Είναι κοινός τόπος πως έχουμε στο μυαλό μας την ποίηση ως ένα είδος αναγνώσματος δυσπρόσιτο και ξένο, πολλές φορές δυσνόητο, από το οποίο απομακρυνόμαστε γιατί δεν μας είναι οικείος χώρος. Δυστυχώς δεν έχουμε αγκαλιάσει την ποίηση όσο θα έπρεπε και δεν την έχουμε εντάξει στην καθημερινή μας ζωή ως κάτι απαραίτητο, ως κάτι προσοδοφόρο, ως ένα είδος δηλαδή που μπορεί να συμβάλλει στην προσωπική μας πνευματική και ψυχική ευεξία. Η ποίηση, η οποία εορτάζεται παγκοσμίως κάθε χρόνο τέτοια μέρα παράλληλα με την έλευση της εαρινής ισημερίας, είναι πραγματικά μία όαση τρυφερότητας, ένας τόπος επαφής με άλλους κόσμους μακρινούς και φανταστικούς, είναι η έξοδος διαφυγής από έναν κόσμο πολλές φορές πεζό και μίζερο. Και γράφει ο ποιητής:
…κι ήρθες εσύ και σκάλισες μια κρήνη
για τον παλιό του Πόντου ναυαγό
που χάθηκε, μα η μνήμη του έχει μείνει κοχύλι λαμπερό στην Αμοργό
και βότσαλο αρμυρό στη Σαντορίνη
κι απ’ τη δροσιά που σάλεψε στη φτέρη πήρα κι εγώ το δάκρυ μιας ροδιάς,
για να μπορώ σε τούτο το τεφτέρι καημούς να συλλαβίζω της καρδιάς,
με του παραμυθιού το πρώτο αστέρι.
Μα τώρα που η Μεγάλη φτάνει Τρίτη
και Ανάσταση θα αργήσει να φανεί
θέλω να πας στην Μάνη και στην Κρήτη
με συντροφιά σου εκεί παντοτινή
το λύκο, τον αητό και τον αστρίτη.
κι άμα θα δεις κρυφά στο μέτωπό σου, να λάμπει μια απαλή μαρμαριγή
τ’ αλλοτινό πεφτάστερο, σηκώσου,
να ζωντανέψεις πάλι μια πηγή που καρτερεί στο βράχο το δικό σου.
Νίκος Γκάτσος, Το τραγούδι του παλιού καιρού
Με λίγους στίχους και τις εικόνες που αυτοί δημιουργούν, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ξεκουράσουμε το μυαλό μας και την ψυχή μας μέσω της αναγνωστικής απόλαυσής της, η ποίηση ανήκει σε εκείνο το είδος όπου οι λέξεις μεταμφιεσμένες και ζωγραφισμένες διαμορφώνουν εξαίσια νοήματα και έτσι μπορούν και αγγίζουν τα ενδότερα του ψυχισμού μας. Η ποίηση προσφέρει αγαλλίαση, χαλάρωση, μας προσκαλεί σε ένα παιχνίδι έρωτα και αγάπης, προκαλεί ταυτόχρονα χαρά και μελαγχολία, ενώ παράλληλα κινητοποιεί εκείνες τις συναισθηματικές κεραίες που είναι καλά κρυμμένες μέσα μας με τρόπο μοναδικό και τις αποκαλύπτει όπως μόνο εκείνη γνωρίζει. Εμείς ως απλοί αποδέκτες του ποιητικού λόγου έχουμε τη δυνατότητα να ανέβουμε στο καράβι αυτό και να ατενίσουμε το απέραντο πέλαγος με τον ποιητικό άνεμο να μας δροσίζει, την αύρα του να μας εξουσιάζει, τον άνεμο αυτόν που μόνο ευδαιμονία μας επιφυλάσσει. Το επιβεβαιώνουν οι παρακάτω στίχοι:
…Της τραμουντάνας τ’ άστρο, τ’ άστρα του Νοτιά
παντρεύονται με πορφυρόχρωμους κομήτες.
Του Mazagan οι θερμαστές οι Σοδομίτες
παίξαν του Σέσωστρη την κόρη στα χαρτιά.
Η ξύλινη που όλοι αγαπήσαμε Γοργόνα,
καθώς βουτά παίρνει παράξενες ανάσες.
Προτού κολλήσουμε για πάντα στις Σαργάσσες,
μας πρόδωσε μ’ ένα πνιγμένο του Νορόνα.
Πουλιά στα ξάρτια καραντί στεργιανή ζάλη
χελιδονόψαρα πνιγμένου δαχτυλίδι.
Του ναυτικού το δυσκολότερο ταξίδι
το κυβερνάν του Μαγγελάνου οι παπαγάλοι.
Η καραβίσια σκύλα οσμίζεται ρεστία
και το κορμί σου το νερό που θα καλάρει.
Τη νύχτα οι ναύτες κυνηγάνε το φεγγάρι
και την ημέρα ταξιδεύουνε στ’ αστεία.
Νίκος Καββαδίας, Μαρέα
Οι ποιητές είναι άνθρωποι σαν και εμάς, αισθάνονται, ερωτεύονται, μισούν, αγαπούν, απογοητεύονται, χαίρονται, ονειρεύονται, ταξιδεύουν ξυπνούν όμως και κοιμούνται με την ανάγκη να εκφραστούν με λέξεις σαν ένα είδος λύτρωσης και ανακούφισης, μια μορφή εξωτερίκευσης των όσων τους απασχολούν. Μέσω της ποίησης μπορούν και εκφράζουν τα εσώψυχα ερεθίσματά τους, τις εσωτερικές παλινωδίες, καταθέτουν με όλο τους το είναι και με λέξεις τις φωνές που ξυπνάνε μέσα τους και μας παραδίδουν όλο αυτό το σύμπαν για να νιώσουμε και εμείς λίγο από την προσωπική τους συναισθηματική πολιορκία, να γευτούμε τους συλλογισμούς τους, να ξαποστάσουμε για λίγο στα βράχια της σκέψης τους και να αφουγκραστούμε το θαύμα που εκτυλίσσεται μέσα τους κι έτσι να αντιληφθούμε λίγο διαφορετικά και τη δική μας ζωή. Η ποίηση, αυτή η υπέρτατη έκφραση της ψυχής τους είναι ο ήλιος ο ηλιάτορας, το περιγιάλι το κρυφό, είναι οι απελπισμένες νύχτες του Γενάρη αυτουνού, είναι μια γεμάτη και πλημμυρισμένη θάλασσα λέξεων, είναι ένας πίνακας ζωγραφικής που μας προσφέρεται σε λέξεις, είναι μια μουσική απογείωση, ένας υπέροχος και ανθισμένος κήπος. Και πάλι ο ποιητής έρχεται να μας ομολογήσει:
Ο έρωτας
Το αρχιπέλαγος
Κι η πρώρα των αφρών του
Κι οι γλάροι των ονείρων του
Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει
Ένα τραγούδι.
Ο έρωτας
Το τραγούδι του
Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του
Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει
Ένα καράβι.
Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει
Τον ερχομό.
Οδυσσέας Ελύτης, Το Τραγούδι του αρχιπελάγους
Μέσα από τους μελοποιημένους αυτούς στίχους των μεγάλων μας ποιητών, όπως του Σεφέρη, του Ρίτσου, του Λαπαθιώτη, του Καρυωτάκη, αλλά και πολλών άλλων που δεν έχουν ίσως μελοποιηθεί αλλά θα μπορούσαν, όπως του Ρεμπώ, του Λόρδου Βύρωνα, του Πόε, του Ελυάρ, αντιλαμβανόμαστε πως η ποίηση είναι μέσα στη ζωή μας και ζει δίπλα μας, τραγουδάμε ενίοτε την ποίηση δίχως καν να το γνωρίζουμε, συμμετέχουμε στη γιορτή στην οποία μας καλεί η ποίηση και τελικά γινόμαστε ένα με αυτήν γιατί την έχουμε ανάγκη. Ας γίνει λοιπόν η ποίηση η αφορμή να παρατηρήσουμε αλλιώς τον κόσμο, ας δώσουμε χώρο στην ποίηση να μας μαγέψει με τις ευεργετικές της ιδιότητες, ας αφεθούμε στα δίχτυα της και ας επενδύσουμε περισσότερο στην ανάγνωσή της, θα βρούμε εκεί το φάρμακο για κάθε δυσκολία και θα σηκωθούμε και πάλι λίγο ψηλότερα.
Τι και αν δεν βλέπεις μπορείς και έχεις μάτια στην καρδιά
Τι και αν δεν ακούς μπορείς να νιώσεις μέσα σου τους ήχους της σιωπής που σε φωνάζει
Εσύ είσαι ο οδηγός των αισθήσεων σου, εσύ ορίζεις τη μοίρα που σου έχουν δώσει οι Θεοί
Οι φλέβες της φύσης είναι οι χτύποι των δέντρων που ηχούν μέσα σου, τους ακούς;
Πήγαινε να συναντήσεις το ρυάκι με τα φλεγόμενα από ένταση νερά του, πήγαινε, θα σου πει σίγουρα τα μυστικά του
Μην βιαστείς όμως, κάθισε δίπλα στο νερό, άγγιξέ το, νιώσε την ορμή στα χέρια του και χάιδεψέ το
Μείνε κοντά στην κοίτη και δες από πάνω σου να ανεμοδέρνονται τα φύλλα
να αλλάζει χρώματα ο ουρανός από τα παιχνιδίσματα του ήλιου
Νιώσε με το σώμα σου κάθε ιαχή και άσε την ψυχή σου ελεύθερη, να δεις θα σου χαμογελάσει