Ο καλλιτέχνης δεν είναι τίποτα χωρίς το ταλέντο, αλλά το ταλέντο δεν είναι τίποτα χωρίς τη δουλειά». Και πράγματι, ο κοινωνικά ευαίσθητος Εμίλ Ζολά ποτέ δε σταμάτησε να εργάζεται με όπλο το χάρισμά του στη γραφή. Ποτέ δεν κουράστηκε να κυκλοφορεί σαν ιμπρεσιονιστής ζωγράφος και να καταγράφει με την ματιά του και ύστερα με το μελάνι του επάνω στο χαρτί τις κοινωνικές ανθρώπινες στιγμές, τις εξάρσεις, τις αδυναμίες, τα τρωτά σημεία που αντίκριζε. Αυτό το έκανε ακόμα και όταν δεν είχε το παραμικρό εισόδημα από τα γραπτά του, ακόμα και όταν με ένα απλό κερί και με ένα κομμάτι ψωμί για φαγητό πάσχιζε και μοχθούσε να αποτυπώσει αυτά που τον απασχολούσαν. Ο Ζολά είναι ένας αγωνιστής του λογοτεχνικού είδους, ένας ιδεολόγος, όχι εξ’ ανάγκης αλλά εκ πεποιθήσεως, είναι ανθρωπιστής γιατί με τον τρόπο του υπηρετεί τον άνθρωπο και τον θέτει στο προσκήνιο, όχι για να τον ενοχοποιήσει, αλλά για να καταδείξει πως ο δρόμος της ανηθικότητας και της ανειλικρίνειας δεν έχει επιστροφή.
Με το «Κατηγορώ», ο Ζολά ξεπερνά τον εαυτό του και κινδυνεύει ο ίδιος τη στιγμή της δόξας του και σε εκείνο τον χρονικό ορίζοντα όπου θα μπορούσε να γευτεί τους καρπούς της δημοτικότητάς του. Αναλαμβάνει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη γενναία και όχι αναγκαία από μέρους του υπεράσπιση, όχι μόνο ενός ανθρώπου αλλά και της ιδέας του κράτους δικαίου, η οποία οδεύει προς την απόλυτη σύληση. Χωρίς να του ζητηθεί και όντας ο μόνος που υπερασπίζεται τον Ντρέιφους με το εξαιρετικά δομημένο και άρτιο κείμενό του που ξεπερνάει βέβαια τα λογοτεχνικά όρια θυμίζοντας δικανικό εγχειρίδιο, ο Ζολά βράζει και είναι εξοργισμένος έπειτα από τις αποκαλύψεις πως η δίωξη του αξιωματικού Ντρέιφους σκηνοθετημένη από το Γαλλικό Υπουργείο Άμυνας και η χωρίς καμία απόδειξη ενοχής του έχουν πραγματοποιηθεί λόγω του γεγονότος πως ο εν λόγω αξιωματικός είναι Εβραϊκής καταγωγής. Ο Ζολά υπερασπίστηκε το Ντρέιφους στέλνοντας ανοιχτή επιστολή στο Γάλλο πρόεδρο, η οποία δημοσιεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1898 στο εξώφυλλο της παριζιάνικης καθημερινής εφημερίδας L’Aurore, του Ζωρζ Κλεμανσώ, υπό τον τίτλο “Κατηγορώ!”.