Την εποχή της επέλασης του ναζισμού και έπειτα από τον βομβαρδισμό της κωμόπολης Γκερνίκα στην Ισπανία, στην χώρα των Βάσκων, μια ομάδα Γερμανών αξιωματούχων επισκέφθηκαν το εργαστήριο του Πικάσο στο Bateau Lavoir. Εκεί αντίκρυσαν τον περίφημο πίνακα και ρώτησαν αφελώς τον Πικάσο αν αυτός είχε φιλοτεχνήσει, αν εκείνος είχε κάνει αυτό το έργο. Η απάντηση ήταν αποστομωτική εκ μέρους του ζωγράφου, ο οποίος και τους απάντησε πως όχι, εσείς το κάνατε. Είναι μία ανέκδοτη ιστορία από τις πολλές που κυκλοφορούν και μαρτυρούν τον πρωταρχικό ρόλο των καλλιτεχνών στον ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό χώρο, καθώς οι δημιουργοί, ζωγράφοι, ποιητές, γλύπτες, λογοτέχνες, μουσικοί δεν είναι ξένα σώματα, είναι ενεργά μέλη μιας κοινωνίας από την οποία άλλωστε επηρεάζονται άμεσα και από την οποία αντλούν θεματολογία για τα έργα τους, συμμετέχουν στο γίγνεσθαι.
Ο Κουρμπέ είναι ένας από τους επιφανέστερους ζωγράφους, είναι ο βασικός εισηγητής και θεμελιωτής του κινήματος της τέχνης του ρεαλισμού και εκείνος που μέσα στα κρίσιμα ιστορικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στη Γαλλία του 1870 καταθέτει και καταγράφει τις απόψεις του καθώς η Πρωσία απειλεί ευθέως την Γαλλία ως απάντηση στην ταπείνωση της Πρωσίας από τους Γάλλους κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους. Αυτό ιστορικά μας θυμίζει λίγα χρόνια αργότερα το εύθραυστο τέλος του Α’ Παγκοσμίου με την ταπεινωτική ήττα και συνθηκολόγηση των Γερμανών, με την συμφωνία των Βερσαλλιών να βάζει ταφόπλακα στην ανόρθωση της Γερμανίας. Ο ναζισμός και η άνοδος του φασισμού δεν ήταν παρά η επαναφορά του ταπεινωμένου που επιθυμεί να ανακτήσει την χαμένη του αίγλη. Με λίγα λόγια, το έργο της γαλλογερμανικής σύγκρουσης είχε γραφτεί προηγουμένως την εποχή του Κουρμπέ. Αυτό που μαθαίνουμε επίσης, τόσο μέσα από τα γραπτά του Κουρμπέ όσο και του Βίκτορ Ουγκό είναι πως η ιστορία της φιλονικίας κρατά από τα πρώιμα μεσαιωνικά χρόνια και ακόμα πιο παλιά, ήδη από την ρωμαϊκή εποχή.
Εμβληματικά κείμενα που αποτυπώνουν την κρισιμότητα των ιστορικών στιγμών
Ο Γκουστάβ Κουρμπέ μπορεί να μην είναι στον γραπτό του λόγο όσο δεξιοτέχνης είναι στον ζωγραφικό του, ωστόσο το μήνυμα που περνά είναι σαφές, είναι διαχυτικός και χειμαρρώδης, συναισθηματικός και ιδιαίτερα καυστικός σαν απευθύνεται στους Γερμανούς. Δεν φείδεται λόγων, ούτε τα λέει κομψά για να μην δυσαρεστήσει, ο σκοπός του είναι ξεκάθαρος και ευθύς, έτσι όπως ο ίδιος δείχνει να αισθάνεται. Επιτίθεται και βάλει κατά του επικείμενου εχθρού και κατακτητή πολλές φορές ακόμα και με ύβρεις για να μην αφήσει τίποτα να πέσει κάτω και για να μην υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τις προθέσεις αυτών των επιστολών του. Δεν είναι συναινετικός ούτε και διαλλακτικός, δεν είναι διόλου φιλικός μα αντίθετα ιδιαίτερα δηκτικός και σκληρός στους χαρακτηρισμούς του καθώς εδώ κρίνεται το μέλλον του Παρισιού και άρα ολόκληρης της Γαλλίας. Πολλές φορές, οι καλλιτέχνες είναι αυτοί που θέτουν τα πράγματα στη σωστή θέση τους εκεί όπου οι πολιτικοί ταγοί αδυνατούν να επιτύχουν και να εκφραστούν καταλλήλως. Δεν μασάει καθόλου τα λόγια του όταν δηλώνει ευθαρσώς και δίχως περιστροφές: “Σαν τους πολιορκητές της Τροίας, για δέκα χρόνια θα χτυπούσατε σεις σήμερα και πάλι δεν θα σας άνοιγαν. Τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για σας ͘ πάρτε δρόμο”.
Ο Βίκτορ Ουγκό, σε αντίθεση με τον Κουρμπέ, στη δική του επιστολή είναι πιο συμφιλιωτικός και προσπαθεί ήδη από τον τίτλο να ρίξει τις γέφυρες που ο Κουρμπέ έχει γκρεμίσει, την ονομάζει Έκκληση στους Γερμανούς και αυτό δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Απευθύνεται μέσα από ένα πιο ποιητικό κείμενο που κρύβει πολλούς συμβολισμούς, είναι πιο διπλωματικός ενώ είναι οξύς και ωμός εκεί που πρέπει. Αναφέρεται στο κοινό μέλλον των δύο λαών και αυτό που εντυπωσιάζει είναι πως σχεδόν εκατό χρόνια πριν τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μιλά ανοιχτά για την ανάγκη να ενωθούν όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί κάτω από την ίδια στέγη, είναι λοιπόν κατά μία έννοια πρωτοπόρος και μπροστά από την εποχή του, είναι όπως και στα έργα του ρηξικέλευθος και προφητικός, είναι μια μορφή ηγετική και ο λόγος του έχει κύρος και σημασία, εισακούγεται ανά την Ευρώπη. Ωστόσο, για να φτάσουμε σε αυτήν την ένωση στην οποία αναφέρεται τόσο ξεκάθαρα η γηραιά ήπειρος θα περάσει δια πυρός και σιδήρου μέσα από δύο αιματηρούς και καταστροφικούς πολέμους η απαρχή των οποίων είναι ο άστατος και συγκρουσιακός δέκατος ένατος αιώνας των Κουρμπέ και Ουγκό.
Η έκδοση αυτή έρχεται για μια ακόμα φορά να επισφραγίσει την πολυτιμότητα της σειράς των μικρομέγκα βιβλίων, αυτής της σειράς που κοσμεί τις βιβλιοθήκες μας και μας προσφέρει χρόνια τώρα διαμάντια γνώσεων που τόσο έχουμε ανάγκη για να ξεφεύγουμε από την πεζή καθημερινότητα. Η εισαγωγή του βιβλίου φροντισμένη από τον μεταφραστή Σταύρο Βελούδο είναι εξαιρετικά διαφωτιστική, είναι φάρος γνώσης για τα όσα έλαβαν χώρα εκείνα τα κρίσιμα χρόνια της γαλλοπρωσικής σύρραξης ενώ παρατίθενται στο τέλος της έκδοσης βιβλιογραφία καθώς και πλούσιο εικονογραφικό υλικό από τα κυριότερα ζωγραφικά έργα του Κουρμπέ για να έχει ο αναγνώστης την πλήρη εικόνα του σπουδαίου δημιουργού που σφράγισε καλλιτεχνικά εκείνη την περίοδο μα και όχι μόνο. Διότι ο Κουρμπέ, μια κατηγορία από μόνος του, επηρέασε αναμφίβολα μεταγενέστερους ζωγράφους, όπως ο Σεζάν και ο Ρενουάρ, τόσο με την θεματολογία του όσο και με τον τρόπο αντίληψης της σύνθεσης των πινάκων του και αξίζει να σημειωθεί πως ανήκει σε εκείνους που υπήρξαν αυτοδίδακτοι μα αυτό δεν τον εμπόδισε να δείξει το ταλέντο του και να εδραιωθεί ως ένας εκ των κορυφαίων εκπροσώπων της ζωγραφικής που έβαλε τις βάσεις για κινήματα που θα ακoλουθούσαν με προεξάρχοντα τον ιμπρεσιονισμό των Μονέ, Μανέ και τόσων άλλων.
“Σωρεύετε στρατιώτες, στοιβάζετε οβίδες, κανόνια, όλμους, πολυβόλα. Η Επανάσταση δεν σας φοβάται”
“…ας πλάσουμε ξανά μια νέα τάξη πραγμάτων που θ’ ανήκει σ’ εμάς, που ζωή θα της δίνουμε μόνον εμείς”