Ονορέ-Γκαμπριέλ Μιραμπώ, Πίσω από την κουρτίνα ή η εκπαίδευση της Λώρας, Εκδόσεις Μεταίχμιο

Αινιγματική και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, εραστής της επανάστασης αλλά και υπέρμαχος της προστασίας της βασιλικής αυλής την οποία και υποστήριξε κρυφά με στόχο την αποπληρωμή των χρεών του, ο κόμης Μιραμπώ υπήρξε άσχημος στην εμφάνιση αλλά πολύ θελκτικός στις γυναίκες. Αρνήθηκε να ενστερνιστεί την αριστοκρατική κοινωνία στην οποία ανήκε καθώς και τις συνήθειές της ενώ παράλληλα υπήρξε μεταφορικά και κυριολεκτικά διπλωμάτης σε όλες του τις επαφές προσπαθώντας να τα έχει καλά με όλους. Αυτή η διττή του ιδιότητα και οι ακροβασίες του ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα τον οδήγησαν να ζήσει τυχοδιωκτικά συμμετέχοντας σε μονομαχίες (κυρίως με απατημένους συζύγους), παίρνοντας μέρος σε χαρτοπαιξίες και δημιουργώντας έτσι σκάνδαλα οικονομικά από τα οποία αποκόμισε πολλά χρέη. Παράλληλα, προκάλεσε και τα ήθη της εποχής με ερωτικά τερτίπια, ερωτοτροπώντας με κάθε λογής γυναίκες δίχως να λογίζει το κόστος.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ!

Άστατος χαρακτήρας, ασταθής και με αυθάδη συμπεριφορά έναντι του πατέρα του αλλά και όχι μόνο, φυλακίστηκε πολλές φορές προς γνώση και συμμόρφωση χωρίς αντίκρισμα και σε μία από αυτές μάλιστα για να γλιτώσει κυριολεκτικά στο παρά πέντε την καταδίκη σε θάνατο. Υπήρξε στα λίγα χρόνια της ζωής του, μιας και αρρώστησε και πέθανε νωρίς, εμβληματική προσωπικότητα της εποχής και σεβαστή φυσιογνωμία μέχρι που εκλέχθηκε πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης. Όλα αυτά μέχρι που αποκαλύφθηκε το υπέρτατο μυστικό που για χρόνια έκρυβε και ξετυλίχθηκε το κουβάρι της ιστορίας του περί προδοσίας και μυστικής σύμπραξης με τον εχθρό βασιλιά εναντίον του λαού προσπαθώντας να μην δυσαρεστήσει καμία πλευρά. “Αποκαθηλώθηκε” έτσι το όνομά του λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, τα οστά του απομακρύνθηκαν από το Πάνθεον στο οποίο είχε ταφεί και τελικά δεν βρέθηκαν ποτέ παρά την έρευνα του 1889. Τέλος, η υστεροφημία του επλήγη βαθύτατα αμαυρώνοντας την αίγλη που είχε αποκτήσει εν ζωή.

Ένας ραφτάκος της ερωτικής τέχνης

Μέσα σε όλον αυτόν τον πυρετό της εύθραυστης και επικίνδυνης ζωής του, ο ερωτικός του οίστρος δεν έπαψε ποτέ να τον ακολουθεί, να συμμετέχει σε σκανδαλώδεις και έκλυτες ερωτοτροπίες με διάφορες κυρίες. Έζησε την ίδια εποχή με τον ντε Σαντ με τον οποίο είχε επαφή όσο καιρό ήταν και εκείνος φυλακισμένος και παρόλο το γεγονός πως τον αποκαλούσαν υδροκέφαλο, λόγω του μεγάλου όγκου του κεφαλιού του, είχε μεγάλες επιτυχίες στις γυναίκες. Αυτό εδώ το βιβλίο είναι η απόδειξη της έντονης ερωτικής του δραστηριότητας, είναι γραμμένο στην εποχή που ήταν φυλακισμένος, μία εποχή κατά την οποία έγραφε πολύ και βέβαια οι αναμφίβολα επαίσχυντες σκηνές που μας περιγράφει μάλλον έχουν δόση αλήθειας μιας και θα μπορούσε να είναι ο ίδιος πίσω από τον πρωταγωνιστή και ήρωά του, η ύπαρξη ενός άλλου εαυτού που καταγράφεται με κάθε λεπτομερή περιγραφή.

“Σφιχταγκαλιασμένοι, κολλημένοι ο ένας με τον άλλον, ευφραινόμασταν με την ηδονική αυτή εξάντληση, το ίδιο συναρπαστική με την απόλαυση που μας την είχε προκαλέσει. Συνήλθα όμως πρώτη, και ένιωσα την ανάγκη να τον βάλω να χρησιμοποιήσει το χέρι και το δάχτυλό του {…} Τη νύχτα, που δεν μπορούσαμε να είμαστε μαζί, κυριευμένη από την εικόνα του Βερνόλ, του αφιέρωνα τις απολαύσεις που μου ενέπνεε. Έκανε και εκείνος τα ίδια. Το άλλο πρωί περιγράφαμε ο ένας στον άλλο, δίνοντας συγχρόνως σάρκα και οστά στις νυχτερινές φαντασιώσεις μας”. Η αφήγηση του Μιραμπώ δεν έχει καμία δόση αυτοσυγκράτησης, είναι χείμαρρος ερωτόλογων, είναι η διάχυση της ερωτικής διάθεσης που δεν βρίσκει πουθενά όρια. Είναι η επιτομή της κατακτητικής τέχνης που εδραιώνεται μέσα σε μια εποχή όπου η ελευθεροφροσύνη διαχέεται απ’ άκρη σ’ άκρη της γαλλικής επικράτειας και κάθε αναστολή πνίγεται στον ερωτικό λόγο που ρέει σαν ποτάμι.

Ο ζωντανός “πυρσός της Προβηγκίας”

Ο τρυφερός πατέρας- προστάτης και ταυτόχρονα ερωτοτροπών ήρωάς του που πρωταγωνιστεί ,είναι η προσωπογραφία του άνδρα της εποχής που ξεγυμνώνεται και απεκδύεται κάθε ρόλο ηθικής και σύνεσης για να βουτήξει γυμνός στην ερωτική πράξη και να δει τη γυναικεία φύση σε όλο της το μεγαλείο. Η Λώρα, η υιοθετημένη κόρη του, είναι η προσωποποίηση της επιθυμίας για ανακάλυψη του έρωτα της πρώτης αλλά όχι και τελευταίας φοράς, ενός έρωτα δίχως όρια και περιορισμούς, μιας ηδονικής έκστασης που σφραγίζεται από κάθε λογής εμπειρικές δοκιμές που θα οδηγήσουν σε οργασμικά αποτελέσματα προς όφελος και των δύο. Ο πατέρας στο ρόλο του εκπαιδευτή, προστάτη και ερωτικού σύμβουλου την εκπαιδεύει στην ερωτική τέχνη με όχημα την επιθυμία της και τη δική επιθυμία του για ηδονή. Σε αυτό το δίδυμο ακολασίας παίρνουν μέρος στην πορεία βέβαια και συνεπιβάτες, άλλες γυναίκες, όπως η υπηρέτρια Λυσέτ και άλλοι άντρες, όπως ο Βερνόλ.

Ο Μιραμπώ εκδηλώνει ανοιχτά και εκφράζει τους πιο λαχταριστούς πόθους του, αυτός που με την συμπεριφορά του σκανδάλισε την εποχή του και βρέθηκε έγκλειστος στη φυλακή με την αφήγηση αυτή μοιάζει να λυτρώνεται από τα πρέπει και ξετυλίγει όλο το εσωτερικό πάθος που τον κατακλύζει με μία ιστορία που είναι άκρως ανήθικη μιας και ο πατέρας είναι και ο ερωτικός σύντροφος της κόρης του. Ωστόσο, σύμφωνα και με το δόγμα ντε Σαντ, η φύση και η ευχαρίστηση της ηδονής είναι αυτά που μετράνε, κάθε περιοριστικό μέτρο, κάθε προσπάθεια φίμωσης της απόλαυσης του έρωτα καταστρέφει τον άνθρωπο και φυλακίζει την πραγματική διάσταση της ελεύθερης φύσης του.

“Η Ρόζα ήταν ολότελα παραδομένη στα φιλιά και τα αδηφάγα χέρια των πέντε επιβητόρων της, που δεν άντεχαν άλλο να τη βλέπουν καλυμμένη με το παραμικρό ρούχο. Σύντομα έμεινε ολόγυμνη, όπως εικονίζονται οι τρεις θεές που διεκδικούσαν το μήλο του Πάρη”

“Εγώ, ακριβή και τρυφερή μου φίλη, εγώ η κοινή θνητή, είχα την ευτυχία να δρέψω την παρθενία σου, το σπάνιο αυτό και περιζήτητο άνθος”