Λίγο πριν η Αυστρία προσαρτηθεί στη ναζιστική Γερμανία, ο Βέρφελ αφηγείται μία ιστορία βγαλμένη από έναν κόσμο που σε λίγο δεν θα είναι πια ο ίδιος. Ούτε και ο Λεωνίδας, ο πενηντάχρονος ήρωας του βιβλίου θα είναι ίδιος, μα λίγο πριν πέσει η αυλαία της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, ο συγγραφέας αφηγείται έρωτες και γεγονότα που θυμίζουν ακόμα ζωή. Ο Βέρφελ, με αυτό το ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό ύφος του, αυτή την διείσδυση στην ανθρώπινη φύση με τις αδυναμίες της και τον τρωτό της χαρακτήρα, σκηνοθετεί ένα έργο όπου πρωταγωνιστεί ένας ήρωας με περίφημο όνομα και ανάστημα, σαν να γνωρίζει τα μελλούμενα και να θέλει να προλάβει λίγες στιγμές ευτυχίας. Γιατί ο Λεωνίδας ως πρόσωπο αλλά και η επιλογή του ονόματος δεν μπορεί να είναι τυχαία, όπως και ο ίδιος αναφέρει στην αρχή του βιβλίου, έχει αναμφίβολα κάτι το συμβολικό ή και το προφητικό, κάτι το ιστορικά εμπνευσμένο που μάλλον μας ξεπερνά αλλά και μας διαπερνά.
Ο Βέρφελ αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στο πλαίσιο λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, σε ένα σύστημα που είναι κάπως ανάλγητο και αρτηριοσκληρωτικό όταν έρχεται η ώρα να αναλύσει την κατάσταση της κρίσης ενός υπαλλήλου. Ο Λεωνίδας θυμίζει έναν υπάλληλο που αποτελεί γρανάζι του μηχανισμού και ο λόγος του δεν έχει και τόση σημασία στις αποφάσεις ενώ ο ίδιος μοιάζει να μην απολαμβάνει την εργασία του, μάλλον σκοτούρες του προκαλεί και είναι μια αναγκαιότητα οικονομική. Ο Βέρφελ όμως του δίνει μια άλλη υπόσταση, τον ανυψώνει και τον υμνεί σε σχέση με την πλειοψηφία των υπαλλήλων, τον ξεχωρίζει. Ο κύριος Κ. βρισκόταν και αυτός δέσμιος ενός απρόσωπου συστήματος λίγα χρόνια νωρίτερα, ωστόσο ο Βέρφελ δημιουργεί έναν άλλο Κ., πιο αισιόδοξο και λιγότερο φυλακισμένο, έναν πιο ελεύθερο άνθρωπο που έχει γνώμη και δεν την κρύβει, έναν πιο δυναμικό τύπο που καταφέρνει και ξεφεύγει από το αβυσσαλέο σύστημα με ένα δικό του τρόπο.