Η Μαντάμ ντε λα Φαγιέτ με την Πριγκίπισσα ντε Κλεβ μας ταξιδεύει στο μαγευτικό βασίλειο της Ιστορίας, τότε που στη Γαλλία και στην Ευρώπη επικρατούσαν οι κυρίαρχες, απολυταρχικές και αυταρχικές βασιλικές αυλές, οι συνεχείς πόλεμοι και οι συγκρούσεις καθώς και οι συνωμοσίες μεταξύ των μελών της βασιλικής αυλής, δηλαδή των δουκισσών και των διεκδικητών της εκάστοτε εξουσίας. Η Μαντάμ ντε λα Φαγιέτ μας αφηγείται με όπλο την ιστορία μια ολόκληρη εποχή όμοια με τη δική της, για την οποία όμως δεν μπορεί να μιλήσει ανοιχτά. Είναι μία εποχή, την οποία ενδεχομένως να μελέτησε ιστορικά σε βάθος αφού παραθέτει πλήθος ονομάτων και πληροφοριών. Τολμηρή και θαρραλέα η ίδια, γράφει σε μια εποχή που η γυναίκα δύσκολα υπολογίζεται ή εισακούγεται πόσο μάλλον στους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Όπως θα μας επισημάνει η μεταφράστρια Τερέζα Πεσμαζόγλου, η οποία ειρήσθω εν παρόδω επιμελήθηκε την εξαιρετικά διαφωτιστική εισαγωγή του βιβλίου, “η Μαντάμ ντε λα Φαγιέτ δεν υιοθέτησε φανταστικές αφηγήσεις της ζωής και συναισθήματα ανύπαρκτων ηρώων κατά τη συνήθεια της εποχής. Προτίμησε ν’ αφηγηθεί κάτι πλησιέστερο προς την πραγματικότητα”. Η ιστορία στο μυθιστόρημα αυτό, το οποίο είναι πράγματι πρωτοπόρο για την εποχή, συνεργάζεται αρμονικά με τη θεματολογία του έρωτα τον οποίο και εξυμνεί. Ο έρωτας είναι το αναγκαίο εργαλείο γιατί δίνει ζωή στην ιστορία που χτίζει η συγγραφέας γνωρίζοντας όμως πως είναι και η ταφόπλακα στα όνειρα της ίδιας που βασανίζεται από αυτόν στην πραγματική της ζωή.
Πριγκίπισσα ντε Κλεβ: Ένα αινιγματικό πρόσωπο του καιρού της
Η Πριγκίπισσα ντε Κλεβ είναι ένα πρότυπο της εξουσίας αλλά είναι και μια οικεία φυσιογνωμία, μια γυναίκα που μάχεται για τον έρωτα μέσα σε ένα δυσχερές περιβάλλον, μέσα σε έναν μικρόκοσμο όπου όλα κρίνονται, όλα σχολιάζονται και κάθε ερωτική υπόθεση τίθεται στο επίκεντρο χωρίς να μπορεί να διαφύγει της προσοχής. “Οι ήρωες της Madame de la Fayette ανήκουν σε μία ελίτ. Η καταγωγή τους, η εμφάνισή τους και η ευφυΐα τους είναι ό,τι εκλεκτό μπορεί να επιδιώξει ένας θνητός. Η ομορφιά, η κοσμιότητα, η ευπρέπεια σαν αισθητική ζωής είναι το ρεύμα που επικρατεί στην Γαλλία τον 17ο αιώνα”.
Η Πριγκίπισσα ντε Κλεβ ως μυθιστόρημα είναι καινοτόμο γιατί η κατάληξή του βαίνει ως προς το θέμα ευτυχία που πραγματεύεται, ολοένα μειούμενη. Η δυστυχία πρωταγωνιστεί μαζί με τη δραματικότητα και την τραγικότητα του ερωτικού πεπρωμένου και όλα αυτά μαζί ως τρίπτυχο είναι τα κύρια στοιχεία που κυριαρχούν. Αυτή η δυστυχία κλιμακώνεται στο τέλος με εντελώς άδοξο τρόπο, κάτι που σίγουρα συγκινεί και συνταράσσει τον αναγνώστη. “Στα ρομαντικά μυθιστορήματα ο γάμος σφραγίζει το ευτυχές τέλος της πλοκής. Στην Πριγκίπισσα ντε Κλεβ είναι η αρχή της τραγωδίας”. Αυτό που επίσης διαβάζουμε στην εισαγωγή είναι πως “η Princesse de Clèves έχει όλα τα στοιχεία των μυθιστορημάτων της εποχής αλλά τα παρουσιάζει με περισσότερη λεπτότητα. Η πρωτοτυπία της συγγραφέως ήταν ότι πέτυχε μια ζωντανή δυναμική σύνθετου υλικού που προϋπήρχε”.
Η ηρωίδα όμως ξεφεύγει από την ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας που παρουσιάζεται στις περισσότερες ιστορίες της εποχής και βλέπουμε στους πίνακες ζωγραφικής που κοσμούν τα σαλόνια της εποχής. Μπορεί η Πριγκίπισσα να απολαμβάνει όλα τα προνόμια μιας πλούσιας και άνετης ζωής σε ένα ασφαλές περιβάλλον δίχως έγνοιες επιβίωσης, ωστόσο αυτό που προκύπτει είναι πως ο έρωτας και η ψυχολογική της κατάσταση απέχουν παρασάγγας από την ευζωία την οποία ιδανικά θα επιθυμούσε. Αναμφίβολα, η Πριγκίπισσα ντε Κλεβ μας εισάγει σε έναν κόσμο πρόωρα τελειωμένων ερώτων, σε ένα σύμπαν ανεκπλήρωτων και χαμένων πόθων όπως αυτά που θα συναντήσουμε αργότερα σε βιβλία του Φλωμπέρ, του Ζολά και του Ρίλκε. Η Μαντάμ ντε Λα Φαγιέτ παρουσιάζει εμμέσως πλην σαφώς κομμάτια του εαυτού της, η ίδια εξάλλου υπήρξε θύμα ενός έρωτα χωρίς ανταπόκριση και άρα η αφήγησή της είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ίδια να καταθέσει της ψυχής της τα δεινά και έτσι να λυτρωθεί ψυχολογικά, να ανακουφίσει και να απαλύνει τη δική της θλίψη και απώλεια, να δώσει διέξοδο σε έναν προσωπικό κλονισμένο και συναισθηματικό κόσμο.
Η κυρία ντε Κλεβ είναι μια πρόωρη κυρία Μποβαρύ για αυτό και η γραφή της ανακοινώνει ήδη από τότε το μυθιστόρημα ανάλυσης χαρακτήρων και η ίδια ως συγγραφέας θεωρείται δίκαια “προάγγελος της σύγχρονης λογοτεχνίας”. Γράφει χαρακτηριστικά για το δράμα της κυρίας ντε Κλεβ: “Η καρδιά της παρέμενε αφοσιωμένη στον κύριο ντε Νεμούρ με ένα πάθος που την έκανε αξιολύπητη και δεν άφηνε σε ησυχία ͘ πέρασε μία από τις πιο σκληρές νύχτες της ζωής της”. Είναι δίχως αμφιβολία η κυρία ντε Κλεβ η προσωποποίηση της αγωνίας για την ίδια της τη ζωή και ύπαρξη καθώς παλεύει με την ίδια της την επιβίωση και ξεδιπλώνει όλον τον ενδόμυχο πόλεμο που την κατατρέχει αναγκασμένη να αποδεχτεί την ήττα του έρωτα που της χτυπά την πόρτα αλλά και την εσωτερική της συναισθηματική συντριβή, μία συντριβή που πασχίζει να διαχειριστεί.
“Γνωρίζω ότι είσθε ελεύθερος κι ότι είμαι και εγώ κι ότι ο κόσμος δεν θα είχε ίσως λόγους να κατακρίνει ούτε εσάς ούτε εμένα αν αποφασίζαμε να δεθούμε για πάντα μαζί. Αλλά διατηρούν άραγε οι άνδρες τον έρωτά τους σ’ αυτούς τους αιώνιους δεσμούς; Μπορώ άραγε να ελπίζω σε κάποιο θαύμα και μπορώ να υποστώ το βέβαιο τέλος αυτού του έρωτα ο οποίος θα μου είχε δώσει τόση ευτυχία;”
“Τα πάθη, και τα δεσμά αυτού του κόσμου της παρουσιάσθηκαν όπως τα βλέπουν οι άνθρωποι που έχουν πιο μεγάλα κι απόμακρα οράματα. Η εύθραυστη υγεία της την βοήθησε να διατηρήσει αυτές τις σκέψεις ͘ αλλά καθώς γνώριζε την δύναμη της μοίρας πάνω στις πιο φρόνιμες αποφάσεις, δεν ήθελε να εκτεθεί σε κινδύνους, ούτε να επιστρέψει στα μέρη που σύχναζε ο αγαπημένος της. Με το πρόσχημα ν’ αλλάξει περιβάλλον και χωρίς να δείξει ότι είχε πάρει την απόφαση να εγκαταλείψει την αυλή, αποτραβήχτηκε σ’ ένα μοναστήρι”.