Ο Πάμπλο Πικάσο ή αλλιώς Πάμπλο ι Ρουίθ Πικάσο έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 92 ετών, αναμφίβολα πλήρης ημερών και πλήρης έργων. Έζησε μια ζωή κινηματογραφική, σχεδόν μυθιστορηματική, καθώς γνώρισε από νωρίς την επιτυχία και την αναγνώριση, είδα στα μάτια των ανθρώπων την συμπάθεια και τον θαυμασμό προς το πρόσωπό του. Έκανε πολλούς γάμους και απέκτησε πολλά παιδιά από τις διάφορες γυναίκες, οι οποίες πέρασαν από την πολυτάραχη ζωή του. Οι γυναίκες που τον γνώρισαν τον είχαν ως θεό παρά το γεγονός πως δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφος, η γοητεία όμως που ασκούσε με την αύρα του αιώνιου εραστή και του μυθικού Μινώταυρου που δεν άφηνε ούτε θηλυκή γάτα να του ξεφύγει, τον εξύψωσαν ως έναν πρίγκιπα των τεχνών και της ζωής. Ο Πικάσο, ο άνθρωπος, ο καλλιτέχνης, ο εραστής, ο πατέρας, το παιδί, ο αντιστασιακός, θα δίνει πάντα αφορμή για να εξιστορηθεί ένα κομμάτι από την μακρά ζωή του.
Η μηχανή του πανδαμάτορα χρόνου
Η Aubray με πολύ δεξιοτεχνική αφήγηση, εξαιρετικό ειρμό και χωρίς υπερβολές καθώς και ανούσιες ή υπερφίαλες αναφορές, μας εξιστορεί τα γεγονότα με βάση τη ζωή της Οντίν, της γυναίκας που σύμφωνα με την ιστορία του βιβλίου ήταν η σεφ του Πικάσο το διάστημα που εκείνος βρισκόταν στην Νότια Γαλλία για να απολαύσει τις διακοπές του μακριά από τα πολύβουα και ενοχλητικά φώτα της δημοσιότητας. Ξεδιπλώνεται έτσι ένα κουβάρι γεγονότων που κινείται στο τότε, το μετά και το σήμερα προσφέροντας στον αναγνώστη ένα πανέμορφο όσο και μαγευτικό ταξίδι στον χρόνο. Το σημαντικό πολλές φορές δεν είναι η ίδια η ιστορία αλλά πώς αφηγείσαι μια ιστορία, εδώ συνδυάζονται άρτια και τα δύο και η συγγραφέας πετυχαίνει αδιαμφισβήτητα τον σκοπό της που δεν είναι άλλος από το να μας αφηγηθεί τη ζωή δίπλα σε έναν σπουδαίο δημιουργό όπως ο Πικάσο.
“Η γέννηση προκαλούσε τον θάνατο και η αλήθεια ήταν πως στην Ισπανία τα φαντάσματα των νεκρών δεν εγκατέλειπαν ποτέ τις μνήμες των αγαπημένων τους. Μάθαινες να ζεις μαζί τους αντί να προσπαθείς να τους αντιστέκεσαι, αποφεύγοντας τους περιττούς συναισθηματισμούς, διαφορετικά οι υπηρέτες του Θανάτου θα θεωρούσαν πως είσαι έτοιμος για εκείνον πολύ νωρίτερα από το αναμενόμενο”. Πολύ νωρίς στην Ιστορία η συγγραφέας δίνει στον αναγνώστη το στίγμα της φιλοσοφίας του μεγάλου Ισπανού ζωγράφου, γλύπτη και κεραμίστα, του ανθρώπου που πέρασε μέσα από το κίνημα του κυβισμού και τελικά υιοθέτησε το δικό του μοναδικό προσωπικό ύφος και άφησε παρακαταθήκη έργα όπως η Γκερνίκα, οι Δεσποινίδες της Αβινιόν, έργα πρωτοπόρα και σημαδιακά για τον κόσμο και την τέχνη γενικότερα.
Η ιστορία που ξεδιπλώνει η συγγραφέας είναι άκρως κινηματογραφική και ενέχει έναν έντονο συναισθηματισμό ως προς το γεγονός πως ο Πικάσο ήταν ικανότατος στο να ελκύει και να θέλγει κάθε είδους γυναίκα από την νεότητά του μέχρι και τα βαθιά του γεράματα. Ένας άνθρωπος γεμάτος ζωή, ζωντάνια και διάθεση για ζωή και εργασία. Η ζωγραφική και τα άλλα είδη τέχνης ήταν για τον ίδιο η αναπνοή και η ανάσα του που του εξασφάλιζε συνέχεια για αυτό άλλωστε και δημιουργούσε μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής του, εξάλλου ήταν εκείνος που είχε πει πως το ταλέντο υπάρχει αλλά πρέπει να σε βρει να δουλεύεις. Ήταν λάτρης των γυναικών αλλά και των όμορφων πραγμάτων της ζωής όπως ήταν η μαγειρική της πρωταγωνίστριας Οντίν, η οποία είχε αναλάβει να φέρνει το φαγητό στον Patron, το αφεντικό δηλαδή.
Στο μυαλό του Πάμπλο Πικάσο
Ο Πικάσο επισκέπτεται τη Νότια Γαλλία και επιθυμούσε διακαώς να διατηρήσει την ανωνυμία του, να μην ακουστεί πουθενά το όνομά του έτσι ώστε να απολαύσει στιγμές ξεγνοιασιάς μακριά από το Παρίσι όπου είχε εγκατασταθεί την ίδια ώρα που στην Ισπανία ξεσπούσε ο Ισπανικός εμφύλιος. Αναζητώντας λοιπόν την γαλήνη του, όπως ο Προυστ αναζητούσε τον χαμένο χρόνο, είχε ανάγκη από κάποιον να του ετοιμάζει τα γεύματά του έτσι ώστε να μπορεί απρόσκοπτα να φιλοτεχνεί και να χαλαρώνει στον ήλιο και την θάλασσα που λειτουργούσαν ως τα εργαλεία της έμπνευσής του. Παρά το γεγονός πως ήταν 54 ετών εκείνη την εποχή, δηλαδή το 1936, ήταν ακμαιότατος και ερωτοτροπούσε συνεχώς. Η Οντίν ήταν εκείνη που είχε αναλάβει την επιχείρηση Πικάσο και ήταν επιφορτισμένη από την μητέρα της να εξυπηρετεί τον Ισπανό “ταυρομάχο” ώστε τίποτε να μην του λείψει…
Το βιβλίο αφηγείται πέρα από τη ζωή του Πικάσο και την ατμόσφαιρα της εποχής, των ανθρώπων όταν τους επισκέπτεται ένα τόσο μεγάλο όνομα, ένας πραγματικός αστέρας αν μιλήσουμε με όρους σημερινούς. Ολόκληρο το χωριό ζούσε στον ρυθμό και τον αστερισμό του ζωγράφου και υπήρχε ήδη η φήμη πως εκεί περνούσε τις μέρες και τις νύχτες του. Η Οντίν και η μητέρα της που διατηρούσαν το μαγειρείο προσπαθούν να αποκρύψουν την παρουσία του και εν μέρει το καταφέρνουν, ωστόσο η Οντίν, πολύ νέα τότε και με μεγάλη διαφορά από εκείνον σιγά σιγά τον ερωτεύεται και πέφτει στα δίχτυα του ακαταμάχητου εραστή παρόλο που ο καλός της βρισκόταν μακριά και εκείνη τον περίμενε.
Από τον έρωτα αυτόν που είχε χαρακτηριστικά μπόρας θα γεννηθεί ένα κορίτσι, η Ζιλί, η οποία και ήταν η μητέρα της Σελίν, της έτερης πρωταγωνίστριας του βιβλίου. Η νεαρή Σελίν θα μπει στον λαβύρινθο της αναζήτησης ενός πολύτιμου κειμηλίου και θα ιχνηλατήσει τα βήματα της περίφημης γιαγιάς της έχοντας στο πλευρό της συμμάχους και απέναντί της εχθρούς. Η ιστορία έχει διάφορες διακυμάνσεις και πολλές αποκαλύψεις που μόνο όταν κάποιος διαβάσει το βιβλίο θα κατανοήσει τον ρου των γεγονότων και την μαγεία που μπορεί η τέχνη να προσφέρει στους ανθρώπους. Ας μην ξεχνάμε την άλλη υπέροχη ρήση του Πικάσο που ταιριάζει απόλυτα εδώ: “Η τέχνη ξεπλένει από την ψυχή μας την σκόνη της καθημερινότητας”.
“Την τράβηξε πιο κοντά στο στήθος του και μέσα στην αγκαλιά του ένιωθε πως την κρατάει ο Δίας, κάποιος που μπορούσε να τη μεταμορφώσει σε κάτι που η καταιγίδα δεν θα μπορούσε να αγγίξει. Ταυτόχρονα, το επίμονο χάδι του πυροδότησε μια σπίθα που έβαλε φωτιά στην πείνα που είχε μέσα της -επειδή, υπηρετώντας ακούραστα τις ορέξεις τόσο πολλών ανθρώπων που πηγαινοέρχονταν στο café, η Οντίν ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι όλο αυτό τον καιρό εκείνη ήταν η πεινασμένη… για έρωτα”.