Το ερώτημα που εύλογα τίθεται σήμερα, αιώνες μετά την συγγραφή των ομηρικών επών, είναι το εξής: έχει η ελληνική μυθολογία ερείσματα στη σημερινή εποχή; Είναι οι ιστορίες αυτές ικανές ακόμα και σήμερα να μας διδάξουν και να μας αλλάξουν τον τρόπο σκέψης μας; Την απάντηση την δίνει ο πρώην Υπουργός Παιδείας της Γαλλίας και διανοούμενος Luc Ferry στο βιβλίο του “Μαθαίνοντας να ζούμε” όπου ξεδιπλώνει όλη τη σοφία που κρύβουν οι μύθοι και μας προσφέρει τη δυνατότητα να ανατρέξουμε σε αυτούς και να διδαχτούμε αλλάζοντας το νόημα της ζωής μας. Εξάλλου, μη λησμονούμε πως η φιλοσοφία που γεννήθηκε στον ελλαδικό χώρο είναι αποτέλεσμα μελέτης και βαθιάς κατανόησης των μύθων αυτών, οι οποίοι παραμένουν συμπερασματικά διαχρονικοί και πλούσιοι σε μαθήματα για την ευζωία και την ευδαιμονία.
Η Οδύσσεια και η Ιλιάδα, τα δύο εμβληματικά ομηρικά έπη, αντέχουν για καλά στον χρόνο και αιώνες τώρα δεν έχουν πάψει ποτέ να συγκινούν, να γοητεύουν, να συνεπαίρνουν και να αφυπνίζουν τους σύγχρονους συγγραφείς. Οι τελευταίοι εμπνευσμένοι από τα διάφορα επεισόδια δεν σταματούν να γράφουν ξανά την ιστορία των ομηρικών αφηγήσεων ιδωμένη κάθε φορά από μια διαφορετική σκοπιά και οπτική γωνία. Είναι η σειρά της Ολίβα να μας αφηγηθεί την Οδύσσεια από την πλευρά των γυναικών που παίρνουν την σκυτάλη και αφηγούνται τα όσα έζησαν οι ίδιες πλάι στον πολυμήχανο Οδυσσέα, ακολουθώντας τα χνάρια του κατά τη διάρκεια του πολυετούς ταξιδιού του. Ο ρόλος των γυναικών είναι ιδιαίτερα κομβικός, υποστηρικτικός και πολλές φορές παρηγορητικός μέσα από τις μορφές γυναικών όπως η Αθηνά, η Κίρκη, η Καλυψώ, η Ευρύκλεια, η Πηνελόπη.
Οδύσσεια, μια επική ιστορία που ποτέ δεν έπαψε να σαγηνεύει τον επίδοξο μελετητή αναγνώστη
Η μυθολογία ποτέ δεν έπαψε να είναι στο επίκεντρο της προσοχής ως μία μόνιμη πηγή που παραμένει ανεξάντλητη, μια πηγή ιστοριών για μικρούς και μεγάλους. Τα ομηρικά έπη που ασχολήθηκαν με τη μοίρα του ανθρώπου και τις τύχες του σε έναν κόσμο δύσκολο και σκληρό κάνουν επίκληση στους θεούς για συμπόνια, κατανόηση και συνδρομή. Ο Οδυσσέας και το τόσο επίπονο ταξίδι του είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό της μοίρας του ανθρώπου που αναζητά το σπίτι του και νοσταλγεί να γυρίσει πίσω εκεί από όπου ξεκίνησε μετά από κακουχίες, πολέμους και μάχες. Οι θεοί δεν είναι πάντα με το μέρος του Οδυσσέα και για αυτό οι γυναίκες που συναντά στο διάβα του παίζουν και διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία του προς τη σωτηρία του. Θεοί, όπως η Αθηνά, βρίσκονται πλάι του για να τον βοηθήσουν με κάθε τρόπο να ξεφύγει από τις παγίδες και να γυρίσει πίσω σώος και αβλαβής. Οι ημίθεες και άλλες θνητές η μη γυναίκες έχουν και εκείνες το μερίδιο συμμετοχής τους.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν πολλούς λόγους να ανατρέξουν στην άνωθεν εξήγηση των όσων τους συνέβαιναν και έτσι έπλασαν τους θεούς, τους ημίθεους και όλες τις ιστορίες των μύθων, ιστοριών δηλαδή που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να αφηγούνται για να εξηγούν τα πολλές φορές ανεξήγητα και δυσερμήνευτα. Η ελληνική μυθολογία είναι “προϊόν” δύο βασικών λόγων που αξίζει να αναφερθούν. Ο πρώτος λόγος είναι πως οι αρχαίοι Έλληνες, όντας ένας λαός με πληθώρα εμπορικών συναλλαγών στην ευρύτερη περιοχή και πάντα ανοιχτοί και φιλικοί σε φροντίδα των ξένων επισκεπτών που έρχονταν σε διάφορες ελληνικές πόλεις ήρθαν σε επαφή με πολλούς λαούς κυρίως στην Μεσόγειο, τη θάλασσα μας όπως συνηθίζει να λέγεται. Αφενός λοιπόν επηρεασμένοι από τα ταξίδια τους ίσως να γνώρισαν την πανίσχυρη μυθολογία των αρχαίων Αιγυπτίων και να άντλησαν από εκεί στοιχεία για το “χτίσιμο” ενός δικού τους μυθικού κόσμου όπως εμείς τον γνωρίζουμε σήμερα μέσα από τα βιβλία και θαμπωνόμαστε από την ομορφιά του.
Είναι τέτοια η δύναμη της μυθολογίας που ακόμα και πολλά χρόνια μετά την επινόησή τους ο σπουδαίος Ρωμαίος Οβίδιος καταγράφει σε επιστολές του και σε έργα του τον θαυμασμό του και αυτό είναι η απόδειξη πως ο άνθρωπος είναι αδύναμος και τρωτός ενώπιον των θεών, αυτών που ανάβουν φλόγες στις επιθυμίες και “μαστιγώνουν” τις αντιστάσεις των ανθρώπων οδηγώντας τους σε σφάλματα. Οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι δεν παύουν να συγκινούν τους Έλληνες και ξένους συγγραφείς, οι οποίοι καταπιάνονται με αυτούς και τους δίνουν νέα πνοή μέσα από μία δική τους εκδοχή, όπως εδώ. Οι μύθοι αυτοί είναι μία επινόηση των ανθρώπων ώστε να ερμηνεύσουν τη ζωή και τα γεγονότα της και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να έρθει ο άνθρωπος σε αναμέτρηση με τις ίδιες του τις αδυναμίες και τα τρωτά του σημεία.
Η Ολίβα λοιπόν, μέσα από το βιβλίο αυτό, μας αφηγείται το πώς οι γυναίκες, που δεν είχαν τον πρώτο λόγο στα ομηρικά έπη, μπορούν, μέσα από τη δική της μελέτη, και ξεδιπλώνουν τις δικές τους εμπειρίες από τα όσα δραματικά εξελίχθηκαν σε όλη τη διαδρομή της Οδύσσειας. Οι γυναίκες της Ολίβα είναι παρούσες σε κάθε επεισόδιο της ζωής του Οδυσσέα, είναι γυναίκες που τον αγάπησαν, είναι εκείνες που τώρα πρωταγωνίστριες και συντονίστριες του έργου της επιστροφής του μας κάνουν κοινωνούς των συναισθημάτων, των φόβων, των ιδιαίτερων στιγμών που έζησαν κοντά του. Κυρίαρχα πρόσωπα, μεταξύ άλλων, η θεά Αθηνά και η Πηνελόπη, εκείνη που για είκοσι χρόνια τον περίμενε να έρθει στην Ιθάκη για να την γλιτώσει και να την απαλλάξει από τον βραχνά των μνηστήρων. Άνδρες, όπως ο Τηλέμαχος, οι σύντροφοί του στο ταξίδι και όλοι οι υπόλοιποι, μένουν για λίγο στην άκρη για να δώσουν χώρο στις γυναίκες.
“Καθένας φυλάει μια κρυφή επιθυμία στην οποία δεν μπορεί να αντισταθεί ͘ άλλος θέλει την εξουσία, άλλος την πιο ωραία γυναίκα του κόσμου. Ο Οδυσσέας όχι ͘ αυτός διψάει μόνο για γνώση”
“Μητέρα, γιατί δεν μπορώ να σ’ αγκαλιάσω; Μήπως είναι μια απάτη της Περσεφόνης;”