Όταν υπάρχει η παράδοση της εξαιρετικής γραφής μέσα από βιβλία που είναι αποτέλεσμα έρευνας, επιμελούς επιμονής και ιστορικών δεδομένων, τότε ο συγγραφέας θα παράγει ξανά και ξανά λόγο μεστό, ακέραιο και συνεκτικό. Αυτή είναι η περίπτωση του Καρρέρ, ενός μάχιμου και σοβαρού μελετητή γεγονότων, κοινωνικών, ιστορικών και πολιτικών τα βιβλία του οποίου έχουν διευρύνει τις γνώσεις μας σχετικά με φλέγοντα ζητήματα πρόσφατα ή και παρελθόντα. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να πράξει κάτι λιγότερο από αυτό για το οποίο είναι πλέον περίφημος, το άρτιο λογοτεχνικό έργο που είναι όμως και εμποτισμένο από τον ρόλο του ως σκηνογράφου ή σκηνοθέτη, γιατί έχει και αυτή την ιδιότητα. Ο Καρρέρ και τα συγγράμματά του είναι ταυτισμένα με την λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά αλλά και με την εγκυρότητα ενός ανθρώπου που τίποτε δεν αφήνει στην τύχη του.
Ένας μάχιμος ανταποκριτής, ένας άξιος αρθρογράφος και συγγραφέας στην καρδιά του “ηφαιστείου”
Σαν όλα τα προηγούμενα δεδομένα γίνονται κτήμα του και με το πέρασμα του χρόνου μετατρέπονται σε δεύτερη φύση του, τότε η ενασχόλησή του με την επικαιρότητα και δη την καιόμενη επικαιρότητα που χρήζει συνεπούς κάλυψης, τότε τίποτα δεν τον σταματά. Τα τελευταία γεγονότα, τα τραγικά γεγονότα με τον φρικτό θάνατο τόσων και τόσων αθώων ανθρώπων στο Παρίσι το 2015, που το μόνο που ήθελαν ήταν να απολαύσουν μια συναυλία, του τριβελίζουν το μυαλό και δεν μπορεί παρά να πέσει με τα μούτρα – συγγνώμη για το λαϊκό της έκφρασης – στη δουλειά. Ο Καρρέρ ζητά άδεια από το περιοδικό για το οποίο εργάζεται για να παρίσταται στη δίκη των κατηγορουμένων που με το μίσος τους άφησαν πίσω τους θύματα, νέους ανθρώπους που δεν έφταιγαν σε τίποτα. Είναι η περίοδος των γεγονότων στη Συρία, όπου μαίνεται ένας εμφύλιος πόλεμος, ένας ολέθριος πόλεμος με θύματα αμάχους και παιδιά, τους συνήθεις αθώους δηλαδή.
Ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ Αλ-Άσαντ, ακολουθώντας πιστά τις δικτατορικές μεθόδους του επίσης πολιτικού πατέρα του, στρέφεται κατά των ίδιων των πολιτών του που επιζητούν την ανατροπή του για να ζήσουν καλύτερες μέρες δημοκρατίας και όχι καταπίεσης. Αυτήν την ανάγκη, την πνίγει στο αίμα, με χημικά και βομβαρδισμούς, με δολοφονίες αντιπάλων και έναν ανηλεή πόλεμο χωρίς τέλος. Σε απάντηση όλων αυτών, ο δυτικός κόσμος αντιδρά και οι βομβαρδισμοί πολλών χωρών, ανάμεσά τους και η Γαλλία, εστιάζουν στις δυνάμεις του εξουσιαστή και βασανιστή προέδρου μήπως και συναισθανθεί το κακό που σπέρνει. Οι βομβαρδισμοί και από τις δύο πλευρές δημιουργούν μια κατάσταση πολιορκίας δίχως τέλος και πολλοί εκκολαπτόμενοι νέοι ισλαμιστές γεννιούνται, άνθρωποι νέας ηλικίας κυρίως που είναι τυφλωμένοι από τη θρησκεία και με όπλα καλούν και άλλους νέους για εκδίκηση εναντίον της Δύσης.
Τα όσα περιγράφει ο Καρρέρ κατά τη διάρκεια της δίκης είναι η δεύτερη φάση που ακολούθησε την σφαγή και το μακελειό στο μουσικό χώρο Μπατακλάν, στο Παρίσι, το 2015, όταν ένοπλοι τρομοκράτες με όπλα καλάσνικοφ εισέβαλλαν με κύριο σκοπό και μόνο να εξολοθρεύσουν τους κακούς που έκαναν κακό στις οικογένειές τους. Δεν γνωρίζουν σε ποιον ακριβώς επιτίθενται, δεν γνωρίζουν πρόσωπα, ούτε ονόματα, ούτε αν αυτοί τους οποίους σε λίγο θα εξοντώσουν με τις σφαίρες τους έφταιγαν σε κάτι, απλά διψούσαν για αίμα. Ο μόνος λόγος της ύπαρξής τους εκεί, όπως άλλωστε και σε άλλη μέρη της Γαλλίας όπου διέπραξαν επιθέσεις τρομοκρατικές, είναι η τυφλή βία και η εκδίκηση. Φταίνε λένε ο πρόεδρός σας Ολάντ – τότε πρόεδρος της Γαλλίας – για αυτά που παθαίνετε σήμερα, αλλά στην πραγματικότητα το φταίξιμο είναι προπάντων αλλού, στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι η ίδια η κυβέρνηση Άσαντ, για εκείνους είναι οι αλλόπιστοι και έχουν για σύμμαχο τον Αλλάχ.
Ο Καρρέρ παρακολουθεί σε καθημερινή βάση τη δίκη με τον κωδικό όνομα V13, που είναι και ο τίτλος του βιβλίου. Όσα καταθέτει και καταγράφει στο βιβλίο είναι στην ουσία είναι όλες οι σημειώσεις του, είναι τα χρονογραφήματα μέρα τη μέρα, μαρτυρία τη μαρτυρία, κατάθεση την κατάθεση. Είναι όλο το χρονικό των καταθέσεων τόσο των θυτών όσο και των θυμάτων με κάθε λεπτομέρεια που μπορεί να αφορά τον αναγνώστη και να του προσφέρει πλήρη κάλυψη των γεγονότων, έτσι όπως ελέχθησαν στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, στην οποία πρόσβαση είχαν λίγοι. Ο Καρρέρ όμως μέσα από τις μαρτυρίες μας προσφέρει και όλο το χρονικό πριν συμβεί αυτό το ολέθριο και μακάβριο σκηνικό, παρέχει τις πληροφορίες για τις κινήσεις των δραστών, για τις επαφές τους, για τα ταξίδια τους και για όσα αναφέρουν στους εισαγγελείς και δικαστές.
Ο ένας επιζών εκ των εκτελεστών, στον οποίο έχουν επικεντρωθεί όλα τα φώτα της δημοσιότητας είναι σχεδόν αμίλητος και ανέκφραστος, δηλώνοντας ο ίδιος πως είχε δεύτερες σκέψεις, ωστόσο εκφράζεται μπερδεμένα ενώ η ζώνη που φορούσε και η οποία επρόκειτο να εκραγεί τελικώς δεν ενεργοποιήθηκε και κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς το γιατί. Είναι επειδή εκείνος το αποφάσισε, είναι επειδή φοβήθηκε τη ζωή του, είναι επειδή αυτό έγινε τυχαία; Ουδείς γνωρίζει επακριβώς. Τα θύματα από την άλλη, όσοι κατάφεραν να επιζήσουν δηλαδή, περιγράφουν σκηνές από πόλεμο, από κάποιο μέτωπο στο οποίο έζησαν την φρίκη και την πραγματική απόγνωση καθώς η αγωνία τους να μην εντοπιστούν και να μην δολοφονηθούν είναι χαρακτηριστική. Πέρασαν ώρες πάνω σε πτώματα, σε μια λίμνη αίματος, πολλοί μάλιστα ποδοπατούσαν πτώματα για να βγουν έξω. Εκφράζονται με συνταρακτικά λόγια για τα όσα πέρασαν τις δραματικές ώρες της επίθεσης, την λαχτάρα να βγουν ζωντανοί αλλά και τα όσα άκουγαν από τους αδίστακτους τρομοκράτες που συνεχώς φώναζαν και απειλούσαν.
Ο Καρρέρ έμεινε στη δίκη μέχρι το τέλος φυσικά και αισθάνεται την ανάγκη να μοιραστεί μαζί μας κάθε δικό του συναίσθημα πέραν εκείνων των ανθρώπων που κατέθεσαν στο δικαστήριο. Ήδη από την αρχή του βιβλίου μας είχε προϊδεάσει για αυτό που θα επακολουθούσε γράφοντας: “Μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, θ’ ακούμε ακραίες εμπειρίες θανάτου και ζωής και νομίζω, πως, απ’ τη στιγμή που θα μπούμε σ’ αυτή τη δικαστική αίθουσα μέχρι τη στιγμή που θα βγούμε, κάτι μέσα μας θα έχει αλλάξει. Δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, δεν ξέρουμε τι θα συμβεί. Πάμε και βλέπουμε”. Και όμως μέσα του είχε διαίσθηση πως θα συμβούν συνταρακτικά στιγμιότυπα, όπερ και εγένετο. Και η ποιότητα της δουλειάς του Καρρέρ επιβεβαιώνεται από τον αναπληρωτή διευθυντή σύνταξης του περιοδικού L’Observateur για το οποίο δούλευε ως απεσταλμένος. Ο αναπληρωτής διευθυντής υποκλίνεται στο πρόσωπό του λέγοντας πως “τα χρονογραφήματα που συλλέγονται εδώ δεν βγήκαν απ’ το πουθενά. Έχουν μια ιστορία, και μια προϊστορία μάλιστα, την οποία θα έπρεπε να συνοψίσουμε για να καταλάβουμε λιγάκι τι σημαίνει να δουλεύεις με έναν δημοσιογράφο όπως ο Καρρέρ. Ο Καρρέρ ξέρει τη δουλειά”.
“Προσπάθησα να καταλάβω τι κάνει νέους ανθρώπους ν’ αποφασίσουν να πυροβολήσουν άλλους νέους ανθρώπους, έτσι ψυχρά. Δεν καταλαβαίνω, ίσως να μην υπάρχει τίποτα να καταλάβω. Χαίρομαι όμως που μπορούν ν’ ακουστούν. Χαίρομαι που γίνεται αυτή η δίκη. Θεωρώ πως η γενιά μου και η επόμενη έχουμε τρομερή ανάγκη να πιστέψουμε στη δικαιοσύνη” Αριστίντ