Το Ομάν, από το οποίο προέρχεται η συγγραφέας, προσπαθεί και έχει καταφέρει ως χώρα, να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ θρησκευτικού και πολιτικού ισλαμισμού σε σχέση με τις χώρες της ευρύτερης περιοχής. Σήμερα, στη χώρα οι γυναίκες μοιάζει να έχουν περισσότερες ελευθερίες σε σχέση με το παρελθόν, το οποίο και περιγράφει η Αλχάρθι στο βιβλίο της Νεραντζιά, το δεύτερο που μεταφράζεται στα ελληνικά μετά τις συγκλονιστικές Κόρες της Σελήνης, κυκλοφορούν και αυτές από τις εκδόσεις Gutenberg. Μακριά από το δυτικό τρόπο σκέψης και μακριά από τις δυτικές νοοτροπίες που γνωρίζουμε καλά, εμπρός μας ξεδιπλώνεται ένα μυθιστόρημα από άλλη κοψιά, πρόκειται για μια ιστορία από το άγνωστο στους περισσότερους Ομάν. Η Τζόχα Αλχάρθι, που δίκαια τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Booker 2019 για τις Κόρες της Σελήνης, μας φέρνει σε επαφή με μια κοινωνία πολύ διαφορετική, μία κοινωνία όπου το κορίτσι και η γυναίκα αποτέλεσαν για χρόνια ένα αντικείμενο πόθου και ένα μέσο συναλλαγής, κάτι που λίγο έως πολύ συνέβαινε και σε κάποιες χώρες του Δυτικού κόσμου μέχρι και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα για να μην πούμε και λίγο μετά από αυτό.
Ένα νοσταλγικό ταξίδι στον χρόνο και στην άγνωστη κοινωνία του Ομάν
Ο κόσμος της Αλχάρθι, ο κόσμος των γυναικών που μας περιγράφει, προκαλούν στον αναγνώστη του σήμερα πολλά ερωτηματικά, πολλές ενστάσεις, μία θλίψη αλλά και έναν λόγο να γνωρίσει μία κοινωνία άγνωστη σε εμάς. Μέσα από την εξαιρετική της αφήγηση, η συγγραφέας εξιστορεί το χρονικό μιας οικογένειας που ξεκινάει στα μέσα του προηγούμενου αιώνα και ξετυλίγεται μέχρι και σήμερα. Αυτό το πετυχαίνει γιατί η ίδια γνωρίζει τον πολιτισμό της και με στοιχεία από το παρελθόν, με στοχαστική διάθεση μπορεί και χτίζει σχεδόν σε πραγματικό χρόνο το οικοδόμημα της ζωής στο Ομάν. Στη χώρα αυτή όπου η δουλεία καταργήθηκε στη δεκαετία του 1970 με νόμο, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα των σκλάβων υπήρξε κενό γράμμα για πολλά πολλά χρόνια. Το ίδιο συνέβαινε και για το γυναικείο φύλο, που είχε συγκεκριμένη αποστολή, δεν διεκδικούσε πολλά και δεν περίμενε πολλά. Αυτό όσο περνάνε τα χρόνια αλλάζει καθώς και ο δυτικός τρόπος ζωής – όχι ότι είναι ιδανικός σε όλα του – συνέβαλε αν μη τι άλλο στη διαμόρφωση μίας άλλης αντίληψης για τον τρόπο αντιμετώπισης του γυναικείου φύλου.
Αυτό διαφαίνεται και εδώ με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πως οι νεότερες γενιές έχουν τη δυνατότητα να λάβουν την εκπαίδευση που επιθυμούν απαλλαγμένες ως επί το πλείστον από τον αποκλεισμό που λάμβανε χώρα κατά τα τρία τέταρτα του προηγούμενου αιώνα. Η Ζοχούρ ζει πια στο Λονδίνο και η κατάσταση της ζωής της είναι πολύ πιο ευοίωνη από τις προηγούμενες γενιές και κυρίως την γενιά της γιαγιάς της, της οποίας περιγράφει την κατάσταση με γλαφυρότητα και λεπτομέρεια για να μας αφηγηθεί το σκοτεινό και δύσκολο παρελθόν.
Κάποια ιστορικά στοιχεία σχετικά με το Ομάν για να κατανοήσει και ο αναγνώστης το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η χώρα σήμερα. Το 1996 ο σουλτάνος Καμπούς παρουσίασε στο λαό του Ομάν το πρώτο γραπτό σύνταγμα της χώρας εξασφαλίζοντας δικαιώματα στο πλαίσιο του άγραφου δικαίου και με βάση το Κοράνι. Παράλληλα, διαχώρισε τις υπουργικές θέσεις με το ασυμβίβαστο ως προς δημόσιες υπηρεσίες. Το 2000, εξέλεξε το πρώτο κοινοβούλιο με τη συμμετοχή και δύο γυναικών, ενώ στο υπουργικό συμβούλιο που διόρισε ο σουλτάνος περιλαμβάνονται πέντε γυναίκες. Το εκτεταμένο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του Αλ Σαίντ έχει στηρίξει την εξωστρέφεια της χώρας και έχει διατηρήσει μία μακρόχρονη πολιτική και στρατιωτική ισορροπία τόσο με τα Αραβικά κράτη όσο και με τη Δύση. Η μετριοπαθής και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική του σουλτανάτου έχει την αναγνώριση όλων των κρατών της Μέσης Ανατολής.
Η Ζοχούρ, πρωταγωνίστρια του βιβλίου, πηγαίνει πίσω σε ένα παρελθόν γεμάτο νοσταλγία και ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων της γιαγιάς της, Μπιντ Αάμιρ. Είναι η νεραντζιά, που είναι και ο τίτλος του βιβλίου, γύρω από την οποία κινούνται όλα, είναι αυτό το δέντρο που αποπνέει ζωή και μυρωδιές από ένα παρελθόν που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και συγκινεί την Ζοχούρ καθώς ξεδιπλώνει ενώπιόν μας τον καμβά της μνήμης που της τριβελίζει το μυαλό. Ανατρέχει σε εκείνο το παρελθόν όπου η γιαγιά, αυτή η ταλαιπωρημένη αλλά συνάμα και τόσο γενναία γυναίκα καταφέρνει να τα φέρει πέρα παρά τις αντίξοες συνθήκες και την ανδροκρατούμενη κοινωνία στην οποία ζει και επιβιώνει. Είναι ουσιαστικά ένα πρόσωπο στο οποίο καθρεφτίζεται ο αγώνας κάθε γυναίκας ακόμα και σήμερα, πόσο μάλλον τότε, να νιώσει πως είναι ισότιμο μέλος μιας κοινωνίας, πως έχει θέση, δικαιώματα, αξιοπρέπεια και ρόλο πρωταγωνιστικό και πως δεν είναι απλά ένα εκτελεστικό όργανο και μια σκλάβα όπως συνέβαινε κατά κόρον στην αρχαιότητα και τον μεσαίωνα.
Η Αλχάρθι είναι πολύ σαφής και πολύ αιχμηρή όταν χρειάζεται, είναι ποιητική και λυρική εκεί που θεωρεί πως ταιριάζει στην εξιστόρηση και με δεξιοτεχνία φιλοτεχνεί τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών της εντάσσοντας στην αφήγηση πλήθος στοιχείων και πληροφοριών από την παράδοση του Ομάν προσφέροντας έτσι στον αναγνώστη τη δυνατότητα να γίνει κοινωνός, όσο αυτό καθίσταται δυνατόν, της ζωής σε μία απομακρυσμένη χώρα για την οποία λίγα γνωρίζει. Μοιάζει με ένα ταξίδι στα ήθη και έθιμα ενός λαού με πλούσια παράδοση, με συγκεκριμένες τελετουργίες και μια κοινωνία που έχει τις συνήθειές της και την ιστορία της. Δυστυχώς, η εικόνα της Δύσης για αυτά τα κράτη είναι πολλές φορές εσφαλμένη και αξίζει να μεταφράζονται τέτοια κείμενα και ακόμα περισσότερο να βραβεύονται, ο κόσμος έχει ανάγκη να γνωρίζει για να κατανοεί τη διαφορετικότητα και όχι να οδηγείται στον εύκολο δρόμο του να αποκλείει μέσα από ψευδείς εντυπώσεις.
«Πρέπει να καθίσεις και να κουνήσεις τα πόδια σου πάνω από το μικρό κλαδί της νεραντζιάς. Πρέπει να δεις πως σμίγουνε τα σύννεφα στις γκρίζες κορυφές των βουνών, να φωνάξεις το όνομά μου δυνατά για ν’ αντηχήσει δεκάδες φορές αυτή η παράξενη ηχώ, λες και κρυμμένα παράξενα πλάσματα ενισχύουν τη φωνή σου»
