Δεν είναι διόλου τυχαίο που το μυθιστόρημα αυτό του Theodore Dreiser συγκαταλέγεται -σύμφωνα με τον Guardian- ανάμεσα στα 100 μυθιστορήματα που κανείς θα πρέπει να έχει διαβάσει. Το μυθιστόρημα, αν και γραμμένο πριν από περισσότερο από 100 χρόνια, καθίσταται προφητικό και αντικατοπτρίζει όλα αυτά που αναμφίβολα συμβαίνουν στο σήμερα, είναι ένα κοινωνικό μήνυμα από μέρους του συγγραφέα μιας και απώτερος σκοπός του είναι “η συμβολή του βιβλίου του στη βελτίωση της κοινωνίας”. Κινείται ανάμεσα στο δίπολο άνοδος και πτώση του ανθρώπου του καιρού του – αδιαμφισβήτητα και του σημερινού – καθώς παρακολουθεί μεταξύ άλλων τη πορεία δύο ανθρώπων, μιας γυναίκας και ενός άντρα που έρχονται αντιμέτωποι με τη μοίρα τους, κοινή στην αρχή και χωριστή στην εξέλιξη της αφήγησης, βυθισμένοι και οι δύο σε έναν αγώνα ανταγωνισμού. Ο Dreiser, με τον ρεαλισμό και κυρίως το στοιχείο του νατουραλισμού να τον διακατέχει – έχοντας διαβάσει και εμπνευστεί από τους αγαπημένους του Ντίκενς, Χάρντι, Έλιοτ και Μπαλζάκ – σκιαγραφεί με λέξεις τη προσωπογραφία τους και αφηγείται με κάθε συνταρακτική λεπτομέρεια τόσο την παρακμή όσο και την ανύψωση δύο ανθρώπων που διαγράφουν αντίθετη τροχιά ζωής μη μπορώντας να συμβιώσουν κάτω από την ίδια στέγη. Ο κόσμος που περιγράφει ο συγγραφέας είναι σκληρός, αδυσώπητος, κοινωνικά άδικος και αμείλικτος και δεν χάνει καμία ευκαιρία να το τονίσει έχοντας ο ίδιος αφουγκραστεί την επαναστατική αλλαγή προς το χειρότερο που λαμβάνει χώρα στις μεγάλες πόλεις της Αμερικής και παρασέρνει ήθη και αξίες.
Ήρωες της καθημερινότητας, θύματα του καιρού τους
Μελετώντας κάποιος την πολύ διαφωτιστική εισαγωγή του βιβλίου – συστήνεται ένα μέρος της να διαβαστεί μετά το πέρας της ανάγνωσης του βιβλίου αυτού καθεαυτού – επιμελημένη από την μεταφράστρια Έλλη Φιλοκύπρου, κατανοεί πως ο Dreiser αφηγείται με το μυαλό στην κοινωνία στην οποία απευθύνεται και βέβαια, όπως μας αποκαλύπτεται, εμπνέεται από τη ζωή και την περιπέτεια μιας αδελφής του. Η λογοτεχνία και η ζωή δεν μπορούν να είναι αχώριστες και διάγουν βίους παράλληλους, άρα πώς θα μπορούσε και ένα τέτοιο εμβληματικό μυθιστόρημα πολλαπλών διαστάσεων και αναφορών να μην αντλήσει στοιχεία από την πραγματικότητα; Ο συγγραφέας χτίζει τα πρόσωπα της ιστορίας του από αυτά που παρατηρεί γύρω του, από αυτήν την καπιταλιστική λαίλαπα που καταδιώκει τον σύγχρονο άνθρωπο και τον καθιστά έρμαιό της. Έχει χαθεί η ηθική υπόσταση, έχει αφαιρεθεί από τον σύγχρονο άνθρωπο η σοφία και η σύνεση και έχουν αντικατασταθεί από άλλες “αξίες” όπως είναι η απόκτηση αγαθών που είναι εκ των ων ουκ άνευ. Δυστυχώς, η ευζωία δεν είναι συνυφασμένη με την πραγματική ευτυχία, το πνεύμα υποχωρεί και τη θέση του έχει πάρει το φαίνεσθαι, το να έχεις πιο σημαντικό από το να είσαι, για να θυμηθούμε και τον Έριχ Φρομμ. Τουναντίον λοιπόν, η ευδαιμονία πηγάζει από την ολοένα και μεγαλύτερη άντληση χαράς από την συγκέντρωση πλούτου, αχρείαστων αντικειμένων και από μία αίγλη οικονομική που επιδεικνύεται ως λάβαρο στις κοινωνικές συναναστροφές και καθορίζει ταυτότητες ενώ ακυρώνει συνειδήσεις. Για αυτό, τόσο η Κάρι, σαν άλλη Μαργαρίτα Γκωτιέ, όμηρος της ίδιας της επιθυμίας της που την φυλακίζει στη ματαιότητα αναζητά τον πλούτο και την οικονομική ευρωστία, θαμπώνεται από τους άνδρες γύρω της, τους άνδρες εκείνους που κατέχουν εξουσία και χρήμα, όχι όμως απαραίτητα και πνεύμα. Πρέπει η ίδια να δεχτεί χαστούκια και να βιώσει τη μιζέρια της ανέχειας για να κατανοήσει, έστω και αργά, πως η ζωή είναι μια συνεχής περιπέτεια και μια ανηφόρα με μικρά διαλείμματα χαράς και έτσι να στραφεί σε ένα άλλο είδος πρότυπου. “Βλέπουμε τον άνθρωπο που έχει απομακρυνθεί απ’ τις φωνές της ζούγκλας ͘ τα ένστικτά του αμβλύνονται από την ελεύθερη βούληση και η ελεύθερη βούληση του σπάνια είναι τόσο ανεπτυγμένη ώστε να αντικαταστήσει τα ένστικτά του και να τον οδηγήσει με ασφάλεια”.
Την ίδια μοίρα ο συγγραφέας χαρίζει και στον έτερο κύριο πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, τον κ. Χαρστγουντ, τον άνδρα εκείνο που είναι έτοιμος να προβεί σε κάθε δυνατή πράξη, νόμιμη ή μη, μόνο και μόνο από την λαχτάρα του και την επιθυμία του να κατακτήσει τη γυναίκα των ονείρων του, αυτή που τον έχει στοιχειώσει και για αυτήν θυσιάζει ακόμα και την αξιοπρέπειά του, την υπόληψή του και τη δουλειά του γνωρίζοντας μέσα του πως η απονενοημένη πράξη της κλοπής που διαπράττει μπορεί να του κοστίσει ακριβά, έτσι και γίνεται. Ο Χαρστγουντ είναι ένας ναυαγός των επιθυμιών του και βρίσκεται να βιώνει ίσως μία από τις πιο δύσκολες περιόδους της αμερικανικής ιστορίας με την ανασφάλεια, τις κακές συνθήκες εργασίας, τις απεργίες και την ανεργία να μαστίζουν τις μεγάλες πόλεις όπως το Σικάγο και τη Νέα Υόρκη. Ο Χαρστγουντ είναι ένας ξεπεσμένος ήρωας του καιρού του, ένας ανίσχυρος πια άνθρωπος που από την καινοφανή χλιδή και την ευμάρεια κατάντησε αγύρτης και επαίτης, ένας ανώνυμος άνδρας που εκλιπαρεί πλέον για λίγη συμπόνια και για ένα κομμάτι ψωμί, από τον Όλυμπο στον Άδη. Στην Αμερική, όπου επιτελείται το οικονομικό θαύμα αλλά λίγα χρόνια αργότερα θα λάβει άδοξα τέλος με το κραχ του 1929, ο ίδιος καλείται να αντιμετωπίσει κατάματα την απόλυτη ένδεια στην οποία ο ίδιος περιήλθε με δικά του σφάλματα και παραλογισμούς πέρα από κάθε όριο. Παλεύει με τα φαντάσματα της παρακμής του καθώς αδυνατεί να ορθοποδήσει οικονομικά ͘ δεν βρίσκει πουθενά την ελπίδα, απογοητεύεται μέρα με τη μέρα και καθίσταται σκιά του εαυτού του σε σημείο που κάθε σκέψη του είναι σκοτεινή, κανένα παρόν και κανένα μέλλον δεν υπάρχει πια για αυτόν.
Theodore Dreiser: Η αγωνία του με τη γραφή του να αλλάξει τον κόσμο
Ο Dreiser μπορεί να ονομαστεί ιμπρεσιονιστής, καθώς στην παλέτα της αφήγησής του του θα βρούμε τα γκρίζα χρώματα που ο ίδιος θα δει έξω με τα μάτια του. Τους χαρακτήρες του όμως θα μπορούσαμε να τους δούμε και στους πίνακες του Edward Hopper, σε αυτό το μελαγχολικό περιβάλλον όπου όλα περιμένουμε να συμβούν και τίποτε δεν συμβαίνει, μία αναμονή που σκοτώνει. Θα καταγράψει τις εικόνες των πλούσιων εστιατορίων και των καλοντυμένων κύριων και κυριών ενώ παράλληλα θα περιγράψει έναν κόσμο σκληρό, δίχως δικαιοσύνη, δίχως έλεος για τον φτωχό και αδύναμο, έναν κόσμο βουτηγμένο στην ματαιοδοξία και την έπαρση. Ο κοινωνικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος ενισχύεται και από την προσπάθειά του, όπως και ο νατουραλιστής Ζολά που τόσο θαυμάζει και σίγουρα θα έχει διαβάσει τη Νανά του, να επιχειρήσει με κάθε τρόπο να νουθετήσει τους ανθρώπους της εποχής του, να τους καταδείξει έμμεσα τον λάθος και τον σωστό δρόμο. Άλλωστε, για αυτό και δεν είναι τυχαία η επινόηση ενός ελπιδοφόρου Ερμή στο πρόσωπο του συνετού κ. Έιμς, αυτού του νεαρού που επανεμφανίζεται στη ζωή της Κάρι και τη συναντά για δεύτερη φορά. Τον επιστρατεύει ως από μηχανής θεό, ως έναν μικρό σωτήρα που ήρθε ξανά για να φωτίσει στη ζωή της Κάρι τα σημεία εκείνα που αξίζουν στη ζωή, δηλαδή τη σύνεση, τη γενναιοδωρία, την ενασχόληση με το κοινό καλό και της δηλώνει χαρακτηριστικά πως “είναι αδύνατο να γίνετε εγωίστρια, εγωκεντρική και βολεμένη χωρίς να εξαφανιστούν οι λαχτάρες σας και η κατανόηση για τον άλλο, και τότε θα μείνετε ν’ αναρωτιέστε τι απέγιναν. Αν όμως παραμείνετε τρυφερή, γεμάτη κατανόηση, αν επιθυμία σας είναι να προσφέρετε στους άλλους, θα φανεί και στο πρόσωπο και στο παίξιμό σας. Αν θέλετε να κάνετε ό,τι σπουδαιότερο μπορείτε, κάντε το καλό. Υπηρετήστε τους πολλούς, διατηρήστε την ευγένεια και την ανθρωπιά σας. Τότε, θέλοντας και μη, θα κατακτήσετε το πραγματικό μεγαλείο”. Ένα μυθιστόρημα διδακτικό σε μια εποχή που το έχουμε ανάγκη όσο ποτέ!
“Μέσα στις δυνάμεις που κυριαρχούν στο σύμπαν, ο απαίδευτος άνθρωπος είναι ένα φτερό στον άνεμο. Ο πολιτισμός μας βρίσκεται ακόμα σ’ ένα ενδιάμεσο στάδιο – δεν είμαστε θηρία γιατί δεν μας κυβερνάει πια μόνο το ένστικτο, δεν είμαστε άνθρωποι γιατί δεν μας κυβερνά ακόμα μόνο η λογική”.
“Ευλογημένοι όσοι προσπαθούν, γιατί πασχίζουν και ελπίζουν. Κι ευλογημένοι οι γνώστες που τους χαμογελούν και τους επιδοκιμάζουν”.