Οδοιπόρος και λάτρης της ζωής και των ταξιδιών, ο Πεσσόα υπήρξε και ένας μεγαλειώδης θαλασσοπόρος της λογοτεχνίας και της ποίησης. Ο Πεσσόα είναι μαθημένος να εφευρίσκει και να λειτουργεί λογοτεχνικά υπό το πρίσμα διαφορετικών χαρακτήρων και πρωταγωνιστών με διαφορετικά ονόματα. Στα ποιήματά του, όπως όμως και στα διηγήματά του, θα χτίσει πολλαπλά είδωλά του και θα φωτίσει έναν καθρέφτη της προσωπικής του μάχης να λύσει γρίφους και αινίγματα, να καταθέσει τη δική του αλήθεια. Θέτει ερωτήματα και αναζητά απαντήσεις πασχίζοντας και φιλοσοφώντας διαρκώς και δίχως καμία παύση, από την πρώτη έως και την τελευταία γραμμή, σαν έναν μαραθωνομάχο της γραφής που δεν κουράζεται να γράφει. Σαν τον Έφηβο του Ντοστογιέφσκι, πορεύεται με θέληση και πάθος για ανακαλύψεις, όπως έκαναν και οι συμπατριώτες του θαλασσοπόροι των προηγούμενων αιώνων.
Ένας διαχρονικός αφηγητής ιστοριών που πάντα γοητεύει
Εντελώς ανορθολογικός, περιπατητής και περιπλανώμενος, αινιγματικός και εξαιρετικά διψασμένος για γνώση και μυθικές μορφές που ξεπροβάλλουν μπροστά μας σαν αερικά, ο Πεσσόα πειραματίζεται και δοκιμάζει συνταγές γραφής με ένα μείγμα μαγικού ρεαλισμού και φαντασίας που φέρει την σφραγίδα της δεξιοτεχνικής του αφήγησης. Εδώ είναι οδοιπόρος της ίδιας της ζωής, των ερώτων, των συναντήσεων. Ο Οδοιπόρος είναι ένα δρομολόγιο στο άγνωστο, μία συνεχής μυστηριώδης διαδρομή σε άγνωστα και απάτητα μονοπάτια με την μοναδική υπογραφή Πεσσόα. “Βάδισε μέρες και μέρες, και στο τέλος, σε μια κοιλάδα χωρίς ομορφιές μήτε ανέσεις που κάνουν εύκολη τη ζωή, συνάντησε καθισμένο έξω από μια σπηλιά στραμμένη προς τα δυτικά έναν γέρο ερημίτη με λευκή γενειάδα, ασκητή μοναχικό, βυθισμένο στον διαλογισμό του”.
Ο Πεσσόα ταξιδεύει στο επέκεινα και στον χρόνο, εφορμά με ένα ταξίδι συναρπαστικό στον δικό του προσωπικό κόσμο της αφήγησης και μας φέρνει κοντά με μύθους. Ανήσυχο πνεύμα ο ίδιος και βαθιά εξερευνητικό μυαλό δεν διστάζει να μας φέρει σε επαφή με ενδόμυχες δικές του σκέψεις, απορίες και ερωτήματα, αυτό το ταξίδι του στην αναζήτηση της ευτυχίας, της γαλήνης αλλά και πλείστα άλλα ζητήματα, φιλοσοφικά και μη που τον απασχολούν και καθρεφτίζουν δίχως άλλο την δική του πολυσχιδή προσωπικότητα έτσι όπως άλλωστε αποκαλύπτεται και μέσα από τα άλλα του διηγήματα, τα μυθιστορήματα όπως το σπουδαίο Βιβλίο της Ανησυχίας – το οποίο επίσης κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg – αλλά και τα μοναδική του ποιήματα που τόσο μας αναστατώνουν με την λυρικότητά τους.
Τα διηγήματα του Πεσσόα είναι γεμάτα απορίες αλλά και πλήθος παραδόξων, αλληλουχία πολύπλοκων και εκκεντρικών διεισδύσεων που πολλές φορές ο αναγνώστης αδυνατεί να παρακολουθήσει τον ειρμό της σκέψης του. Αυτό δεν είναι διόλου παράξενο μια και ο ίδιος βρίσκεται σε σύγχυση και υπό το κράτος της ενδελεχούς αμφιβολίας και αυτή ομολογεί δίχως φόβο αλλά με πάθος. είναι γνωστό πως ο Πεσσόα εφευρίσκει και λειτουργεί λογοτεχνικά υπό το πρίσμα διαφορετικών χαρακτήρων και πρωταγωνιστών με διαφορετικά ονόματα. Χτίζει ενδελεχώς πολλαπλά είδωλά του για να φωτίσει έναν καθρέφτη της προσωπικής του μάχης και να λύσει γρίφους και αινίγματα, να καταθέσει τη δική του αλήθεια. Θέτει ερωτήματα και αναζητά απαντήσεις πασχίζοντας και φιλοσοφώντας διαρκώς και δίχως καμία παύση, από την πρώτη έως και την τελευταία γραμμή, σαν έναν μαραθωνομάχο της γραφής που δεν κουράζεται να γράφει.
Όπως όλες του οι ιστορίες, έτσι και ο Οδοιπόρος του Πεσσόα είναι γεμάτος απορίες αλλά και πλήθος παραδόξων, αλληλουχία πολύπλοκων και εκκεντρικών διεισδύσεων που πολλές φορές ο αναγνώστης αδυνατεί να παρακολουθήσει τον ειρμό της σκέψης του. Αυτό δεν είναι διόλου παράξενο μια και ο ίδιος βρίσκεται σε σύγχυση και υπό το κράτος της ενδελεχούς αμφιβολίας και αυτή ομολογεί δίχως φόβο αλλά με πάθος. Για τον Πεσσόα η κατά μέτωπο επικοινωνία και επαφή με μία ακόμα άλλη πτυχή του εαυτού του, ένα ακόμα άλτερ έγκο του, είναι ενδεχομένως και αυτό ως στοιχείο είναι μια εσωτερική λύτρωση, μια προσπάθεια ερμηνείας των μεταφυσικών του ανησυχιών, των συναισθηματικών και νοητικών εξάρσεων. Μην λησμονούμε και την επικοινωνία με τον Κωνσταντίνο Καβάφη και τον “ποιητικό” τους διάλογο μέσα από την αλληλογραφία όπου διαγράφονται μονοπάτια φιλοσοφικά και υπαρξιακά σε αναζήτηση μιας κάποιας αλήθειας.
Ο Οδοιπόρος θυμίζει και βιβλική αναφορά, ένα είδος παραβολής, ένα είδος περιδιάβασης σε μια άλλη διάσταση, σαν αυτός ο Οδοιπόρος τελικά να είναι ένα μεσαιωνικό ή και αρχέγονο αρχέτυπο που δεν έχει χώρο ή τόπο, δεν διαθέτει μία κάποια εστία αλλά βρίσκεται υπό μόνιμη μετακίνηση και αναζητά μία κάποια συνάντηση με το άγνωστο πεπρωμένο που ίσως και ποτέ να μην βρει. Είναι άραγε τα ίδια τα ταξίδια ο σκοπός αυτού του ακούραστου οδοιπόρου; “Μακριά στον δρόμο, στο υψίπεδο πια, κοίταξα ώρα πολλή τους υψηλούς πύργους στην κορφή του βουνού, όλοι τους από στιλπνό χρυσάφι στον ήλιο που έδυε”. Μην λησμονούμε τέλος πως ο κάθε λογοτέχνης έχει την δική του αγαπημένη πόλη, ο Χέμινγουεϊ είχε το Παρίσι, ο Τζόυς το Δουβλίνο, ο Ντάρελ την Αλεξάνδρεια και ο Πεσσόα αναμφισβήτητα την πανέμορφη θαλασσινή και ηλιόλουστη Λισαβόνα, αυτήν που με τόση τρυφερότητα, γλυκύτητα και φροντίδα μας παρουσιάζει μέσα από αυτό το δοκίμιο. Είναι τελικά η κατάληξη του οδοιπόρου ο τελικός σταθμός ή το φευγιό από αυτήν μιας αναφέρει “την αποχαιρετάει, κι εκείνη κλαίει” ή όλα αυτά είναι μία καθαρή σύμπτωση; Το βιβλίο ίσως και να είναι τελικά αφιερωμένο στην πόλη που ποτέ δεν βρήκαμε, σε εκείνη όπου τα αρώματά της, τα σοκάκια της, οι δρόμοι της, η αύρα που αποπνέει και μαγεύει τον ταξιδιώτη, τον επισκέπτη, τον ίδιο τον ποιητή και συγγραφέα να είναι απλά μία κάποια στάση για τον επόμενο προορισμό που πάντα θα θέλει να αναζητήσει. Ύμνος στην περιπέτεια της ζωής!
“Φεύγοντας από την πόλη λυπάται τον εαυτό του, γιατί ό,τι είναι γλυκό και αγνό μοιάζει να έχει βγει από τη ζωή του”
“Αγαπάει με μια αγάπη ήρεμη και σχεδόν χωρίς επιθυμία, σχεδόν χωρίς τρυφερότητα, μόνο ευλάβεια και σεβασμό, μια δεσποσύνη που ζει μόνη της, αφοσιωμένη στον διαλογισμό, σχεδόν χωρίς να μιλάει στους άλλους, σιωπηλή και αγνή”