μας αυτούς τους προβληματισμούς του.
Ο Στέφαν Τσβάιχ, με καταγωγή εβραϊκή, βρέθηκε ανάμεσα σε εκείνους τους διανοητές που αναγκάστηκαν να ρίξουν αυλαία στη ζωή που ζούσαν από τη στιγμή που είδαν πως ο Χίτλερ άρχισε να επικρατεί και να επιβάλλει τον εγκληματικό του όλεθρο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, δεν άντεξε να περιμένει. Άκρως διαφωτιστική υπήρξε η αλληλογραφία που αντάλλασσε με τον έτερο κορυφαίο διανοητή της πρώην Αυστροουγγρικής μοναρχίας και έμπιστο φίλο του, Γιόζεφ Ροτ. Μέσα από την ανάγνωση των επιστολών τους, μπορεί οποιοσδήποτε να εντρυφήσει στο ανήσυχο πνεύμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Τα κείμενά του, όπως αυτό, είναι απόδειξη της συνεχόμενης ανάγκης του να αναλύει και να αποδομεί την εποχή του, εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’30 οπότε και γράφει αυτό το εξαιρετικό κείμενο γεμάτο με απορίες και ερωτήματα για το πού πάει ο κόσμος.
Δίνει παραδείγματα, όπως ο κινηματογράφος, ο χορός, η μόδα και μέσα από αυτά αποκαλύπτει γιατί στην Ευρώπη οι κοινωνίες χάνουν σιγά σιγά την αυθεντικότητά τους και ομογενοποιούνται επηρεασμένες από την Αμερική, μιλά ήδη από τότε για το διαδεδομένο πια φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης εκατό χρόνια πριν. Είναι δίκαια ένας πρωτοπόρος, ένας οραματιστής, ένας σύγχρονος και διορατικός προφήτης. Γράφει με χαρακτηριστικό τρόπο: “… αυτή η ομογενοποίηση των εξωτερικών εκφάνσεων της ζωής είναι πιο γρήγορη και πιο τρομακτική παρά ποτέ. Ας είμαστε ξεκάθαροι! Είναι ίσως το πιο καυτό, το πιο επικίνδυνο φαινόμενο του καιρού μας”. Και αν αυτά τα αναφέρει σε καιρούς που δεν είχε σαρώσει η τεχνολογία τα πάντα στο πέρασμά της μετατρέποντας τις κοινωνίες του σήμερα σε χειραγωγούμενα σύνολα, αλίμονο τι θα έγραφε αν ζούσε σήμερα.
Όντας εγώ, όπως και εσείς, μέλη μιας κοινωνίας που συνεχώς μεταλλάσσεται και μεταβάλλεται μέσα από διάφορα κοινωνικοψυχολογικά γεγονότα πάσης φύσεως, θα νιώσετε το άγγιγμα του συγγραφέα πάνω σας, σαν ένα χέρι άλλοτε να σας χαστουκίζει και άλλοτε να σας χαϊδεύει. Μήπως άλλωστε υπάρχει σταθερότητα και ισορροπία στην χαρμολύπη της καθημερινής μας ζωής; Πληθώρα ηθικών αποριών και σκέψεων καταφθάνουν από κάθε γωνιά του μυαλού του και εμείς, ο καθένας με τις εμπειρίες του και τις προσλαμβάνουσές του, δονείται από αυτήν την αγωνία, τη βιώνει και την επεξεργάζεται κατά το δοκούν. Το μόνο σίγουρο είναι πως η ανθρώπινη αδυναμία στη διαφορετικότητα στην οποία αναφέρεται με κάθε ευκαιρία ο Zweig δεν εξαλείφεται, δεν σβήνεται και δεν εξαϋλώνεται, είναι ένα μικρόβιο που δεν βρίσκει θεραπεία γιατί απλά είναι έμφυτη και κινεί τα νήματα του καθενός και της καθεμιάς σε κάθε έκφανση αυτού που ονομάζουμε ζωή.
Φορτώθηκε ο ίδιος εκ γενετής με το μικρόβιο της αιώνιας σκέψης, αυτής που δεν αφήνει στιγμή να ησυχάσει το μυαλό και αδυνατεί να γευτεί την απόλυτη γαλήνη και την απόλαυση της ζωής. Μοιάζουν αυτά τα θέματα του μυαλού, να πνίγουν το είναι του, σαν κάποιος να πειράζει συνέχεια τα καλώδια του νου του γιατί τι είναι το μυαλό παρά ένα σύνολο καλωδίων που συνδέονται και αποσυνδέονται εις το διηνεκές. Πολλές φορές δεν τα ορίζει αλλά τον ορίζουν αυτά σαν παρτίδα σκάκι που δεν έχει τέλος, αυτά τον καθοδηγούν τη μέρα και κάθε φορά που έρχεται αντιμέτωπος με κάποιο συμβάν που τον συνταράσσει. Αυτός είναι ο σπουδαίος Στέφαν Τσβάιχ και αυτό το βιβλίο είναι μια ακόμα απόδειξη της σπουδαιότητας των λόγων του και των γραπτών που μας άφησε κληρονομιά.
Ο Τσβάιχ με το σύντομο αυτό σύγγραμμα μοιράζεται την σκέψη του μαζί μας και απευθύνεται στο κοινό της εποχής του ταρακουνώντας τα νερά όντας εκείνος, όπως άλλωστε το αναφέρει και στο βιβλίο, από τους λίγους που μπορούν και αρθρώνουν έναν διαφορετικό λόγο από την μάζα. “Εξακολουθούν να υπάρχουν δυνάμεις, που δεν υποκύπτουν στον κατακερματισμό και στην ισοπέδωση. Η φύση επιμένει ν’ αλλάζει σε όλες τις εκφάνσεις της και με το πέρασμα των εποχών διαμορφώνει βουνά και θάλασσες με τρόπους αιωνίως νέους” θα γράψει με τρόπο έντονο και αληθινό. Ο Τσβάιχ δεν είναι απλά ένας συγγραφέας, αλλά ένας πνευματικός άνθρωπος, ένας διανοητής και αυτό διαφαίνεται μέσα από το πλούσιο έργο του. Είναι σημείο αναφοράς για τον μεσοπόλεμο και έχει καταπιαστεί με πληθώρα πολύ σημαντικών συγγραμμάτων, το έχει ήδη πράξει με αφιερώματα σε προσωπικότητες όπως η Μαρία Αντουανέτα, ο Μονταίνιος, ο Τολστόι, ο Μπαλζάκ και πολλοί άλλοι. Εδώ όμως πρόκειται για ένα σύγγραμμα πολύ διαφορετικό, ο στόχος του είναι να ταρακουνήσει τις συνειδήσεις των ανθρώπων της εποχής του με το μόνο όπλο που διαθέτει την γραφή του.
“Ίσως μια μέρα να φτιαχτεί για εμάς, τα τελευταία δείγματα ενός σπάνιου είδους, ένα φυσικό πάρκο ͘ ένα κλειστός και προφυλαγμένος χώρος όπου θα επιβιώνουμε ως αξιοπερίεργα της εποχής”
“Τελευταία ελπίδα: Δεν μένει παρά μόνο μία για μας, που θεωρούμε πια μάταιο τον αγώνα: η φυγή, η φυγή εντός μας”