O Don Delillo, στο τελευταίο του αυτό έργο, τη Σιωπή, εμφανίζεται στους αναγνώστες του για ακόμη μία φορά, με το λάιτμοτιφ της κριτικής ενάντια στην οικονομική και την τεχνολογική κουλτούρα, που μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε την ασύγκριτη λογοτεχνική του πένα. Όπως και σε άλλα πασίγνωστα βιβλία του (Americana, Υπόγειος Κόσμος), η αναφορά στον αναπόδραστο ατομισμό στον οποίο έχει περιέλθει ο άνθρωπος του 21ου αιώνα και στις ψηφιακές αυταπάτες που κυριεύουν το ανθρώπινο υποσυνείδητο, κυριαρχεί και στη Σιωπή. Πρόκειται για το πιο πρόσφατο βιβλίο του, το οποίο παρά το ότι ξεκίνησε να γράφεται το 2018, αντανακλά με τρόπο προφητικό, την απομόνωση και την ερήμωση που επικράτησε σε παγκόσμιο επίπεδο, κατά τη διάρκεια των μέτρων που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία προκλήθηκε από τον ιό Covid-19.
Με λόγο κοφτό, πυκνό και άκρως σιβυλλικό, ο Don DeLillo, πραγματοποιεί ένα επιτυχές κοινωνικό σχόλιο για την αδυναμία του ατόμου, μπροστά στο χάος του κυβερνοχώρου.
«Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να συλλογιστούμε την κατάστασή μας», λέει «ό,τι κι αν είναι εκεί έξω, είμαστε ακόμη άνθρωποι, τα ανθρώπινα απομεινάρια του πολιτισμού». Μέσα από ένα σημειωματάριο σκέψεων, που αφορούν το πλαίσιο ενός συστήματος που κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ενόσω οι ήρωες βρίσκονται επιβιβασμένοι σε μια κούρσα τρόμου, της οποίας την ταχύτητα δε γίνεται να ελέγξουν, παρακολουθούμε τις αντιδράσεις του Τζιμ, της Τέσα, του Μαξ, της Νταϊάν και του Μάρτιν, μπροστά σε ένα τεχνολογικό μπλάκ-άουτ.
Οι χαρακτήρες του DeLillo, μοιάζουν κατά μία έννοια με αυτούς του Φρεντερίκ Φαζαρντί, που προσπαθούν να εξηγήσουν αλυσιτελώς, τον παραλογισμό των συστημάτων που ορίζουν την ύπαρξή τους. Οι πέντε ήρωες, επιδιώκουν μέσα από έναν ασθματικό ρυθμό σκέψης, να καταφέρουν τη συναρμογή των προσωπικών τους εμπειριών σε μια πιο στέρεα, πιο χειροπιαστή βάση. Κάθε τέτοια όμως προσπάθεια, φαίνεται να πέφτει στο κενό, εφόσον όλη τους η υποσυνείδητη εμπειρία, αποτελεί προϊόν της συνύπαρξής τους με τεχνολογικά επιτεύγματα. Η γλωσσική φόρμα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, είναι ανυπάκουη σε συμβάσεις, υπενθυμίζοντας έτσι τον υπερρεαλιστικό χαρακτήρα των βιβλίων του.
Θα έλεγε κανείς ότι η υλιστική προσέγγιση της συγγραφικής ματιάς του De Lillo, καθώς και οι ανησυχίες του, συμπίπτουν με αυτές του κορυφαίου Γάλλου χρονικογράφου Michel Houellebecq. Άνθρωποι εγκλωβισμένοι στις κλειστοφοβικές ζωές που τους επιβάλλει η τεχνολογική επανάσταση της εποχής τους (αρκεί μόνο να θυμηθούμε την κατάληξη του ήρωα του Houellebecq στο ‘Ο Χάρτης και η Επικράτεια’), φέρνουν στο νου πρωταγωνιστές του βωβού κινηματογράφου, ή πίνακες του Edward Hopper.
Ο DeLillo, γεννημένος στο Μπρόνξ της Νέας Υόρκης από γονείς Ιταλούς μετανάστες, αξίζει να αναγνωριστεί και για το τελευταίο του αυτό βιβλίο που μεταφράστηκε από τη Ζωή Μπέλλα-Αρμάου για τις εκδόσεις Gutenberg και αποτελεί την περιγραφή ενός δυστοπικού σκηνικού, μέσα στην επικράτεια της θνητής ύπαρξης.
Όλη η επικοινωνιακή πρόοδος που έχει επιτευχθεί με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας, όλη η δυνατότητα διάχυσης της πληροφορίας σε μεγάλες μάζες, αποσυνδέθηκε από την ανθρώπινη ύπαρξη, η οποία μοιάζει να εγκλωβίστηκε στο χώρο που βρίσκεται έξω από την ανατρεπτική καινοτομία.
΄Κατάρρευση ηλεκτρικών δικτύων. Οι προσωπικές μας αντιλήψεις βουλιάζουν στην κβαντική κυριαρχία΄
Σπούδασε πολιτική επιστήμη στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οι μεταπτυχιακές της σπουδές έχουν ως αντικείμενο μελέτης την Πολιτιστική Διαχείριση στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου. Η διδακτορική της διατριβή, είχε ως αντικείμενο μελέτης την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν με αφορμή το επιχείρημα Huntington (clash of civilizations) και ιστορικό πλαίσιο έρευνας την περίοδο από τη διακυβέρνηση των Pahlevi μέχρι και την περίοδο Ahmadinejad. Το 2006, αποφοίτησε από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης. Το 2021 κυκλοφόρησε το πολιτικό της μυθιστόρημα «Ακροβάτες», από τις εκδόσεις Πνοή, ενώ το 2020 κυκλοφόρησε το παραμύθι της «Τα Μαγικά Παπούτσια».