Willa Cather, Η Αν-τόνια μου, Εκδόσεις Gutenberg

Το αμερικανικό όνειρο αποτελούσε ανέκαθεν ένα στοίχημα, ένα όραμα και μια προσδοκία για τους ανθρώπους που θεωρούσαν πως αυτή η νέα ήπειρος που ανακαλύφθηκε το 1492 από έναν τυχοδιώκτη μπορούσε να τους προσφέρει πολλά. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα συνέρρεαν στην περιοχή μετανάστες και εργατικά χέρια με την αναμονή για ένα καλύτερο αύριο που μπορεί να γεννηθεί, για ένα μέλλον πιο φωτεινό και πιο ευοίωνο. Μπορεί να έγινε περισσότερο γνωστό το περίφημο αυτό όνειρο τον 20ο αιώνα, ειδικά τις πρώτες δεκαετίες, μέσα από τις αφηγήσεις του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ και άλλων ανερχόμενων συγγραφέων ωστόσο η Νέα Βαβυλώνα, όπως είχαν ονομάσει την Νέα Υόρκη αλλά και γενικότερα η Αμερική ως νέα Γη της Επαγγελίας, έκρυβε ή έτσι διαδιδόταν τουλάχιστον, μια αισιοδοξία για καλύτερες μέρες.

Μια απότομη και σκληρή ιστορία ενηλικίωσης στην αμερικανική ύπαιθρο

Η Αν-τόνια μου συγκαταλέγεται σε εκείνα τα μυθιστορήματα που μιλάνε για την πορεία προς αυτό το όνειρο, μιας και η ίδια είναι παιδί μεταναστών από τη Βοημία, είναι μια όμορφη κοπέλα με όλη τη ζωή μπροστά της, αναζητώντας τη δική της ταυτότητα. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο ιστορικό σταυροδρόμι και ένα κομβικό σημείο στην παγκόσμια ιστορία καθώς η ιστορία εκτυλίσσεται στα τέλη ενός πολύπαθου 19ου αιώνα λόγω των κρίσιμων γεγονότων στην Ευρώπη των πολέμων αλλά και στην όχι και τόσο φωτεινή αυγή ενός 20ου αιώνα που προμηνύεται δύσκολος και επώδυνος. Η Αν-τόνια θα εργαστεί και θα αναζητήσει την τύχη της σε μια αμερικανική επαρχία, εκεί όπου χτυπάει η καρδιά ενός νέου εργατικού ρεύματος, ανθρώπων που επιθυμούν με έντονη και κοπιαστική εργασία να χτίσουν το δικό τους αύριο και να έχουν καλύτερη τύχη από εκείνη που εξασφάλισαν οι γονείς τους.

Η Γουίλα Κάθερ γράφει αυτό το μυθιστόρημα και το δημοσιεύει εν μέσω πολέμου, η αναφορά στην περιοχή της Βοημίας αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Ευρώπης δεν μπορεί να είναι τυχαία με όλα αυτά που συμβαίνουν στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Σε αυτή τη νέα ζωή, η πρωταγωνίστριά της θα έρθει σε επαφή με ανθρώπους, όπως ο Τζιμ Μπέρντεν με τον οποίο θα αναπτύξουν μια διαρκή, αληθινή και διαχρονική σχέση, μια σχέση που αντέχει στον χρόνο. Ενώ τα χρόνια περνούν εκείνος πάντα έχει την έγνοια της, έχει στο μυαλό του την Αν-τόνια του για την οποία έχει σεβασμό αλλά και τελικά ενδιαφέρον, ένα μείγμα συμπάθειας και έρωτα. Στο τέλος του βιβλίου την ξανασυναντά μετά από χρόνια, επιβεβαιώνοντας πως ποτέ δεν είχε ξεχάσει την ανεμελιά και την ξεγνοιασιά των παιδικών τους χρόνων τότε που είχαν συναντηθεί υπό διαφορετικές εντελώς συνθήκες.

Η Αν-τόνια είναι ένα κορίτσι στο πρόσωπο του οποίου η συγγραφέας Γουίλα Κάθερ καθρεφτίζει όλα εκείνα τα κορίτσια που βίωσαν τη δυσκολία της επιβίωσης σε μια νέα πατρίδα, ζώντας σε μια αμερικανική ύπαιθρο όχι πάντα φιλόξενη και ζεστή εργαζόμενες ήδη από νεαρή ηλικία για να στηρίξουν τις οικογένειές τους μέσα από τη σκληροτράχηλη εργασία τους. Είναι ένα μυθιστόρημα που εστιάζει στην ψυχολογία της Αν-τόνια, στον τρόπο σκέψης της και στις αντιδράσεις της, καθώς βιώνοντας δύσκολες καταστάσεις δεν είναι λίγες οι φορές που η παιδικότητά της υποχωρεί και παραχωρεί τη θέση της σε μια πρόωρη ενηλικίωση, σε έναν κόσμο αν όχι εχθρικό όχι δα και τόσο φιλικό. Οι περιγραφές των τοπίων και του άγριου του τόπου είναι χαρακτηριστικές από την Γουίλα Κάθερ που έχει τον τρόπο να σκιαγραφεί την κοινωνία και τους ανθρώπους της, να δίνει το στίγμα της σχέσης της Αν-τόνια και της κυρίας της μέσα από διαφορετικά επεισόδια και γεγονότα που λαμβάνουν χώρα εντός και εκτός σπιτιού.

“Ο χειμώνας κρατάει πολύ στις επαρχιακές πόλεις. Παραμένει, μέχρι που ξεθυμαίνει και κουρελιάζεται, γερνάει κι εξαθλιώνεται. Στους αγρούς, ο καιρός ήταν στο κέντρο του ενδιαφέροντος και οι υποθέσεις των ανθρώπων εξελίσσονταν στη σκιά του, όπως τα ρεύματα κυλούν κάτω από τον πάγο. Στο Μπλακ Χοκ όμως, το σκηνικό της ζωής ξεδιπλωνόταν μίζερο και κάτισχνο, παγωμένο μέχρι τη ρίζα” γράφει σε ένα σημείο η Γουίλα Κάθερ ξετυλίγοντας την ποιητική της διάθεση με μια νότα μελαγχολίας για όσα και η ίδια η συγγραφέας βίωσε ενδεχομένως ως μέλος της ίδιας εκείνης κοινωνίας, παρατηρώντας τους ανθρώπους και τους κόπους τους. Το μυθιστόρημα, μέσα από την άρτια μετάφραση της Κερασίας Σαμαρά, χαρίζει στον αναγνώστη τη μοναδική ευκαιρία να γευτεί τον μόχθο των ανθρώπων σαν την Αν-τόνια μέσα από τις δικές τους μαρτυρίες, τις δικές της γλυκόπικρες εμπειρίες.

Το τέλος του βιβλίου αγγίζει μιαν υπέροχη και απρόσμενη συναισθηματική κορύφωση καθώς η απόσταση του χρόνου στη συνεύρεση μεταξύ της πρωταγωνίστριας και του επιστήθιου φίλου της Τζιμ Μπέρντεν κρύβει εκπλήξεις. Η Γουίλα Κάθερ εσκεμμένα δίνει μια δραματική τροπή και ακολουθεί από κοντά την Αν-τόνια που μέσα από τα μάτια του Τζιμ φαίνεται πια κουρασμένη από τη ζωή, βασανισμένη από τους γάμους και τις ανέξοδες σχέσεις από τις οποίες ωστόσο προέκυψαν πολλά παιδιά, ίσως η μόνη χαρά για μια γυναίκα. Αυτό που μένει είναι η δυναμικότητά της πάντως, είναι η επιμονή της στη ζωή, είναι η υπομονή της και η ελπίδα πως τελικά αυτό το πολυπόθητο όνειρο μπορεί και να γίνει πραγματικότητα έστω και την ύστατη στιγμή. Είναι αυτή η πίστη στον άνθρωπο και τις δυνατότητές του που η Κάθερ ενδεχομένως επιθυμεί να μεταδώσει για αυτό και αφήνει μια χαραμάδα φωτός στο τέλος της αφήγησης, κλείνοντας το μάτι στη μοίρα που περιμένει την Αν-τόνια.

“Για την Αν-τόνια και για μένα αυτός υπήρξε ο δρόμος του Πεπρωμένου ͘  μας είχε οδηγήσει εκεί όπου τα παιχνίδια της μοίρας προκαθόρισαν την ύπαρξή μας. Τώρα, κατάλαβα ότι μέσα απ’ τον ίδιο δρόμο έμελλε να ξανανταμωθούμε. Ό,τι και αν είχαμε χάσει, κατείχαμε από κοινού το ανεκτίμητο, το ανείπωτο παρελθόν”

“Ήταν μια ταλαιπωρημένη γυναίκα πια, όχι ένα όμορφο κοριτσόπουλο ͘  όμως είχε ακόμη κάτι που πυροδοτούσε τη φαντασία, μπορούσε ακόμη να σου κόψει την ανάσα μ’ ένα βλέμμα ή μια χειρονομία που, κατά κάποιον τρόπο, αποκάλυπτε την ουσία, που κρυβόταν στα απλά πράγματα”

 

Κάθριν Μάνσφιλντ, Κάτι παιδιάστικο μα τόσο φυσικό & άλλα διηγήματα, Εκδόσεις Πατάκη

Είναι κάποιοι δημιουργοί που αν και το πέρασμά τους ήταν τόσο σύντομο μπόρεσαν να αφήσουν τα σημάδια τους, τα πατήματά τους και τα χνάρια τους στον καλλιτεχνικό καμβά με τέτοιο τρόπο που μέχρι σήμερα να μνημονεύονται. Είναι οι επονομαζόμενοι καταραμένοι καλλιτέχνες γιατί η μοίρα τους είχε προδιαγράψει μια πορεία σύντομη, έζησαν λίγο αλλά δημιούργησαν πολλά και εμείς σήμερα έχουμε την χαρά, την ευτυχία και την απόλαυση να τους διαβάζουμε, να τους ακούμε, να τους βλέπουμε. Μια τέτοια δημιουργός είναι η Κάθριν Μάνσφιλντ, που παρά την πρόωρη φυγή της για άλλες πολιτείες, μπόρεσε να αφήσει το λογοτεχνικό στίγμα της συνεχίζοντας μια παράδοση ξακουστών γυναικών της λογοτεχνίας όπως η Γεωργία Σάνδη, η Τζέιν Όστιν, η Σαρλότ Μπροντέ και τόσες άλλες.Περισσότερα

Damon Galgut, Αρκτικό καλοκαίρι, Εκδόσεις Διόπτρα

Η διαδρομή προς την σύλληψη της ιδέας και έπειτα της συγγραφής ενός βιβλίου είναι μια διαδικασία πολλές φορές επώδυνη διότι η πορεία προς τη δημιουργία έχει πολλά στάδια και είναι στιγμές που ο εκάστοτε δημιουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με ερωτήματα. Αυτά τα ερωτήματα τα θέτει στον εαυτό του ο ίδιος ο συγγραφέας μήπως και λάβει απαντήσεις μέσα από ένα μονοπάτι έντονου συλλογισμού. Ο κόσμος του συγγραφέα, αλλά και του κάθε δημιουργού, είναι ένας κόσμος ανηφορικός, δύσβατος, αμφίβολος, διαισθητικός αλλά και εμπειρικός. Ωστόσο, κάθε φορά δοκιμάζεται η ίδια του η έμπνευση και έρχεται να επιβεβαιωθεί ο Πικάσο που έλεγε χαρακτηριστικά πως έμπνευση υπάρχει αλλά πρέπει να σε βρει να δουλεύεις. Πρώτα λοιπόν ο Φόρστερ και έπειτα ο Galgut εμπνεύστηκαν τις ιστορίες τους ο καθένας με τον δικό του πολύ προσωπικό τρόπο.Περισσότερα

Προσπέρ Μεριμέ, Αρσέν Γκιγιό. Το δρομάκι της Λουκρητίας, Εκδόσεις Sestina

Πρωτοπόρος της νουβέλας και του διηγήματος, ο Προσπέρ Μεριμέ υπήρξε ο περίφημος συγγραφέας της Κάρμεν που οι περισσότεροι γνωρίζουν από την όπερα του Μπιζέ, η οποία βασίστηκε στο έργο του και βέβαια τη μοναδική Μαρία Κάλλας με την ερμηνεία της που έδωσε πνοή στο κείμενο. Ο Μεριμέ έχει τον τρόπο να θέτει τον έρωτα και τις συνέπειές του σε πρώτο πλάνο με μια θεατρικότητα που θυμίζει Μπωμαρσαί. Σε αμφότερα τα κείμενα ο αναγνώστης βυθίζεται στην ανάγνωση της ταραγμένης ανθρώπινης ψυχής που εκλιπαρεί για έρωτα και αγάπη, που αναζητά ένα χέρι για να κρατηθεί, ακόμα και την ύστατη στιγμή, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Αρσέν Γκιγιό. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο η ερωτική επιθυμία και η απογοήτευση που προκύπτει από αυτήν, καθώς ο άνθρωπος πάντα θέλει να εκπληρώνει τις επιθυμίες του και να είναι ποθητός. Το μη πάθος και η άρνηση της επιθυμίας οδηγούν σε αδιέξοδα, την περιγραφή των οποίων αναλαμβάνει ο Μεριμέ.Περισσότερα

Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο, Τζοβάνι Επίσκοπο, Εκδόσεις Μάγμα

Ο περίφημος, εκκεντρικός και πολύ πρωτοπόρος Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει χαρακτηριστικά πως δεν έχω να δηλώσω τίποτα (στο τελωνείο) εκτός από την ιδιοφυΐα μου. Αυτή η φράση αποτυπώνει ανάγλυφα και πολύ συνοπτικά το άγνωστο αυτό στο ευρύ κοινό έργο, τον Τζοβάνι Επίσκοπο. Είναι το έργο ενός επίσης εκκεντρικού και αμφιλεγόμενου, λόγω και των πολιτικών του πεποιθήσεων, Ιταλού συγγραφέα που όμως με έναν κεραυνό αφήγησης που στάζει άκρατο ερωτισμό παραδίδει σε όλους εμάς ένα σύγγραμμα απλής αφήγησης. Είναι όμως συνάμα ένα κείμενο εξαιρετικής διαύγειας και συνταρακτικής λεπτομέρειας σε βαθμό που ο αναγνώστης αφήνεται, όχι άδικα, πελαγωμένος σε μία θάλασσα συναισθημάτων που αφρίζουν στα κύματα της ιδιοσυγκρασίας και της προσωπικότητας του πρωταγωνιστή που αν διαβάσει κανείς το βιογραφικό του συγγραφέα θα διερωτηθεί εύλογα αν όλα αυτά δεν είναι κατά βάθος αποκυήματα ή και βιώματα της ζωής του ίδιου του γράφοντος.Περισσότερα

Viet Thanh Nguyen, Ο προσηλωμένος, Εκδόσεις Utopia

“Ο Viet Thanh Nguyen είναι ένας από τους τέσσερα εκατομμύρια Βιετναμέζους που έχασαν την πατρίδα τους, τον τόπο τους, εξαιτίας του πολέμου, και θεωρεί τον εαυτό του, και την οικογένειά του, ευνοούμενους της τύχης, μιας και δεν ανήκουν στα τρία εκατομμύρια των νεκρών του πολέμου” γράφει στο επίμετρο του Συνοδοιπόρου, του πρώτου μέρος της μέχρι τώρα διλογίας – ίσως έπεται και συνέχεια – ο εξαιρετικός στη μετάφραση του βιβλίου Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης. Είναι ο ίδιος που ανέλαβε τη μετάφραση και σε αυτό το βιβλίο, σε ένα βιβλίο εξαιρετικά εκκεντρικό και παράξενο αλλά όχι λιγότερο ενδιαφέρον. Πρόκειται βασικά για ένα βιβλίο πολυδιάστατο, πολυεπίπεδο και πολύπλευρο, ένα βιβλίο που αφηγείται την παρουσία των ηρώων στο Παρίσι αυτή τη φορά, να παλεύουν ανάμεσα στο ιδεατό και το πραγματικό με την έννοια πως καλούνται να επιβιώσουν σε μια πόλη με πολλές δοκιμασίες και προκλήσεις.

Ένας κόσμος αλλόκοτος που ακροβατεί ανάμεσα στην επιβίωση και τη μνήμη

Είναι ένα περιβάλλον αρκετά εχθρικό, ένα περιβάλλον όπου οι ήρωες καλούνται να ανταπεξέλθουν σε συνθήκες δύσκολες, να βρουν τους εαυτούς τους όντας Γάλλοι αλλά ταυτόχρονα και φιλοξενούμενοι σε έναν ξένο τόπο. Η νοσταλγία για την πατρίδα δεν κρύβεται και δεν κρύβεται επίσης το γεγονός πως όσα συνέβησαν στο Βιετνάμ από το οποίο κατάγονται και προέρχονται είναι ένας τόπος ματωμένος, ένας τόπος όπου συνέβη το δράμα του πολέμου. Ο προσηλωμένος επιθυμεί διακαώς να ξεκινήσει ένα νέο ταξίδι αλλά μοιάζει το εγκληματικό παρόν των συνδαιτυμόνων τους οποίους συναναστρέφεται να μην τον αφήνουν να βρει διέξοδο και για αυτό καταβυθίζεται εκών άκων σε μια ανηφορικά παράνομη πραγματικότητα σε ένα πολύβουο και πολυδύναμο Παρίσι με πολλές δυνατότητες και πολλούς πειρασμούς. Είναι όμως και το ιστορικό παρελθόν που του έρχεται συνέχεια στον νου και τον προβληματίζει.

Η παρουσία της Γαλλίας στην Αφρική όπως και στην Ασία ως αποικιοκρατική δύναμη εξουσίας και επιβολής των συμφερόντων της έρχεται σαφώς σε σύγκρουση με την προσπάθεια του προσηλωμένου να ξεκινήσει από το μηδέν γιατί μηδέν μοιάζει να μην υπάρχει στον ορίζοντα, αυτόν που φαίνεται τουλάχιστον έως τώρα. Η εμπλοκή του με τους ομοϊδεάτες αριστερούς διανοούμενους και ο συγχρωτισμός και η ενασχόληση με κάθε είδους παραβατικό εμπόριο μοιάζει ως η μόνη λύση σε μια ζωή που απλώνεται στην πραγματικότητα δίχως λύσεις. Τελικά είναι μια είδους προσπάθεια για εκδίκηση η ροπή προς την ανομία ή μήπως πάλι είναι το γεγονός πως δεν μπορεί να ξεφύγει από τα δίχτυα ενός ήδη κατεστημένου κυκλώματος μέρος του οποίου αναγκαστικά γίνεται; Ποιες είναι οι εναλλακτικές σε αυτό το πλαίσιο δράσης και τι θα ακολουθήσει άραγε;

Ο συγγραφέας γράφει άλλο ένα μυθιστόρημα κόλαφο, άλλο ένα μυθιστόρημα που είναι γροθιά στο στομάχι για τα πεπραγμένα, για τη διχόνοια σε ένα λαό, τον βιετναμέζικο, που υπέφερε, όπως υπέφερε και η Αμερική στον πόλεμο Βορρά και Νότου. Εξυφαίνει ιστορίες βγαλμένες από τις ζωές ανθρώπων που διαλύθηκαν και θυσιάστηκαν στο δρόμο για την πραγμάτωση διαθέσεων άλλων και τρίτων, είτε αυτοί λέγονταν Γάλλοι, Βρετανοί ή Αμερικάνοι. Οι ιστορικές αναφορές δεν λείπουν γιατί ο συγγραφέας γράφει ένα καθαρό και σαφές κοινωνικό και πολιτικό μυθιστόρημα πλούσιο σε συμβολισμούς και αλληγορίες που όμως περνά συγκεκριμένα μηνύματα τόσο για την πορεία του καπιταλιστικού συστήματος όσο και της ίδιας της ιστορικής μνήμης με επίκεντρο μια πόλη κοσμοπολίτικη, μια πόλη όπου κατοικεί κάθε καρυδιάς καρύδι και άρα αυτό καθιστά τον πλουραλισμό και την πολυφωνία ένα κύριο ζήτημα.

“Ω χαμένες προσδοκίες! Ακόμα και το όνειρο να συγχρωτίζεται με παλλακίδες έχει χαθεί. Άλλο ένα ομιχλώδες όνειρο της νιότης μου για πάντα εξαχνώθηκε, κι αντικαταστάθηκε με το διόλου ορεκτικό θέαμα ενός αθέατου οργασμού που αδράχνει ένα αρσενικό του είδους μου απ’ τον λαιμό και το ταρακουνάει. Όνειδος αισθανόμουν, ντροπή για το ίδιο μου το φύλο” θα δηλώσει ο πρωταγωνιστής σε μια κατάσταση κρίσης όπου βρίσκεται. Είναι οι υπόγειες στοές στις οποίες βαδίζει, είναι ένας άλλος κόσμος μέσα στον οποίο περπατάει ο πρωταγωνιστής πασχίζοντας να βρει το δρόμο του σαν ένα πρόβατο χαμένο. Ο συγγραφέας έχει τον τρόπο και σε αυτό το δεύτερο βιβλίο να γοητεύει τον αναγνώστη με αυτόν τον σχεδόν παραληρηματικό λόγο που αγγίζει τα όρια της επιστημονικής φαντασίας και του δυστοπικού μυθιστορήματος καθώς ο αναγνώστης νιώθει κάποιες φορές πως αγγίζει τα όρια του μεταφυσικού. Η χρήση δε των περίεργων ονομάτων που μοιάζουν με κωδικούς από σειρά τηλεοπτική καθιστά τον χαρακτήρα του βιβλίο έναν γρίφο για δύσκολους λύτες.

“Μάστορας στη χρήση των λέξεων, ο Νγκουιέν παίζει διαρκώς με την αμφισημία, ακόμα και με την πολυσημία – όχι μόνο για λόγους διασκέδασης, αλλά, πάντα, με φιλοσοφική ματιά, πάντα προβαίνοντας ενδελεχώς σε αναλύσεις βάθους ενώ, την ίδια στιγμή, πατινάρει την επιφάνεια των γεγονότων. Ο Νίτσε άλλωστε έλεγε “Πόσο βαθιά, βαθύτατη είναι η επιφάνεια! Πόσο ρηχό, ρηχότατο μπορεί να είναι το βάθος!” γράφει ο Μπαμπασάκης στο επίμετρο όπου διαφωτίζεται το μυστήριο πίσω από την συγγραφή ενός ακόμα πιο αινιγματικού δεύτερου μέρους που αν μη τι άλλο μας καθηλώνει από την πρώτη έως και την τελευταία σελίδα.

“Έμεινα άφωνος. Το να με λένε αντεπαναστάτη και αντιδραστικό ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να μου πει κανείς, και ακόμα κι αν ένα μέρος του εαυτού μου διαφωνούσε αγρίως, ένα άλλο μέρος του εαυτού μου ζάρωνε από την αμφιβολία”

Ryan Holiday και Stephen Hanselman, Οι ζωές των στωικών, Εκδόσεις Οξύ

Ο Καρτέσιος είχε πει κάποτε πως το να διαβάζεις τα καλά βιβλία είναι σαν να συνδιαλέγεσαι με τους άριστους των περασμένων αιώνων. Ας πάρουμε όμως το νήμα της ιστορίας της φιλοσοφίας από τις απαρχές της, από την ίδια την Αρχαία Ελλάδα και τους φιλοσόφους της που έχουν τόσα να μας διδάξουν, όχι θεωρίες ακατανόητες αλλά απτές σκέψεις που θα μας βοηθήσουν στη βελτίωση της καθημερινής μας ζωής. Το παρόν εγχειρίδιο είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία, μια προσφορά ζωής για να αντλήσουμε στοιχεία για την καθημερινότητά μας και να προσπαθήσουμε να απολαύσουμε τους καρπούς μιας ευζωίας που δεν είναι πάντα εύκολη να κατακτηθεί. Το βιβλίο αυτό είναι μια ανάσα ζωής μέσα από την γνώση που είναι ανεξάντλητη και σαφώς διαχρονική όπως θα μπορέσει να καταλάβει ο γνώστης αλλά και ο μη γνώστης.       Περισσότερα

Stephane Carlier, Η Κλάρα διαβάζει Προυστ, Εκδόσεις Ίκαρος

Ο Καρτέσιος είχε πει κάποτε, μεταξύ άλλων, πως το να διαβάζουμε τα καλά βιβλία είναι σαν να συνδιαλεγόμαστε με τους καλύτερους όλων των εποχών. Μάλλον αυτό είχε στο μυαλό του ο Στεφάν Καρλιέ όταν εμπνεύστηκε την ιδέα να γράψει ένα βιβλίο αφιερωμένο στον Μαρσέλ Προυστ, σαν έναν ελάχιστο φόρο τιμής στον σπουδαίο αυτό συγγραφέα που σημάδεψε με το πλούσιο έργο του την λογοτεχνία του εικοστού αιώνα. Αν προσπαθούσε κάποιος να απεικονίσει τα κείμενα του Προυστ με έναν πίνακα, αυτός θα ήταν σίγουρα ιμπρεσιονιστικός. Και αυτό γιατί τα χρώματα του, οι λέξεις του δηλαδή έχουν μια σπάνια ρομαντικότητα και είναι ζωηρές όπως και τα έντονα φλογοβόλα λόγια των ηρώων του, οι πινελιές του είναι ποτισμένες με το συναίσθημα της έλξης και της απόχρωσης της γοητείας.Περισσότερα

Μένης Κουμανταρέας, Η κυρία Κούλα, Εκδόσεις Πατάκη

Ο Μένης Κουμανταρέας εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1961 μεταφράζοντας έργα σπουδαίων ξένων λογοτεχνών, όπως για παράδειγμα το βιβλίο Καθώς ψυχορραγώ του Φώκνερ. Συνήθως οι σπουδαίοι λογοτέχνες έχουν υπάρξει και σπουδαίοι μεταφραστές καθώς έχουν έρθει σε επαφή με την τριβή της γλώσσας και έχουν υποστεί ουσιαστικά ήδη τη βάσανο της λογοτεχνικής γραφής καθώς παράγουν ένα νέο κείμενο, πιστό μεν στο αρχικό αλλά είναι μια νέα δημιουργία. Δεν αρκεί προφανώς μόνο αυτό το στοιχείο ώστε ένας συγγραφέας να είναι αξιόλογος, όμως είναι ένα κομβικής σημασίας πλεονέκτημα. Ο Μένης Κουμανταρέας αποτελεί έναν τέτοιο λογοτέχνη που μπορεί και πλάθει τη γλώσσα με μια δεξιοτεχνία αλλά ταυτόχρονα και με μια απλότητα και αυτό το πάντρεμα ξεχύνεται στο κείμενο και αιχμαλωτίζει με γοητεία και κομψότητα τον επίδοξο αναγνώστη.Περισσότερα

Guy de Maupassant, Ο Εξαποδώ και άλλες υπερφυσικές ιστορίες, Εκδόσεις Οξύ

Ο Μωπασάν γράφει σε έναν 19ο αιώνα, ο οποίος είναι γεμάτος κοινωνικές ανισότητες, ισορροπίες οικογενειακές που δίχως αμφιβολία συστέλλονται και διαστέλλονται. Οι συνθήκες που βιώνουμε μέσω των βιβλίων του προκύπτουν από γεγονότα και καταστάσεις πραγματικές που δεν μπορούμε και δεν γίνεται να ωραιοποιήσουμε, ο συγγραφέας επισημαίνει παραλείψεις και κοινωνικές ατασθαλίες και μας καθιστά μέτοχους ενός προβλήματος που έχει μεν λύσεις αλλά εναπόκειται σε εμάς να τις βρούμε. Εμείς οι άνθρωποι του σήμερα, των δύο αιώνων αργότερα, απλά ανακαλύπτουμε πόσο επίκαιρος είναι ο Maupassant και πόσο αγγίζει τα κοινωνικά δρώμενα του σήμερα, τα οποία είναι σφόδρα επισφαλή και αναστρέψιμα. “…η ζωή είναι ένας λόφος, όσο ανεβαίνεις κοιτάζεις την κορυφή και χαίρεσαι, αλλά όταν φτάσεις επάνω, βλέπεις άξαφνα την κατηφόρα, και το τέλος, που είναι ο θάνατος”.

Ο κόσμος της αμφιβολίας και η ταραγμένη ψυχή του νατουραλιστή συγγραφέα

Ο Γάλλος συγγραφέας μπορεί σε κάποιες στιγμές να σπέρνει τη θλίψη και τη λύπη, την απαισιοδοξία και τη μαυρίλα, παράλληλα όμως, φροντίζει να πασπαλίζει τις ζωές των ηρώων του με τον ρομαντισμό και τον ερωτισμό όταν πρόκειται να μας εκμυστηρευτεί το τι συμβαίνει πίσω από το παραβάν και τα παρασκήνια, εκεί όπου εισβάλει για να μην ξεφύγει τίποτα που θα καθιστούσε το μυθιστόρημα ένα πράγμα ξένο προς την ίδια τη ζωή. Και όλα αυτά σαν τον ζαχαροπλάστη που έχει βάλει την τελευταία πινελιά για να μας πει την τελευταία του λέξη. Ο  ρομαντικός αυτός συγγραφέας που με την γραφή του έχει θεσπίσει μία δική του σχολή, δεν προσπαθεί με τη γραφή του να επιβάλλει μία νεφελώδη και άνευ λόγου πολυπλοκότητα για να προσδώσει στο μυθιστόρημά του έναν ελκυστικό χαρακτήρα.

Τρεις ιστορίες εμπεριέχονται σε αυτήν την πολύ φροντισμένη έκδοση, η οποία μάλιστα διαθέτει μια εξαιρετική εικονογράφηση από τον Αργεντίνο σχεδιαστή Mauro Cascioli. Μία εκ των οποίων είναι το περίφημο και τόσο διάσημο διήγημα του Οξαποδώ, μια ιστορία υπερφυσική αλλά ενταγμένη στις πολλές αλλαγές που επιτελούνται τόσο σε κοινωνικό επίπεδο όσο και στην ψυχοσύνθεση του ίδιου του συγγραφέα. Ο Μωπασάν σε αυτό το διήγημα περιγράφει μια περίεργη μορφή,  ιδιόμορφη και εξωπραγματική συνυφασμένη με τις προσωπικές ψυχικές εντάσεις του ίδιου του συγγραφέα. Το άυλο αυτό πρόσωπο πολιορκούσε τα βράδια του και τον κυνηγούσε από δωμάτιο σε δωμάτιο, σαν μια μαύρη σκιά όμοια με τα φαντάσματα που έβλεπε ο Γκόγια στα όνειρά του ή μάλλον στους εφιάλτες του για να είμαι πιο ακριβής. Τελικά τι ήθελε να μας πει με το πλέον εμβληματικό του διήγημα; Τι βρισκόταν πίσω από το πέπλο μυστηρίου αυτής της φιγούρας, ποιο μυστήριο κατοικούσε την ψυχή του; Από ποιες οδύνες ή ποια αδιέξοδα έψαχνε να ξεφύγει και να δώσει λύση στους άλυτους γρίφους; O Λέων Τολστόι γράφει για τον Μωπασάν και τον υμνεί: «Δεν ξέρω άλλον συγγραφέα που να πίστευε το ίδιο ειλικρινά με τον Μωπασσάν πως καθετί καλό, πως όλο το νόημα της ζωής βρίσκεται στη γυναίκα, στον έρωτα, ούτε άλλον που να περιέγραψε τη γυναίκα και τον έρωτα με τέτοιο πάθος και απ’ όλες τις απόψεις {…}». Η σφαίρα της ανθρώπινης περιγραφής είναι για τον Μωπασάν ό,τι και το ψυχογράφημα για τον Ντοστογιέφσκι.

Στα διηγήματά του, όπως και στα μυθιστορήματά του, ο αναγνώστης διακρίνει έντονη την μελαγχολία του αστικού τοπίου, το οποίο μέσα από την αφήγησή του Μωπασάν παίρνει χρώμα, κάτι σαν έναν πίνακα του σύγχρονού του Εντουάρντ Μανέ. Οι περισσότερες ιστορίες του Γκυ ντε Μωπασάν πραγματεύονται τη ζωή στην πόλη, στην εργασία, στο σπίτι αλλά και τις ανθρώπινες σχέσεις, τις εξάρσεις της, τις διακυμάνσεις της, την αστάθειά τους, ακριβώς έτσι όπως τις βίωσε ο ίδιος μέσα από την ίδια του ζωή, την πολυτάραχη, την πολύχρωμη και τη μυθιστορηματική κατά μία έννοια. Μαθητής του Φλωμπέρ, ο οποίος τον ενέταξε στους κύκλους της διανόησης και φρόντισε να τον κάνει γνωστό στο γαλλικό φιλαναγνωστικό κοινό, ο συγγραφέας με την ιμπρεσσιονιστική γραφή που είναι πλούσια σε περιγραφές, σκιάσεις και συναισθήματα, αποτέλεσε έναν κρίκο μεταξύ κοινωνίας και λογοτεχνίας.

Eισέρχεται στα άδυτα του ήρωά του για να ρίξει φως στις άγνωστες και αδύναμες πτυχές του, να φωτίσει το δρόμο προς την επιτυχία ή την αποτυχία του με την διαφορά πως μέσα από το δικό του χρονικό δεν θα βρούμε την σκληρότητα με το ίδιο πρόσωπο που θα συναντήσουμε στους Αδελφούς Καραμαζόφ, ο Μωπασάν είσαι πιο μαλακός, πιο ήπιος, πιο ρομαντικός ακόμα και όταν όλα καταρρέουν γιατί ως Γάλλος έχει άλλον τρόπο θέασης των πραγμάτων. Οι ιστορίες που συναντάμε εδώ έχουν το μικρόβιο του φόβου, της αμφιβολίας, της αγωνίας και της ανησυχίας των ανθρώπων για τη ζωή μετά τη ζωή αφού πολλοί πιστεύουν πως ο θάνατος είναι μια νέα ζωή ή ακόμα περισσότερο πως η ζωή ξεκινά ουσιαστικά μετά τον θάνατο. Είναι ιστορίες βουτηγμένες στην υπερβολή και το μεταφυσικό στοιχείο διότι πάντα το άγνωστο και το μυστηριώδες σαγήνευαν τον άνθρωπο, ο οποίος και διαχρονικά έψαχνε να βρει ανύπαρκτες απαντήσεις σε δύσκολες ερωτήσεις. Και στα τρία διηγήματα, ο αναγνώστης ανακαλύπτει έναν δεξιοτέχνη Μωπασάν που διεισδύει στα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής προσπαθώντας να εξηγήσει τα ανεξήγητα.

“Πόσο θα ήθελα να τη γνωρίσω, να τη δω, τη γυναίκα που διάλεξε εκείνο το εξαίσιο και σπάνιο στολίδι! Είναι νεκρή!”

“Ξέρω κι εγώ κάτι παράξενο, τόσο παράξενο που έγινε η εμμονή της ζωής μου. Πάνε τώρα πενήντα έξι χρόνια που μου συνέβη τούτη η περιπέτεια, και δεν περνά ούτε μήνας χωρίς να την ξαναδώ σε όνειρο”

Christy Lefteri, Ο μελισσοκόμος από το Χαλέπι, Εκδόσεις Κλειδάριθμος

Έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια από τα πρώτα γεγονότα στη Συρία όπου με την πρόφαση της αντιμετώπισης του Ισλαμικού κράτους ξεκίνησε από τον Μπασάρ Αλ Άσαντ ένα κυνηγητό με βομβαρδισμούς και εξοντώσεις αντικαθεστωτικών καθώς και μαζικά φονικά που συμπεριελάμβαναν και αμάχους. Σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Συρίας, στη Δαμασκό, στο Ιντλίμπ, στο Χαλέπι παντού πτώματα, ερείπια και ένα σκηνικό καταστροφής και απόγνωσης από ανθρώπους που στερούνται ακόμα και τα βασικά. Η συγγραφέας Κρίστι Λεφτέρι, η οποία εργάστηκε ως εθελόντρια σε κέντρο προσφύγων στην Αθήνα και είδε από κοντά και ιδίοις όμμασι τα όσα δραματικά έλαβαν χώρα με την αθρόα έλευση των κατατρεγμένων αυτών ανθρώπων, περιγράφει την κατάσταση που έζησαν αυτοί οι άνθρωποι κατά την παραμονή τους σε μια ξένη χώρα εκλιπαρώντας για ένα καλύτερο αύριο έχοντας ξεφύγει από βέβαιο θάνατο πρώτα από την εμπόλεμη Συρία και έπειτα έχοντας γλιτώσει από της θάλασσας τα μύρια κύματα.Περισσότερα

Roberto Bolano, Νυχτωδία της Χιλής, Εκδόσεις Άγρα

Στο επιμύθιο της έκδοσης δια χειρός Κρίτωνα Ηλιόπουλου, ο οποίος ανέλαβε και έφερε εις πέρας τη μετάφραση του βιβλίου διαβάζουμε τα λόγια του Μπολάνιο: “Η Νυχτωδία είναι μια μεταφορά για μια χώρα της κόλασης, μεταξύ άλλων. Επίσης είναι η μεταφορά μιας χώρας νεαρής, μιας χώρας που δεν ξέρει καλά καλά αν είναι χώρα ή ένα τοπίο”. Στη Νυχτωδία παρευλάνει και πρωταγωνιστεί ένας σπουδαίος και επιφανής Χιλιανός, ο Πάμπλο Νερούδα, που βίωσε στο πετσί του τα όσα περιγράφει ο Μπολάνιο για την αδίστακτη περίοδο της δικτατορίας Πινοτσέ. Η χειμαρρώδης αφηγηματική του λαίλαπα ραπίζει τον αναγνώστη και τον μεταφέρει στο δικό του κόσμο, έναν κόσμο όπου πρωταγωνιστεί το μεταφυσικό σε εναλλαγή με το πραγματικό. Είναι ένα βιβλίο αφοσιωμένο και αφιερωμένο στις πιο σκοτεινές σελίδες της σύγχρονης χιλιανής ιστορίας, έτσι όπως οφείλει να ειπωθεί χυμένη σαν την καρδάρα με το γάλα, όλα φόρα παρτίδα δίχως καμία ωραιοποίηση γιατί τέτοια ήταν η κόλαση.Περισσότερα