Αγοράστε το βιβλίο από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Γκοβόστη
Όσο κρατούσε η ημέρα, σ’ αυτή την κατοικία με έντονο τον αέρα της εξοχής, που έμοιαζε απλώς με τόπο ανάπαυσης ανάμεσα σε δυο περιπάτους ή με καταφύγιο τη στιγμή που θα ξέσπαγε η μπόρα, μια απ’ αυτές τις κατοικίες όπου όλα τα καθιστικά θυμίζουν εξοχικά κιόσκια και όπου, κρεμασμένα στις ταπετσαρίες των υπνοδωματίων, τα τριαντάφυλλα του κήπου στη μία, τα πουλιά των δέντρων στην άλλη, εμφανίζονται ολοζώντανα μπροστά μας και μας κρατούν συντροφιά -χωριστά το καθένα-, καθώς ήταν παλιοκαιρινές ταπετσαρίες, όπου κάθε τριαντάφυλλο είχε τόσο ευδιάκριτο περίγραμμα που θα το κόβαμε αν ήταν ζωντανό, κάθε πουλί θα το κλείναμε σε κάποιο κλουβί και θα το εξημερώναμε, ολότελα διαφορετικές απ’ αυτές τις επιβλητικές διακοσμήσεις των τωρινών υπνοδωματίων, όπου σ’ ένα ασημένιο φόντο διαγράφονται, ακολουθώντας την ιαπωνική τεχνοτροπία, όλες οι μηλιές της Νορμανδίας, προκαλώντας παραισθήσεις τις ώρες που είμαστε ξαπλωμένοι· όσο κρατούσε η ημέρα, έμενα στο δωμάτιό μου που έβλεπε στις ωραίες πρασινάδες του πάρκου και στις πασχαλιές της εισόδου, στα πράσινα φύλλα των ψηλών δέντρων, τα οποία λαμπύριζαν στον ήλιο πλάι στο νερό, και στο δάσος της Μεζεγκλίζ. Όλα ετούτα τα απολάμβανα απλώς επειδή σκεφτόμουν: «Είναι ωραία που έχω τόσο πράσινο στο παράθυρο του δωματίου μου», έως τη στιγμή που, στον αχανή πρασινωπό πίνακα, αναγνώρισα, χρωματισμένο σε αντίθεση με βαθύ γαλάζιο, μόνο και μόνο επειδή βρισκόταν πιο μακριά, το καμπαναριό της εκκλησίας του Κομπραί. Όχι μόνο μιαν ορισμένη απεικόνιση ετούτου του καμπαναριού, αλλά το ίδιο το καμπαναριό, το οποίο, καθώς εναπόθετε μ’ αυτό τον τρόπο στα μάτια μου την απόσταση των τόπων και των χρόνων, διαγραφόταν καταμεσής στο αστραφτερό πράσινο και με μια ολότελα διαφορετική απόχρωση, τόσο σκοτεινή που σου έδινε την εντύπωση ενός ιχνογραφήματος που αποτυπωνόταν στο τζάμι του παραθύρου μου. Και οσάκις έβγαινα για λίγο από το δωμάτιό μου, μπορούσα να διακρίνω στην άκρη του διαδρόμου, μια που είχε διαφορετικό προσανατολισμό, κάτι σαν πορφυρή λωρίδα, την ταπετσαρία ενός μικρού σαλονιού, κάποιο απλό τούλι αλλά κόκκινο, κι έτοιμο να πυρώσει με την πρώτη ηλιαχτίδα που θα έπεφτε επάνω του. […] (Από την έκδοση)