Το εξώφυλλο αυτού του τόσο ιμπρεσιονιστικού ως προς το περιεχόμενο βιβλίου δεν είναι άλλο από τον πίνακα του Edouard Vuillard, ενός ύστερου μετεμπρεσιονιστή που συνέχισε την παράδοση των Μονέ, Μανέ, Κορό, Βαν Γκογκ και χάρισε στην τέχνη υπέροχα τοπία σαν και αυτό. Δεν θα μπορούσε να βρεθεί ιδανικότερος πίνακας για να περιγράψει το υπέροχο κείμενο της σπουδαίας συγγραφέως Φον Άρνιμ, ένα κείμενο που παρουσιάζει τη ζωή στην ιταλική ύπαιθρο όπου οι κ. Γουίλκινς, Φίσερ απολαμβάνουν έναν άλλο Απρίλη, μαγεμένο και ονειρεμένο μακριά από το πολύβουο, ομιχλώδες και καταθλιπτικό Λονδίνο. Η ιστορία εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια του πολύ δύσκολου μεσοπολέμου, τότε που όλα θύμιζαν ειρήνη και γαλήνη και όμως θα ακολουθούσε προς το τέλος της δεκαετίας μια τραγική στροφή προς το τέλος της ευδαιμονίας και την αρχή ενός παρατεταμένου εφιάλτη.
Ένας αιώνια μαγεμένος Απρίλης που σφύζει από ζωή και αναδεικνύει τη θέση της γυναίκας
Οι κυρίες που πρωταγωνιστούν και αποφασίζουν να διασχίσουν την Ευρώπη προς ευχαρίστηση και τέρψη τους είναι γυναίκες που επιθυμούν να ξεφύγουν από την πλήξη της καθημερινότητας και σαφώς έχουν τα οικονομικά μέσα και τον απαραίτητο χρόνο για να το πράξουν. Είναι γυναίκες που διαθέτουν όμως και τη δυναμική εκείνη για να τα κατορθώσουν να αφήσουν πίσω τους άντρες κα υποχρεώσεις και να κινηθούν ανεξάρτητες και δίχως ενοχές. Αυτό που επιτελούν ως αυτόνομες οντότητες είναι κάτι που δεν είναι δεδομένο για την εποχή εκείνη, ακόμα και σήμερα σε κάποιες περιπτώσεις δεν θεωρείται απόλυτα φυσιολογικό. Πρόκειται για κυρίες της αστικής τάξης που έχουν τη δυνατότητα να περάσουν αρκετές μέρες με μόνη τους απασχόληση τους περιπάτους και τις εξορμήσεις μακριά από τη βουή της μεγαλούπολης.
Η απόδραση σε έναν εξωτικό τόπο εκεί που η ζωή κυλάει ήρεμα και δίχως εντάσεις είναι μια διαφυγή προς την ελευθερία για αυτές τις κυρίες και απολαμβάνουν η μία την παρέα της άλλης μέσα σε συνθήκες προσωπικής ευμάρειας. Βέβαια, η συγγραφέας αποφασίζει, σαν να σκηνοθετεί ταινία ή θεατρικό έργο, και πρωταγωνιστές αρσενικά πρόσωπα σε μια προσπάθεια να αναδείξει τις ανθρώπινες αδυναμίες και τα πάθη που πλημμυρίζουν τους ανθρώπους όπως ένα ποτάμι όπου τα νερά ρέουν αδιατάρακτα. Ο κόσμος της Φον Άρνιμ είναι ένας κόσμος όπου οι γυναίκες είναι κυρίαρχες, είναι δυναμικές, είναι οι κύριες πρωταγωνίστριες και είναι εκείνες που κινούν τα νήματα της αφήγησης. Ως αναγνώστες παρακολουθούμε τις κινήσεις τους και με την αφηγηματική δεξιοτεχνία γινόμαστε κοινωνοί των διαλόγων τους, διαλόγων που καθιστούν το μυθιστόρημα αυτό αφιερωμένο σε εκείνες.
Για να πετύχουν την εκδρομή αυτή και για να εξασφαλίσουν την μετάβασή τους δεν ήταν ομαλά όλα εξ’ αρχής. Σε μια αποστροφή του λόγου της μία εκ των κυριών αναφέρει χαρακτηριστικά και μας μεταφέρει στην αρχή το κλίμα: “Τι το κακό κάναμε…τι το κακό κάναμε, θα ‘θελα να ‘ξερα”, είπε με αγανάκτηση στην κυρία Αρμπάθνοτ. “Είναι τόσο κακό να θέλουμε κι εμείς μια φορά να φύγουμε μόνες, να ξεκουραστούμε μακριά τους;”. Η επιτυχία τους να φύγουν και να μείνουν μακριά από την αρσενική παρουσία ήταν για αυτές ένα μεγάλο κέρδος ενώ γύρω τους συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο και οι άλλες γυναίκες βίωναν την καταπίεση και την εξάρτηση από το δυνατό φύλο. Μεταβαίνοντας στην εξωτική Ιταλία θα βρουν ένα τοπίο εκθαμβωτικό, θα περιπλανηθούν σε κήπους, θα απολαύσουν το τσάι τους, θα ζήσουν μεταξύ τους μια ζωή διαφορετική εμποτισμένη με άνεση και όμορφες στιγμές.
Η συγγραφέας έχει ντύσει το μυθιστόρημα με μια μοναδικής ομορφιάς ποιητικότητα που ταιριάζει άλλωστε τέλεια με την ιδέα της αφήγησης αλλά και με τη διάθεση των κυριών που συζητούν και αναπτύσσουν απόψεις για διάφορα θέματα. Επηρεασμένες από την υπεροχή των τοπίων και περιμένοντας τους άντρες τους έχουν και τη δυνατότητα να φλερτάρουν διακριτικά αλλά αποφασιστικά, να έρθουν σε επαφή με τα δικά τους θέλω, να στοχαστούν και να αναζητήσουν τους εαυτούς τους σε ένα περιβάλλον τόσο ανάλαφρο αλλά παράλληλα και να προβληματιστούν. Διαβάζουμε και πάλι: “Δες πώς όλα δένουν αρμονικά ͘ οι πικραλίδες με τις ίριδες, το ταπεινό με το μεγαλόπρεπο, εγώ με την κυρία Φίσερ, όλοι είμαστε καλοδεχούμενοι, όλοι μπλεκόμαστε μεταξύ μας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όλοι είμαστε ολοφάνερα ευτυχισμένοι και το απολαμβάνουμε”. Να λοιπόν η ευτυχία που κρύβεται μέσα τους ενώ εισπράττεται από την γύρω ατμόσφαιρα.
Η Φον Άρνιμ πετυχαίνει να μας μεταδώσει το πάθος της για την γραφή και η ίδια ζει και γράφει την ίδια περίοδο με την επίσης Βρετανίδα Βιρτζίνια Γουλφ, μια γυναίκα που έχει κερδίσει ήδη την ανεξαρτησία της και απολαμβάνει ευρύτατης αποδοχής από τον κύκλο της και αυτό είναι κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Μην ξεχνάμε προηγούμενες εποχές όπου η γυναίκα συγγραφέας, για παράδειγμα η Μαίρη Σέλλευ ή η Τζέιν Όστεν δεν ήταν αποδεκτές από το ευρύ κοινό και αναγκάζονταν είτε να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα είτε να κρύβονται είτε να γράφουν ακόμα και με αντρικό όνομα για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους. Σε κάθε περίπτωση, η συγγραφέας ανήκει σε εκείνη την γενιά και σε εκείνη την κοινότητα των γυναικών συγγραφέων που έλαμψαν και διέπρεψαν και διαδραμάτισε ένα πολύ σημαντικό ρόλο στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι. Αξίζει τέλος να μνημονεύσουμε την εξαιρετική μετάφραση της Παλμύρας Ισμυρίδου που προσδίδει στο κείμενο αυτή την ιδιαίτερη ποιητικότητα στα ελληνικά.
“Α, μας βλέπετε, ο παράδεισος δεν βρίσκεται αλλού. Ο παράδεισος είναι το εδώ και το τώρα. Έτσι μας μαθαίνει”‘
“…τα αλμυρίκια και οι δάφνες ήταν τώρα στις δόξες τους, οι κρίνοι στα ψηλότερά τους”