William Golding, Φωτιά στα έγκατα της γης, Εκδόσεις Διόπτρα

Ο άρχοντας των μυγών του Γκόλντινγκ είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο διαχρονικά μυθιστορήματα αγγλικής λογοτεχνίας, ένα βιβλίο σημείο αναφοράς για μικρούς και μεγάλους, ένα βιβλίο σημερινό, επίκαιρο, καθόλου φανταστικό αλλά πολύ πραγματικό. Περιγράφει μια σκληρή πραγματικότητα το πόσο συγκλονιστικό και πόσο σκληρό είναι να ζει κανείς σε μία κοινωνία που οι κανόνες και οι νόμοι κλίνουν προς το χάος και την πλήρη αναρχία, το πόσο άπληστο, κακεντρεχές και αχάριστο ζώον είναι ο άνθρωπος και πως γίνεται μόνον σε αυτόν να οφείλονται όλα τα κακώς κείμενα αυτού του κόσμου. Αυτό που ο συγγραφέας κατορθώνει είναι να μας θυμίζει την απίστευτη και αδιάκοπη ροπή προς την βαναυσότητα ενώ βυθίζεται η καλοσύνη και η αγαθότητα. Ο Γκόλντινγκ διαθέτει και εδώ την ίδια φιλοσοφία μόνο που αλλάζει το σκηνικό του θεάτρου του, δηλαδή αντί του νησιού οι ήρωές του εδώ ζουν απομονωμένοι σε ένα πλοίο.

Το χρονικό της μαθητείας ενός μέλους του πληρώματος πλοίου που βαδίζει στο γνωστό άγνωστο

Ξεδιπλώνει λοιπόν όλο το φάσμα των εμπειριών του καθώς ο ίδιος είχε λάβει μέρος ως μέρος του πληρώματος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου σε αντιτορπιλικό και είχε δει από κοντά τα όσα συνέβαιναν υπό συνθήκες σκληρές και πολύ δύσκολες. Οι κίνδυνοι και οι επισφαλείς καταστάσεις είναι στην ημερήσια διάταξη ενός πλοίου και δεν έχει σημασία πως το ιστορικό πλαίσιο αλλάζει εδώ, τα ίδια συνέβαιναν τόσο κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους όσο και κατά τη διάρκεια της δικής του συμμετοχής καθώς δεν είναι μόνο τα απρόβλεπτα της φύσης με τα οποία ο άνθρωπος έχει να παλέψει αλλά και οι ίδιοι οι συνάνθρωποι, οι διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, οι έχθρες και τα μίση, οι ανθρώπινες αδυναμίες εν γένει. Ο Γκόλντινγκ λοιπόν πλάθει ένα μυθιστόρημα μαθητείας καθώς με πυξίδα τον Έντμουντ Τάλμποτ, τον ήρωα και πρωταγωνιστή του, ξετυλίγει το κουβάρι των ανθρώπινων ορίων και των οριακών καταστάσεων που ουδείς γνωρίζει πού μπορούν να οδηγήσουν.

Στον Άρχοντα των μυγών δεν πρωταγωνιστούν ενήλικες, δεν βρίσκονται σε πρώτο πλάνο κάποιοι άνθρωποι με ολοκληρωμένη προσωπικότητα αλλά παιδιά που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα τους, ζυμώνονται μέσα τους και χτίζουν το μέλλον τους. Παιδιά που θα επιθυμούσαμε να είναι αγνά, αμόλυντα και μακριά από εγγενείς δυσλειτουργίες της ενήλικης ψυχής, παιδιά που ο αναγνώστης μπορεί να ονειρεύεται και να αφήνεται να πιστέψει πως με την αθωότητά τους μπορούν και καταφέρνουν να ξεχωρίσουν από την αγριότητα και την αντιπαλότητα που επιδεικνύουν οι “μεγάλοι”. Πόσο μάταια και ουτοπικά είναι όλα αυτά κατά τον Γκόλντινγκ, πόσο φαύλες συμπεριφορές και κακοήθεις ενέργειες θα εκτυλιχθούν στο νησί και θα αποδείξουν το ακριβώς αντίθετο προς έκπληξη όλων; Το νησί εδώ είναι το πλοίο, αυτός ο μικρόκοσμος από τον οποίο ουδείς μπορεί να ξεφύγει και ουσιαστικά είναι μια καταδίκη για τους επιβάτες μέχρι το πλοίο να πιάσει στεριά. Άρα συμπερασματικά, όλοι είναι υποχρεωμένοι ή να συμβιώσουν ή να εξαφανιστούν αν τυχόν υπερισχύσουν άλλες συμπεριφορές όπως συνέβη στον Άρχοντα των μυγών. Ο Γκόλντινγκ αρέσκεται να μελετάει την ανθρώπινη φύση και εκεί έγκειται αναμφισβήτητα και η πεμπτουσία της λογοτεχνικής του φιλοσοφίας, ως άλλος Φρόιντ αναζητά τις απαντήσεις στα ερωτήματα, μέχρι ποιο σημείο μπορεί ένας άνθρωπος να αντέξει; 

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος, ο οποίος έχει φέρει εις πέρας με εξαιρετικά άρτιο και επιτυχή τρόπο το έργο της μετάφρασης του βιβλίου παραθέτει στο επίμετρο του βιβλίου τα εξής πολύ ενδιαφέροντα: «Κι αν οι χαρακτήρες του Γκόλντινγκ στην τριλογία είναι ολοζώντανοι όλοι, δοσμένοι με όλες τους τις αντιφάσεις (από τον εφημέριο Κόλεϊ μέχρι τον ξιπασμένο αλλά κι ευρηματικό υποπλοίαρχο Μπένετ, και μέχρι τον Μπρόκλμπανκ, τον Πάικ κι όλους τους άλλους), ένας κύριος χαρακτήρας, ίσως κι ο πρωταγωνιστής, είναι βέβαια το πλοίο το ίδιο, από την κάθε του γωνιά, που περιγράφεται καταλεπτώς καθώς οι άνθρωποι μοχθούν εκεί, ζουν, λογοφέρνουν, αρρωσταίνουν, φιλιώνουν, ερωτεύονται, ή και πεθαίνουν ακόμα». Άρα μιλάμε ανοιχτά για μια μικρή και κλειστή κοινωνία, η οποία καλείται υπό ορισμένες συνθήκες και χωρίς δυνατότητα απόδρασης από το πλαίσιο αυτό να συλλειτουργήσει, να προσπαθήσει να γεφυρώσει τις όποιες διαφορές και το χάσμα μιας και στο καράβι επιβαίνουν κάθε λογής κοινωνικές τάξεις.

Μέσα στην καθημερινότητα που είναι πολλές φορές η πιο δύσκολη συνθήκη, καθώς υπάρχει τριβή στις ανθρώπινες σχέσεις, υπάρχουν και εκλάμψεις ευτυχίας για τον νεαρό Τάλμποτ, ο οποίος μαθαίνει να ανταπεξέρχεται όπως ο Βίλχελμ Μάιστερ στο περίφημο μυθιστόρημα του Γκαίτε. Όλο αυτό το σκηνικό είναι ένα είδος εκπαίδευσης για τον ίδιο, να εκτελεί σωστά τις εντολές των ανωτέρων του και να νιώθει και ο ίδιος μια κάποια ισορροπία στην προσωπική του ζωή. Ο Τάλμποτ είναι κατά μία έννοια το άλλο εγώ του ίδιου του Γκόλντινγκ, άρα καθρεφτίζει εμμέσως πλην σαφώς τις δικές του αγωνίες, τις δικές του ανησυχίες, τα δικά του συναισθήματα μέσα από ένα πρόσωπο που μοχθεί να ζήσει και να επιζήσει. «Ανέβηκα στον προθάλαμο και χάρηκα που βγήκα στο μεσαίο κατάστρωμα και στάθηκα δίπλα στον πρότονο του μεγάλου ιστού. Όντως προχωρούσαμε. Τα πράγματα πρέπει να είχαν γίνει ακόμα πιο ευνοϊκά όσο εγώ βρισκόμουν κάτω με τον Τσαρλς, γιατί άνοιγαν τις κουρτελάτσες στο κύριο κατάρτι, ώστε να είμαστε έτοιμοι για μια περαιτέρω αύξηση του ανέμου. Μπροστά από την πλώρη μας ανοιγόταν μια απλωσιά φωτός, όμως προς την πρύμνη τεράστια οδοντωτά σύννεφα έμοιαζαν όχι τόσο να ορμούν προς το μέρος μας όσο να υψώνουν τρομερούς πύργους θύελλας». Το βιβλίο αυτό είναι το τρίτο μέρος της τριλογίας, μια τριλογία για το πώς ο άνθρωπος καλείται να αντιμετωπίσει τον κακό του εαυτό και την φύση.

«Η Φύση προσπαθεί να μας ξελογιάσει ώστε να πιστέψουμε σε κάθε πιθανό τρόπο, σε κάθε πιθανό φιλοσοφικό αναλγητικό»