Στον Προπέρτιο ο Έζρα Πάουντ βρήκε έναν ποιητή που πάλευε, μέσα από τους ελεγειακούς ερωτικούς στίχους του, με τα καίρια ερωτήματα της επιβίωσης της ποίησης. Είναι ο ποιητής που αρνείται να αναλυθεί σε ύμνους για τις νίκες του Καίσαρα, να υιοθετήσει την κυρίαρχη επική ποίηση, το «arma virumque cano», ή να ταυτιστεί μαζί της. Όπου φαίνεται πώς ενδίδει και υμνεί ό,τι απαιτεί η αυγούστεια προπαγάνδα, υπονομεύεται από την καλά κρυμμένη ειρωνεία, την υποκριτική ταπεινοφροσύνη, την υπαινικτική καταγγελία της βαρβαρότητας των ρωμαϊκών θριάμβων, και φτάνει να χλευάζει τους ομοτράπεζούς του στην έπαυλη του Μαικήνα Οράτιο και Οβίδιο. Στην επιστολή του προς τον Α.R. Orage τον Απρίλιο του 1919 ο Πάουντ γράφει: «Αν ήταν δυνατόν θα ευχόμουν να μπορούσα να σκιαγραφήσω έναν πιο σύνθετο χαρακτήρα -όχι μόνο αυτόν του Προπέρτιου- που να εκφράζει το φρόνημα ενός νέου άντρα της αυγούστειας εποχής ο οποίος απεχθάνεται τη ρητορεία και είναι απρόσβλητος από τα βλακώδη ιδεώδη της αυτοκρατορίας». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)