zweig
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ

Αγοράστε το βιβλίο από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Γκοβόστη

ΜΕΝΟΡΑ - ΤΟ ΘΑΜΜΕΝΟ ΚΗΡΟΠΗΓΙΟ

Συγγραφέας: ZWEIG, STEFAN
Εκδότης:ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ
Χρονολογία έκδοσης:2018
Δημιουργός/Συγγραφέας (Ελληνικά):ΤΣΒΑΪΧ, ΣΤΕΦΑΝ
Κατηγορία: ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

H ΜΕΝΟΡΑ – TO ΘΑΜΜΕΝΟ ΚΗΡΟΠΗΓΙΟ πρωτοδημοσιεύτηκε στη Βιέννη το 1937, εποχή κατά την οποία το κυνηγητό των Εβραίων από τους ναζί έχει γιγαντωθεί. Το βιβλίο μάς επιτρέπει να εκτιμήσουμε με τον πιο ακριβή τρόπο τα χαρακτηριστικά του πλούσιου και σύνθετου ταλέντου του συγγραφέα του, γιατί βρίσκουμε σε αυτό ταυτόχρονα τον αφηγητή, τον ιστορικό και τον στοχαστή. Αποτελεί μια θαυμάσια μεταφορά της αέναης περιπλάνησης του εβραϊκού λαού. Η υπόθεσή του εμπνέεται από τον εβραϊκό θρύλο της επτάφωτης λυχνίας. Διηγείται την περιπέτεια της μενορά στο Ναό του Σολομώντα, την αρπαγή της από τον Τίτο, την κλοπή της στη Ρώμη από τους Βανδάλους και την ανάκτησή της από τους στρατιώτες του Ιουστινιανού με τον στρατηγό Βελισάριο. Ένα αγόρι, νεαρός Εβραίος, αυτόπτης μάρτυρας της λεηλασίας της Ρώμης το 455 και της κλοπής της λυχνίας, έζησε ώς τα βαθιά γεράματα και πήγε στο Βυζάντιο για να πάρει πίσω από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό την ιερή μενορά. Με βάση την ιστορία της, ο Τσβάιχ δημιουργεί ένα δυνατό δράμα, με υπέροχες αναφορές στην παρηκμασμένη Ρώμη, στο οποίο ο εβραϊκός θρύλος γίνεται μυθιστορηματικός χωρίς να χάνει τη συμβολική του δύναμη: τον αιώνιο πόνο και την αιώνια ελπίδα του εβραϊκού λαού. Η έκδοση συνοδεύεται από ένα επίμετρο του Π.Κ. Τσούκα με παραθέματα επιστολών του Τσβάιχ μέσα σε τρεις δεκαετίες, σχετικά με τον εβραϊσμό, την εβραϊκή παράδοση και τον σιωνισμό, με τον οποίο ο συγγραφέας διαφωνούσε σε πολλά. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο)

Κι έτσι προσεύχονταν οι Εβραίοι της Ρώμης, κάθε βράδυ ώς αργά τη νύχτα, όλες εκείνες τις σκοτεινές και επικίνδυνες μέρες της λεηλασίας. Γιατί τί άλλο μπορεί να κάνει ο δίκαιος μέσα σ’ έναν άδικο και σκληρό κόσμο όπου πάντα νικά η βία, παρά να γυρίσει την πλάτη του στη γη και να στραφεί στον Θεό; Χρόνια και χρόνια έτσι γινόταν. Άλλοτε από τα νότια, άλλοτε από τα ανατολικά ή τα δυτικά, έρχονταν οι ξανθοί κι οι μελαμψοί, οι ξένοι, όλοι τους άρπαγες. Δεν πρόφταινε να πέσει η μία λαίλαπα, έπεφτε πάνω τους άλλη. Απ’ άκρη σ’ άκρη στην οικουμένη πολεμούσαν οι άθεοι και δεν άφηναν ήσυχους τους πιστούς του Θεού. Έτσι είχαν πάρει την Ιερουσαλήμ, έτσι τη Βαβυλώνα και την Αλεξάνδρεια· τώρα ήταν η σειρά της Ρώμης. Όπου έψαχναν γαλήνη, βασίλευε η ταραχή. Όπου γύρευαν την ειρήνη, χτυπούσε ο πόλεμος. Δεν υπήρχε τρόπος να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. […]
Όπως στη Ρώμη δεν επιτρεπόταν στους Εβραίους να μένουν παρά μόνο στην άλλη όχθη του ποταμού, έτσι και οι Εβραίοι του Βυζαντίου ήταν αποκλεισμένοι στο Πέραν, στην άλλη μεριά του Κεράτιου. Κι εδώ, όπως παντού, το χώρια κι απόμερα ήταν η μοίρα τους, μαζί και το μυστικό τους όμως, που τους γλίτωνε και τους βοηθούσε ν’ αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου.” (Απόσπασμα από το βιβλίο)