Ο συγγραφέας της Κάρμεν και Κολόμπα, Προσπέρ Μεριμέ γνωρίζει τον γηραιότερο Σταντάλ σε σχετικά μικρή ηλικία και θαμπώνεται από την προσωπικότητα του περίφημου και ένδοξου συγγραφέα του Μοναστηριού της Πάρμας, του Κόκκινου και του Μαύρου και τόσων άλλων αξιομνημόνευτων κειμένων όπως το Περί έρωτος. Φαίνεται να αναπτύσσεται μεταξύ των μία σχέση δασκάλου και μαθητή. Εν είδει αφιερώματος αλλά σαφώς και ανάμνησης μέσω του μικρού αυτού βιβλίου, ο Μεριμέ αποτίνει φόρο τιμής στον άνθρωπο, τον συγγραφέα, τον φιλόσοφο, τον άνδρα, τον εραστή – γιατί υπήρξε και τέτοιος – Σταντάλ. Δεν στέκεται τόσο στο συγγραφικό του έργο αλλά μας ξεδιπλώνει πιο πολύ πτυχές της τόσο αμφιλεγόμενης προσωπικότητάς του σαγηνεμένος ο ίδιος από την ιδιαιτερότητα και την φυσιογνωμία του. Εξάλλου μέσα από τις αφηγήσεις αυτές κατανοούμε και έχουμε πληρέστερη εικόνα σχετικά με τους λόγους που τον οδήγησαν να γράψει βιβλία όπως το Περί Έρωτος στο οποίο περιγράφει αποτυχημένους έρωτες και πληγωμένες αναμνήσεις από τις ερωτικές του περιπτύξεις, κάτι που θα πράξει και ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε στις δικές του Ελεγείες του Ντουίνο.
Ο Μεριμέ, με ενθουσιασμό που είναι εμφανής καθ’ όλη την διάρκεια της εξιστόρησης της ζωής του Σταντάλ αλλά και με έντονο το αίσθημα της συγκίνησης για τον ξακουστό συγγραφέα, εμπνέεται από ένα χωρίο της Οδύσσειας για να αναφέρει στην αρχή του κειμένου του πως “τα καθήκοντα τα οποία έχουμε εμείς οι άθρησκοι απέναντι στους νεκρούς μας δεν εξαντλούνται στην εκφορά που τους εξασφαλίζει η πολιτεία”. Ψέγει εν ολίγοις και με τρόπο έμμεσο όλους αυτούς που παραμέλησαν να παρευρεθούν στην κηδεία του και δεν τον αποχαιρέτησαν έστω και συμβολικά και τυπικά ως όφειλαν. Και κάπου αλλού σχολιάζει γλαφυρά: “Γράφω λοιπόν ετούτες τις σελίδες προκειμένου να αναπληρώσουν τα όσα δεν κάναμε τότε στην κηδεία του Μπ. (Ανρί Μπελ το πραγματικό του όνομα). Επιθυμώ να μοιραστώ με μερικούς από τους φίλους του τις εντυπώσεις και τις μνήμες μου”.