Βρίσκεσαι τυλιγμένος μέσα στο πέπλο της πατρικής φιγούρας που δεν σε αφήνει να ανασάνεις, είσαι καταδικασμένος να ζεις υπό την σκέπη ενός πατέρα που σε εξαθλίωσε ψυχολογικά, είσαι ένας φυλακισμένος αν και είσαι ελεύθερος. Πληρώνεις το τίμημα μιας αυστηρής πατριαρχίας και δεν έχεις τον ρόλο που σου αξίζει. Κλεισμένος σε ένα δωμάτιο όπου νιώθεις ασφαλής αρνείσαι να βγεις έξω από αυτό γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζεις τι σε περιμένει έξω από την πόρτα σου. Ποια σκέψη θα οδηγήσει τον πατέρα σου και τη στάση του απέναντί σου και πώς θα αντέξεις την αυταρχικότητά του, εσύ που κανένα κακό δεν επιθυμείς μα φαίνεται πως η οικογένειά σου αδυνατεί να σε κατανοήσει μα έχει για σένα φυλαγμένη μια ανείπωτη θλίψη; Ζητάς επίμονα την μεταμόρφωσή σου γιατί γνωρίζεις πως αυτή θα σε σώσει από τα δεινά που περνάς. Στην εξαίσια Μεταμόρφωση ασχολείσαι με τον εφιαλτικό ρόλο του πατέρα σου που πάντα σε καταδυνάστευε, αυτή είναι μια πληγή που ποτέ δεν έκλεισε για σένα, ένα τραύμα ανοικτό να σου κατατρώει το μέσα σου για χρόνια, όσα δηλαδή πρόλαβες να ζήσεις. Μέσα στα έργα σου είχες ανέκαθεν πραγματευτεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο περίεργα όντα που είχαν το καθένα την αλληγορία του μέσα στην ταραγμένη ζωή σου και εσύ ζητούσες να γράψεις, μόνο να γράψεις για να λυτρωθείς από το κακό παρελθόν αλλά και από ένα εξίσου θλιβερό παρόν που δεν άφηνε να αναπνεύσεις. Κάθε μέρα για σένα ήταν και ένας μοναδικός εφιάλτης και εκεί μέσα ξυπνούσες σαν να ήταν το ξύπνημα και ο ύπνος μια συνέχεια από τα οποία δεν μπορούσες να γλιτώσεις. Η γραφή σου ήταν η απελευθέρωσή σου, η μόνη διέξοδος από τα εσωτερικά σου βάσανα, τον πόνο ψυχής που σου έτρωγε τα σωθικά. Δεν ήθελες να είσαι άνθρωπος, όχι με αυτή την κατάσταση δηλαδή, για αυτό και έβρισκες καταφύγιο σε όντα παράξενα γιατί τουλάχιστον αυτά όριζαν τις δικές τους τύχες μακριά από συναναστροφές και ανόητες συναντήσεις και συγγένειες. Εσύ, όμηρος των ονείρων σου και σκιά σκοτεινή του εαυτού σου, έψαχνες σπηλιά να κρυφτείς για να κουρνιάσεις για λίγο την αδυναμία σου να αντιμετωπίσεις τον περίγυρό σου. Ο κύριος Κ. ζούσε με τον εφιάλτη ενός τεράστιου όντος που δεν τον άφηνε να ανασάνει και ήταν έτοιμο να τον καταπιεί ενώ και στην Μεταμόρφωση προσπαθούσες να απωθήσεις αυτό που σε συγκλόνιζε εσωτερικά και σε φόρτιζε συναισθηματικά για αυτό και πάσχιζες να το τιθασεύσεις. Δημιουργείς τις δικές σου αντιστάσεις, τις πολλές φορές καταστροφικές για να αντιταχθείς στην καταπίεση και τον φόβο που καραδοκούν σε κάθε γωνιά του αφιλόξενου σπιτιού σου. Μέσα σε όλο αυτό το καθεστώς έχθρας που βιώνει ο ήρωάς σου Γκρέγκορ μέσα στο σπίτι του, δηλαδή εσύ ο ίδιος κατ’ ουσίαν, δεν έχεις και πολλές απαντήσεις. Είναι ένα περιβάλλον απρόσωπο, σκληρό, αδυσώπητο, ανάλγητο, απάνθρωπο και αυτό γίνεται απόλυτα σαφές στον τρόπο που συμπεριφέρεται τόσο ο πατέρας σου όσο και ο προϊστάμενος σου. Και εκεί μπλέκεις και τα δύο πρόσωπα που σε μαστιγώνουν κυριολεκτικά και μεταφορικά με τις λέξεις τους αλλά και με τη βία την ίδια που τη νιώθεις στο πετσί σου. Βρίσκεσαι στο επίκεντρο της ασυδοσίας τους και των εντολών τους σαν εσύ να μην έχεις άποψη και υπόσταση, σαν εσύ να είσαι εκεί ως κάποιος που απλά οφείλει να ακούει, μα τι δράμα είναι αυτό στο οποίο ζεις. Αυτά μας περιγράφεις, τα ψυχολογικά σου τραύματά ήταν εμφανή ήδη από τα πρώτα χρόνια για αυτό και αποφασίζεις να προσανατολιστείς σε παράξενες μορφές ζωής σαν αυτό να ήταν το πέρασμά σου από το πραγματικό στο πλήρως φαντασιακό. Αυτό το φανταστικό σε γέμιζε με τρυφερότητα, εσένα που ποτέ δεν την έλαβες και γυμνός εμφανιζόσουν, εντελώς ξεγυμνωμένος αφού τα ενδύματά σου τα είχαν αφαιρέσει από πάνω σου για να σου φορέσουν το ρούχο της αιχμαλωσίας σε ένα δικό τους κόσμο γεμάτο πίεση και πρέπει, χωρίς κανένα ίχνος αγάπης ή θαλπωρής που τόσο είχες ανάγκη. Η γραφή σου ήταν πολύτιμο φάρμακο και μια θεραπεία πολύπλοκη που μόνο εσύ γνώριζες πόσο όλη αυτή η διεργασία σου έκανε καλό στο μέσα σου, η μόνη συντροφιά σου στα δύσκολα, ο μόνος δρόμος στην ανηφόρα. Και για αυτό άλλωστε η γραφή σου είναι ένα δισεπίλυτο σταυρόλεξο για πολύ δύσκολους λύτες γιατί ο κόσμος σου δεν μοιάζει με κανέναν. Όπλο σου λοιπόν είναι αυτά τα περίεργα όντα που τόσο αγαπάς και τόσο σου μοιάζουν τελικά, όλα αυτά σε μία προσπάθεια ερμηνείας του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, φανταστικά όντα στοιχειώνουν από γεννήσεως του κόσμου τις ανθρώπινες ζωές γιατί ο άνθρωπος μπροστά στη δύναμη της φύσης και στο μεγαλείο της έχει ανάγκη να εκφράσει τις φοβίες του, τις απορίες του, τις σκέψεις του με τρόπο πολλές φορές παράλογο, μεταφυσικό και υπερβολικό. Είναι αδύνατο ο άνθρωπος να αντισταθεί στην ερμηνεία φαινομένων για αυτό και επιστρατεύει κάθε είδους φανταστικής διάθεσης για να καλύψει την άγνοιά του και τους προβληματισμούς του. Αναμφίβολα, βρίσκεσαι σε μία πολύ δύσκολη φάση της ζωής σου που κρέμεται από μία κλωστή και η ζωή βρίσκει στα διηγήματά σου τον μάστορά της, εσένα δηλαδή που παλεύεις να της βρει ταυτότητα. Ο ίδιος μοιάζεις να γνωρίζεις το μοιραίο σου τέλος και να έχεις συμβιβαστεί με αυτό, αλλά ο στοχαστικός σου οίστρος δεν σε αφήνει ήσυχο, λαχταρά να καταπιαστείς με την ερμηνεία του κόσμου και για αυτό διαμορφώνεις έναν άλλο κόσμο μακριά από τον πραγματικό. Ο Έρμαν Έσσε έγραψε σχετικά με σένα: “Ο Κάφκα ανήκει σ’ εκείνους τους ανθρώπους που πέρασαν τη ζωή τους μέσα στην αμφιβολία και τη μοναξιά και που συχνά θεωρούσαν την ίδια τους την ύπαρξη, την πίστη τους και τα πνευματικά τους στηρίγματα βαθιά προβληματικά”. Είσαι μια ψυχή που ζεις στο πουθενά και που η ψυχή σου βασανίζεται και ταλαιπωρείται από τον κόσμο, εκείνος που σε περιβάλλει και του οποίου τελικά είσαι θύμα του. Είσαι αποκομμένος εντελώς από τον κόσμο που σε τραυματίζει και για αυτό κλείνεσαι στον εαυτό σου για να ασχοληθείς με την εσωτερική φωνή στην οποία οφείλεις να απαντήσεις για να λυτρωθείς και να απελευθερωθείς. Είσαι σε συνεχές κυνήγι, τρέχεις να κρυφτείς, να προστατευτείς και εκεί που είσαι ασφαλής για λίγο, πάλι σε βρίσκουν και πάλι συνεχίζεις μήπως και βρεις άλλη κρυψώνα. Βλέπεις τον εαυτό σου πίσω από κάγκελα, να εκλιπαρεί για ελευθερία, είσαι σαν μια σκιά που περπατά στους δρόμους και όλους τους φοβάσαι, κυριεύεσαι από αυτό το άθλιο συναίσθημα της αδυναμίας και της παραίσθησης πως όλοι θέλουν το κακό σου. Βλέπεις στο σύστημα που χτίζεται και σιγά σιγά διαμορφώνεται μία απειλή για τον σύγχρονο άνθρωπο, ένα τέρας της απρόσωπης εργοδοσίας. Το τέρας αυτό είναι που σε ακολουθεί παντού, αυτό το τέρας σε καταδυναστεύει και το αποφεύγεις, μα όσο το αποφεύγεις αυτό μοιάζει όλο και περισσότερο να σε σιμώνει για να σου κάνει κακό και όλο να μεγαλώνει και να γίνεται σαν τη σφαίρα του Σίσυφου που συνεχώς σπρώχνεις. Αυτή την εργασία που έχεις εξασφαλίσει για τα προς το ζην είναι ένας κακός δαίμονας που σε παρακολουθεί συνεχώς ή τουλάχιστον αυτή είναι η δική σου αίσθηση και εντύπωση. Μοναδική και ιερή αποστολή σου είναι να κρατήσεις τη δουλειά σου αυτή και αυτό είναι μια αιματοβαμμένη ανάγκη, είναι μια καταπίεση που βιώνεις από τη στιγμή που ξυπνάς μέχρι τη στιγμή που αποχωρείς από τη δουλειά του και έντονα αγχωμένος αλλά και καταϊδρωμένος με τις ερινύες να σου τριβελίζουν το μυαλό σαν γυρίζεις στο σπίτι σου. Μονίμως είσαι σε μια κατάσταση πανικού και απολογείσαι δίχως λόγο, σέρνεσαι στο πάτωμα και σε μαστιγώνει η αδιαφορία που εισπράττεις, αγκομαχάς και σπαρταράς σαν ψάρι έξω από το νερό, σαν ένα αδέσποτο σκυλί που το κλωτσάνε και το χτυπάνε και δεν μπορεί να αντέξει για πολύ ακόμη. Και έρχεται η ώρα εκείνη που όλοι σε κοιτάνε με απαξίωση, με ατίμωση και με ντροπή σαν να είσαι ένα παράσιτο και ένα μίασμα από το οποίο οφείλουν να απαλλαγούν. Εσύ από τη μία και ο ίδιος ο Γκρέγκορ, το άλλο σου μισό από την άλλη, παλεύετε άνισα. Βλέποντας τον εαυτό σου αβοήθητο αναφέρεις πως αυτός θα ήταν ένας σκοπός, δηλαδή ένα κλουβί γεμάτο με κάγκελα να μην έχεις επαφή με κανέναν και να ζεις εκεί μόνιμα για να μην σε τρομοκρατούν και σε βασανίζουν. Οι περιγραφές σου είναι γροθιά στο στομάχι, εσύ που έχεις υποστεί τόσα πολλά στην προσπάθειά σου να τους ξεχάσεις, μα δεν ξεχνιούνται γιατί οι μνήμες είναι πιο ισχυρές από τη λήθη και αυτό το γνωρίζεις πολύ καλύτερα από μένα. Είσαι καθηλωτικός στην αφήγησή σου, μια αφήγηση που απηχεί εκτός από τα δικά σου αινιγματικά αδιέξοδα, τις ανησυχίες του και τις αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου που είναι πλέον ένας μηχανισμός αυτοματοποιημένης ανταπόκρισης στη νέα βιομηχανική επανάσταση και στην πραγματικότητα της εργατικής σκλαβιάς χωρίς δικαιώματα και μόνο με ένα πρέπει να είναι οδηγός. Και είναι όλος αυτός ο νέος κόσμος που ανοίγει μπροστά σου και εσύ τον βλέπεις και τον αποστρέφεσαι, σαν εκείνο το τέρας που θέλει να σε κατατροπώσει, σαν ένα Κύκλωπα που θέλει να σε πετάξει στα βράχια μα δεν έχεις τρόπο να τον παραπλανήσεις. Είσαι το απόλυτο έρμαιο μιας συνθήκης που επιβάλλεται σε σένα και σε μετατρέπει σε ένα σκαθάρι, σε ένα αδύναμο πλάσμα που δεν έχει πια τη δύναμη να αντισταθεί και απλά δέχεται τα βέλη σαν ένα Άγιο Σεβαστιανό που βλέπουμε σε πίνακες της Αναγέννησης. Το σκαθάρι είναι το δικό σου σύμβολο, σύμβολο της αθωότητάς σου αλλά και της καλοσύνης σου, δεν επιβουλεύεσαι κανέναν μα ήρθες στον κόσμο για να σηκώσεις το δικό σου σταυρό. Και με φωνή αδύναμη μα γενναία μας λες πως «Ό,τι κατέχω στρέφεται εναντίον μου, ό,τι στρέφεται εναντίον μου δεν το κατέχω πια {…} Αποτελούμαι μόνο από καρφιά που μέσα μου και αν προσπαθήσω να αντισταθώ και να πολεμήσω, το μόνο που καταφέρνω είναι να χωθούν βαθύτερα». Θα αφήσεις πίσω σου τη ματαιότητα του μικρόκοσμου για να απογειωθείς για το αιώνιο ταξίδι με την γνώση πως σε αυτήν την επίγεια σφαίρα δεν μπορούσες να περιμένεις την πραγμάτωση των προσδοκιών σου. Για αυτό και τα γραπτά σου που ήταν ανέκαθεν το αποκούμπι σου, η αναπνοή σου και αυτά παντρεύτηκες, παραμένουν στο συρτάρι της παγκόσμιας κληρονομιάς ως μία φωνή που ποτέ δεν σίγησε.
————————————————————————-
Ο Φραντς Κάφκα (1883-1924) ήταν Γερμανόφωνος και εβραϊκής καταγωγής πεζογράφος, ένας πολυγραφότατος συγγραφέας που είχε πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του την ασταθή του φύση, μια φύση που γεννήθηκε στην Τσεχία και η οποία βίωσε παιδικά χρόνια άστατα γεμάτα με αυστηρότητα και χωρίς σχεδόν κανένα ίχνος παιδικότητας ή ζεστασιάς. Έγραψε πλήθος κειμένων όπου οι πρωταγωνιστές του παραπέμπουν ανοιχτά στο δικό του προσωπικό δράμα και τις ανησυχίες που τον συντρόφευαν για χρόνια μέχρι δηλαδή και το τραγικό του τέλος. Σε έργα όπως η Δίκη, ο Πύργος, η Μεταμόρφωση αλλά και άλλα λιγότερο γνωστά εξέφρασε ανοιχτά την πάλη του με το ίδιο του το είναι, με εκείνο τον κρυμμένο εαυτό που ποτέ δεν ξέχασε καθώς τα τραύματα του παρελθόντος πάντα στοιχειώνουν. Με την κατάσταση τη υγείας του όλο να χειροτερεύει ο ίδιος έψαχνε τη θαλπωρή που τόσο αναζητούσε. Η νουβέλα Ζοζεφίνα η τραγουδίστρια υπήρξε το τελευταίο δημοσιευμένο έργο του.