Αγοράστε το βιβλίο από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Γκοβόστη
Η βροχή έπεφτε με θόρυβο στο σιδερένιο στέγαστρο. Ήταν οκτώ και δέκα το πρωί. Ο αστυνόμος Μπένι Γκρίσελ άνοιξε την τσάντα του με τα σύνεργα της σήμανσης… Πλησίασε ανήσυχος. Είδε το τραύμα από τη σφαίρα στο μέτωπο, διαγώνια πάνω από το αριστερό μάτι. Μια παχιά λουρίδα αίματος, που είχε γίνει σχεδόν μαύρη, κυλούσε προς τα δεξιά. Κάτω από το κεφάλι, το οποίο ήταν γυρισμένο αριστερά, υπήρχε μια λιμνούλα ακόμα πιο πηχτή σε μέγεθος μικρού πιάτου· το τραύμα από την έξοδο της σφαίρας.
… Το πτώμα στο σαλόνι είχε το ίδιο στρατιωτικό κούρεμα, την ίδια σωματική διάπλαση -φαρδιές πλάτες, λεπτό κορμί- με το πτώμα του διαδρόμου. Επίσης, τα ίδια ρούχα: μαύρα παπούτσια και παντελόνι, λευκό πουκάμισο. Κι άλλο ένα αιματοβαμμένο Γκλοκ δίπλα στο αχρηστεμένο του χέρι.
…Ύστερα εντόπισε δύο κάλυκες που γυάλιζαν στην άκρη του χαλιού στο σαλόνι. Πρέπει να ήταν του δράστη, όπως κείτονταν με απόσταση δέκα εκατοστών μεταξύ τους. Το μυαλό του ξεκίνησε τα παλιά του παιχνίδια: άκουσε και μύρισε τους πυροβολισμούς. Ο δολοφόνος ήταν μια σκιά που προχωρούσε με το πιστόλι προτεταμένο… Έντονη αγωνία, σύντομη, πριν από τον θάνατο, δεν υπήρχε χρόνος για φόβο· μόνο η μικρή σιωπηλή κραυγή της αιωνιότητας.
Στην εσωτερική πλευρά, κάθε κάλυκα ήταν χαραγμένη μια Κόμπρα… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)